Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

«Πριάμου νυκτοπορία»

Η «Πριάμου νυκτοπορία» εγκαινιάζει τον μυθολογικό κύκλο του ποιητή και ταυτόχρονα τη συμβολιστική φάση της ποίησής του, κατά τη διάρκεια της οποίας αναδιφά τον μύθο. Ο καβαφικός συμβολισμός είναι κατεξοχήν μυθολογικός ως προς τις λογοτεχνικές του αφορμές, μεταφορικός ως προς την ποιητική του έκφραση, και υπαινικτικός ως προς την ιδιάζουσα ερωτική προτίμηση του Αλεξανδρινού ποιητή (Μαρωνίτης, 2007: 55-56). Τα μυθολογικά ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη διαμορφώνουν έναν κύκλο ποιημάτων που προέρχονται από αναγνώσεις της αρχαϊκής επικής ποίησης και της αττικής τραγωδίας και εδράζονται κυρίως στον Όμηρο και στον Αισχύλο. Ειδικότερα, ο ποιητής εφαρμόζει την αναγνωστική ποιητική μέθοδο, καθώς τα ποιήματά του αποτελούν «αναγνώσεις» των ποιητικών αφορμών που προέρχονται από κάποια λογοτεχνική ή γραμματειακή πηγή (Μαρωνίτης, 2007: 41-42). Σε αυτά τα μυθολογικά ποιήματα άλλοτε η συμβολική διάσταση καταβροχθίζει το μυθολογικό θέμα και άλλοτε το μυθολογικό θέμα προβάλλεται ακραιφνές και διαγράφεται γύρω του η άλως των συμβόλων (Βαρθαλίτης, 2007: 201).
Το συγκεκριμένο «επικήδειο» ποίημα είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα και έχει έντονα δραματικό χαρακτήρα (Μαρωνίτης, 2007: 51). Ανήκει στα Κρυμμένα Ποιήματα του ποιητή και είναι ένα από τα τέσσερα ιλιαδικά ποιήματά του (τα άλλα τρία είναι «Η κηδεία του Σαρπηδόνος», «Τα Άλογα του Αχιλλέως» και «Οι Τρώες»). Ειδικότερα, ο Κ. Π. Καβάφης αντλεί την έμπνευσή του από τα δρώµενα της εικοστής τέταρτης ιλιαδικής ραψωδίας και συγκεκριμένα από την επίσκεψη του βασιλιά Πριάμου στον Αχιλλέα (Ω, 159-338), κατά την οποία ο βασιλιάς της Τροίας προσπαθεί να πετύχει τον νεκρώσιμο νόστο του γιου του Έκτορα. Στο καβαφικό ποίημα όμως δραματοποιούνται μόνο η μοναχική έξοδος και η πορεία του Πριάμου, η έκβαση της οποίας παραμένει μετέωρη, αφήνοντας μετέωρο και ατερμάτιστο και το ποίημα. Σύμφωνα με τον Δ. Ν. Μαρωνίτη, στην καβαφική «Πριάμου νυκτοπορία» διακρίνονται ορισμένες αποκλίσεις σε σχέση με το ιλιαδικό πρότυπο, απέναντι στο οποίο ο ποιητής δείχνει αναγνωστικό και πραγματολογικό σεβασμό (Μαρωνίτης, 2007: 73-76). Πιο συγκεκριμένα, ενώ στην Ιλιάδα θεοί και άνθρωποι συμπράττουν ώστε να πετύχει η αποστολή του Πριάμου, στο ποίημα η θεϊκή και ανθρώπινη σύμπραξη τρέπονται σε ρήξη, καθώς ο θεός μεταβάλλεται σε κωφεύουσα ειμαρμένη και ο άνθρωπος αναλαμβάνει όλο το βάρος της μοναχικής απόφασης. Ουσιαστικά, ο Κ. Π. Καβάφης κράτησε μακριά από το ποιητικό πεδίο τους θεούς και απομόνωσε τον Πρίαμο, επιμένοντας στην κρίσιμη ανθρώπινη απόφαση και αφήνοντας μετέωρο και αβέβαιο το τέλος της. Επιπλέον, σε αντίθεση με την ιλιαδική ραψωδία, ο πατέρας του Έκτορα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο μόνος και απροστάτευτος, χωρίς να έχει στο πλάι του γυναίκα, γιους, τον κήρυκα Ιδαίο ή τον συνοδό Ερμή. Τελικά, το ποίημα τερματίζει ατερμάτιστο καταμεσής της νύχτας, με τον Πρίαμο να κεντά τα άλογά του και να τρέχει στην πεδιάδα προσηλωμένος στο άρμα του, που δεν ξέρουμε αν θα τον πάει στο τέλος της απόφασης ή θα τον καταργήσει (Μαρωνίτης, 2007: 68-70). Ο Πρίαμος βρίσκεται μακριά από τον ιλιαδικό πρόγονό του, έχοντας γίνει το νεωτερικό σύμβολο μιας σεβάσμιας, αρχαίας και μυθικής μορφής.

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Καβάφης, Κ. Π. 1993. Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923. Επιμ. Γ. Π. Σαββίδης. Αθήνα: Ίκαρος.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία: