Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΑΤΡΕΑΣ

    Πρωτότοκος γιος του Πέλοπα και της Ιπποδάμειας είναι ο Ατρέας, δευτερότοκος ο Θυέστης.

     

     

    Τα δύο αδέλφια, και η μητέρα τους, συνωμότησαν και σκότωσαν τον νόθο γιο του πατέρα τους Χρύσιππο από τη Νύμφη Αξιόχη, επειδή φοβήθηκαν ότι, από αγάπη για αυτόν τον νόθο γιο, ο Πέλοπας θα του παραχωρούσε την εξουσία. Ο Πέλοπας καταράστηκε τους γιους του και τους έδιωξε. Αυτοί κατέφυγαν στις Μυκήνες, στον βασιλιά Ευρυσθέα, ανεψιό του Ατρέα, ή στον πατέρα του Ευρυσθέα, τον Σθένελο, άνδρα της αδελφής τους Νικίππης. Αυτός παραχώρησε την περιοχή της Μίδειας ή Μιδέας στα δυο αδέλφια, αφού πρώτα απομάκρυνε τον ανεψιό τους Αμφιτρύωνα, γιο της αδελφής τους Αστυδάμειας από τον Αλκαίο, βασιλιά της Τίρυνθας. Όταν ο Ευρυσθέας πέθανε άκληρος, χρησμός των Δελφών συνέστησε στους Μυκηναίους να επιλέξουν για βασιλιά τους έναν από τους δυο γιους του Πέλοπα. Αυτοί όφειλαν να επιδείξουν τις ικανότητες και τους τίτλους τους για το βασίλειο.

    Στην κατοχή του ο Ατρέας είχε ένα ηφαιστότευκτο σκήπτρο και μια χρυσή προβιά, που του είχε δοθεί από τον ίδιο τον Ερμή, σύμβολο του ποιμένα βασιλιά σε εποχές που πηγή πλούτου για τον βασιλιά ήταν τα κοπάδια και η κλοπή ζώων που επαύξανε την περιουσία του. Επίσης, η χρυσή προβιά παραπέμπει στον τρόπο με τον οποίο συλλεγόταν ο χρυσός από τα νερά ποταμών, έριχναν, δηλαδή, γιδοπροβιές στα νερά των ποταμών και αγκίστρωναν τα ψήγματα του πολύτιμου μετάλλου στην τριχωτή πλευρά τους. Όπως και να έχει, το δέρας αυτό ήταν σύμβολο εξουσίας και αποδεικτικό πλούτου. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή με θρησκευτικές προεκτάσεις, το δέρας προέκυψε ως εξής: Αν και ο Ατρέας είχε τάξει το ωραιότερο ζώο του κοπαδιού του στην Άρτεμη, ωστόσο, όταν βρήκε στο κοπάδι του ένα αρνί με χρυσόμαλλο δέρας, θυσίασε τα ζώο αλλά δεν προσέφερε το δέρας στη θεά, μόνο το κράτησε για λογαριασμό του και το φύλαξε μέσα σε λάρνακα.

    Κρυφά το παρέδωσε η σύζυγός του Αερόπη, η κρητικιά βασιλοπούλα και μητέρα των παιδιών του, στον εραστή της Θυέστη, (Εικ. 1) ο οποίος το ανέδειξε σε σύμβολο εξουσίας, καθώς πρότεινε να ανακηρυχθεί βασιλιάς των Μυκηνών αυτός που θα παρουσίαζε ένα χρυσόμαλλο δέρμα. Ο Ατρέας, μη γνωρίζοντας την κλοπή του δέρατος από τη γυναίκα του, δέχτηκε. Ο Θυέστης νίκησε. Με παρέμβαση του Δία μέσω του Ερμή, ο Ατρέας συμφώνησε να κρατήσει την εξουσία ο Θυέστης, εκτός αν ο ήλιος έδυε στην Ανατολή. (Εικ. 2) Το θαύμα συντελέστηκε, ο Ατρέας διατήρησε την εξουσία του με τη βοήθεια του Δία, τιμώρησε τη γυναίκα του ρίχνοντάς την στη θάλασσα, όπου και πνίγηκε, και εξόρισε τον Θυέστη.

    Η εξορία δεν ήταν αρκετή για τον Ατρέα. Θέλησε να εκδικηθεί περαιτέρω τον αδελφό του, όχι τόσο γιατί του διαφιλονικούσε τον θρόνο όσο για τις παράνομες σχέσεις που ανέπτυξε με τη γυναίκα του Αερόπη. Προσποιήθηκε ότι συμφιλιώθηκε με τον αδελφό του και τον κάλεσε πίσω στις Μυκήνες. Έτσι, έσφαξε -αν και είχαν προσπέσει ικέτες στον βωμό του Δία- και διαμέλισε τα παιδιά του και του πρόσφερε σε γεύμα τις ψημένες σάρκες τους. Τα κεφάλια και τα χέρια των παιδιών, που ο Ατρέας είχε διαφυλάξει και τα οποία παρουσίασε στον Θυέστη μετά την παιδοφαγία, αποκάλυψαν την αποτρόπαιη πράξη. (Εικ. 3, 4, 5, 6, 7) Ο Θυέστης αντέδρασε με τον τρόπο του Δία σε αντίστοιχο δείπνο από τον βασιλιά Λυκάονα της Αρκαδίας: αναποδογύρισε με μια κλωτσιά το τραπέζι κι έφυγε τρέχοντας, αφού πρώτα εξέφερε βαρεῖαν άράν, δηλαδή καταράστηκε τους Ατρείδες. Αυτά ήταν τα περίφημα θυέστεια δείπνα, εξαιτίας των οποίων ο ήλιος, όπως διηγούνταν κάποιοι, απέστρεψε το πρόσωπό του και άλλαξε πορεία. Όπως ακριβώς είχε δύσει στην ανατολή, σύμφωνα με τη βούληση του Δία, προκειμένου ο Ατρέας να ξανακερδίσει το βασίλειό του, που το είχε χάσει όταν ο Θυέστης απέκτησε με δόλιο τρόπο το σύμβολο της εξουσίας, τη χρυσή προβιά.

    Εξόριστος από τη γη της Αργολίδας στη Σικυώνα ο Θυέστης ενώθηκε με την κόρη του Πελοπία, είτε βιάζοντάς την είτε αγνοώντας ο ένας την ταυτότητα του άλλου. Την προστασία της γυναίκας και το μεγάλωμα του παιδιού της ανέλαβε ο Ατρέας, χωρίς να γνωρίζει την ταυτότητα των δύο προσώπων, ότι δηλαδή ήταν η κόρη του αδελφού του και ο γιος του αδελφού του από την ίδια του την κόρη. Στο μεταξύ, ο Ατρέας ζήτησε από τους νεαρούς γιους του να του βρουν τον Θυέστη και να τον φέρουν στις Μυκήνες. Εκεί τον φυλάκισε και έβαλε τον Αίγισθο να τον σκοτώσει· όμως Θυέστης και Αίγισθος αναγνωρίστηκαν έγκαιρα ως πατέρας και γιος, ο Αίγισθος σκότωσε τον Ατρέα που τον είχε μεγαλώσει, αποκατέστησε τον φυσικό του πατέρα στον θρόνο και έδιωξε τους δυο γιους του, οι οποίοι κατέφυγαν στη Σπάρτη, όπου και παντρεύτηκαν τις δύο κόρες του Τυνδάρεου, ο Αγαμέμνονας την Κλυταιμνήστρα, ο Μενέλαος την Ελένη. (Εικ. 8, 9, 10, 11, 12)

    Σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου, ο Αίγισθος εκδικήθηκε τον θάνατο των αδελφών του εξυφαίνοντας τη δολοφονία του Αγαμέμνονα, γιου του Ατρέα, όντας εραστής της Κλυταιμνήστρας. (Εικ. 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27) Οι δομικές αντιστοιχίες είναι εμφανείς: Ατρέας - Αερόπη - Θυέστης, Αγαμέμνων - Κλυταιμνήστρα - Αίγισθος· δολοφονία των παιδιών του Θυέστη από τον αδελφό του πατέρα τους και θείο τους Ατρέα - δολοφονία του γιου του Ατρέα Αγαμέμνονα από τον εξάδελφό του Αίγισθο. Στο μεταξύ, είχε προηγηθεί η δολοφονία του ετεροθαλούς αδελφού των Πελοπιδών Θυέστη και Ατρέα με τη βοήθεια της μητέρας τους Ιπποδάμειας.

     

    Μια άλλη εκδοχή του μύθου δεν μιλά για κανένα από αυτά τα εγκλήματα που ήταν άγνωστα και στα ομηρικά έπη. Πάντως, σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η διαδοχή στην εξουσία έγινε ομαλά, τα σύμβολα της εξουσίας, το ηφαιστότευκτο σκήπτρο και η χρυσή προβιά, δόθηκαν στον πρωτότοκο Ατρέα. Εκείνος τα παραχώρησε στον αδελφό του Θυέστη, μέχρι να ενηλικιωθούν τα ανήλικα παιδιά του Αγαμέμνονας και Μενέλαος, κι εκείνος με τη σειρά του τα επέδωσε στον πρωτότοκο Αγαμέμνονα. Η ειρηνική αυτή διαδοχή (Ιλ., Β 100-108), που αντανακλά τον θεσμό των δύο βασιλέων στη Σπάρτη και επιβίωσε μέχρι την κατάκτηση της πόλης από τους Ρωμαίους, δεν εξυπηρετούσε πολιτικά τη μεταμυκηναϊκή εξουσία ούτε παρουσίαζε ενδιαφέρον για τους τραγικούς ποιητές του 5ου αι. π.Χ. Γι' αυτό διαμορφώθηκε μια δεύτερη εκδοχή, όπου η διαδοχή στην εξουσία γίνεται με τρόπο ανώμαλο· σε αυτό συμβάλλουν και γυναίκες.