Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

Η Ελένη [1970]

Γράφτηκε το 1970, μετά τον θάνατο της αδερφής του Νίνας. Εκδόθηκε το 1972 αυτοτελώς (το εξώφυλλο της έκδοσης αυτής κοσμούσε χαρακτικό της Βάσως Κατράκη) και συμπεριλήφθηκε την ίδια χρονιά και στον συγκεντρωτικό τόμο της Τέταρτης διάστασης.
Οι δεκατέσσερις συνθέσεις της Τέταρτης Διάστασης παρουσιάζουν μια δομική αναλογία: α) εκκινούν με μια πεζόμορφη «σκηνική οδηγία» β) συνεχίζονται με τον εξομολογητικό μονόλογο του κεντρικού προσώπου, γ) εμπλουτίζονται με ένα βουβό πρόσωπο που επιτελεί τον ρόλο του ακροατή και δ) απολήγουν σε έναν πεζόμορφο επίλογο. Από τα δομικά αυτά γνωρίσματα αποκλίνουν μόνο η Χειμερινή διαύγεια, το Χρονικό και η σύνθεση Όταν έρχεται ο ξένος (Κόκορης, 2003: 141).
Η παρουσία του μύθου στις μεγάλες συνθέσεις της Τέταρτης διάστασης θα σημάνει το όριο και την κορυφή μιας νέας εκφραστικής κατάκτησης του Ρίτσου: εδώ, η συστηματική εκμετάλλευση του μύθου συναπαρτίζει μιαν εξαιρετικά πολύπλοκη σύνθεση, στην οποία ο μύθος αποτελεί το βασικό ποιητικό φορείο, το δοχείο στο οποίο θα χυθούν και θ’ αναμειχθούν δυο ακόμα στοιχεία, το αυτοβιογραφικό και το ιστορικό (Βελουδής, 1984: 70-71). Στους δραματικούς μονολόγους και τα πολυφωνικά ποιήματα της Τέταρτης διάστασης ο Ρίτσος αξιοποιεί τη μυθική μέθοδο χρησιμοποιώντας διάσημους ήρωες από την αρχαία ελληνική μυθολογία με πρωτότυπο τρόπο και ανάγοντάς τους σε σύμβολα. Μέσα από διαφορετικά σύμβολα-προσωπεία αντικρίζει, ερευνά και σχολιάζει ταυτόχρονα, από τη σκοπιά του κι από τη σκοπιά του κόσμου, τον κόσμο και τον εαυτό του (Αλεξίου, 2009: 151-152). Τα «μυθήματα» της Ελένης μεταφέρονται σ' ένα ανώτερο σημαντικό επίπεδο, αυτό της σύγχρονης ιστορίας, και τον εκσυγχρονισμό του μύθου υπηρετούν οι άφθονοι αναχρονισμοί (Βελουδής, 1981: 115-116), προσδίδοντας τη συγχρονική «τέταρτη διάσταση» σε αυτήν την πρισματική ποίηση.
Στο συγκεκριμένο έργο (όπως και σε όλους τους δραματικούς μονολόγους του Ρίτσου), μια «σκηνική» εισαγωγή και ένας «σκηνικός» επίλογος πλαισιώνουν έναν μονόλογο που απαγγέλλεται μπροστά σε έναν βουβό ακροατή. Ειδικότερα, ο ποιητής αντιστρέφει την αρχική εκδοχή του μύθου της ωραίας Ελένης και, όταν μιλάει για την πρωταγωνίστρια του αρχαίου μύθου, αναποδογυρίζει την εικόνα της: στην εκδοχή του Ρίτσου η Ελένη είναι «γρια-εκατό-διακοσίων χρονών» και παρουσιάζεται να θυμάται, έπειτα από χρόνια, εκείνη την ημέρα πάνω στα τείχη της Τροίας («Τειχοσκοπία»), όταν στο πεδίο της μάχης ο Μενέλαος ετοιμαζόταν να αντιμετωπίσει τον Πάρη σε μονομαχία. Η Ελένη του Γ. Ρίτσου γνωρίζει οι Ιθάκες τι σημαίνουν, οι πόλεμοι, οι εχθρότητες, οι δόξες, ο μόχθος του ανθρώπου, οι προσδοκίες του. Στο κατώφλι του θανάτου αναλογίζεται με στωικότητα το εφήμερο του βίου και το αναπότρεπτο του τέλους. Η μνήμη της δουλεύει καταλυτικά, αποκαλύπτοντας όλες τις ματαιότητες της ζωής μας (Γκρίτση-Μιλλιέξ, 2009: 68-69 & Γεράνης, 1991: 133). Με μια ψυχοσύνθεση ηρωίδας αρχαίου θεάτρου και με αναφορές σε σύγχρονες καταστάσεις, η Ελένη εξομολογείται τα συναισθήματά της για έναν πόλεμο για τον οποίο πλήρωσαν αθώοι, για έναν πόλεμο χωρίς νόημα, όπως όλοι οι πόλεμοι. Για άλλη μια φορά, ο Ρίτσος υιοθετεί τη μυθολογική μέθοδο για να παρουσιάσει με ήπια χαμηλή φωνή τις συμφορές και τους αγώνες της φυλής του. Όταν μιλάει για τον δεκάχρονο πόλεμο της Τροίας στα πολύστιχα ποιήματα της Τέταρτης διάστασης, άλλοτε εννοεί την περίοδο 1912-1922 κι άλλοτε το διάστημα 1940-1950, δηλαδή την Ελληνική Αντίσταση και τον Εμφύλιο.
Έτσι, διασκευασμένος με τις δυο αγαπημένες τεχνικές του Ρίτσου, τη μεταμφίεση και την αντιστροφή, ο αρχαίος μύθος μεστός από επίκαιρα μηνύματα παρουσιάζεται σε μια ποίηση που επιχειρεί κάτι τιτάνιο: «ένα γεφύρωμα ανάμεσα στο παρόν και το μέλλον, ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, ανάμεσα στο άτομο και στην ομάδα, ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο, ανάμεσα στη ζωή και στ’ όνειρο, πάνω από κάθε δυσκολία και κάθε προσωπικό δράμα». Άλλωστε κι ο ίδιος ο αρχαίος μύθος είναι ένα θαυμαστό γεφύρωμα ανάμεσα στη σοφία και το παραμύθι κι ένα δίδαγμα, πολύτιμο σήμερα, για την Τέχνη και τη Ζωή μας (Ζερβού, 1983: 135 & 137-138).
Οι διαφορές με το ιλιαδικό πρότυπο είναι πολλές (εξαφάνιση Πριάμου, ταλάντευση Ελένης μεταξύ ερωτισμού και θανάτου, χλεύη για Πάρη, αδιαφορία για Μενέλαο, προσήλωση της Ελένης στους δύο στρατούς για να πετύχει τη συμφιλίωσή τους, ανάληψη της Ελένης στους ουρανούς), αλλά η ανατρεπτική αυτή εκδοχή δεν φαίνεται εντελώς αυθαίρετη, καθώς λανθάνει και στο ιλιαδικό πρότυπο (Μαρωνίτης, 2013: 55-56).

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Ρίτσος, Γιάννης. 1972. Η Ελένη. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1972] 2009. Ποιήματα ΣΤ΄: Τέταρτη διάσταση (1956-1972). 25η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία: