Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Ὀλυμπιονίκαις (10.22-10.42)


ἄπονον δ᾽ ἔλαβον χάρμα παῦροί τινες, [στρ. β]
ἔργων πρὸ πάντων βιότῳ φάος.
ἀγῶνα δ᾽ ἐξαίρετον ἀεῖσαι θέμιτες ὦρσαν
Διός, ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος
25†βωμῷ ἑξάριθμον ἐκτίσσατο,
ἐπεὶ Ποσειδάνιον
πέφνε Κτέατον ἀμύμονα,

πέφνε δ᾽ Εὔρυτον, ὡς Αὐγέαν λάτριον [ἀντ. β]
ἀέκονθ᾽ ἑκὼν μισθὸν ὑπέρβιον
30πράσσοιτο, λόχμαισι δὲ δοκεύσαις ὑπὸ Κλεωνᾶν
δάμασε καὶ κείνους Ἡρακλέης ἐφ᾽ ὁδῷ,
ὅτι πρόσθε ποτὲ Τιρύνθιον
ἔπερσαν αὐτῷ στρατόν
μυχοῖς ἥμενον Ἄλιδος

Μολίονες ὑπερφίαλοι. καὶ μὰν ξεναπάτας [ἐπῳδ. β]
35Ἐπειῶν βασιλεὺς ὄπιθεν
οὐ πολλὸν ἴδε πατρίδα πολυ-
κτέανον ὑπὸ στερεῷ πυρί
πλαγαῖς τε σιδάρου βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας
ἵζοισαν ἑὰν πόλιν.
νεῖκος δὲ κρεσσόνων
40ἀποθέσθ᾽ ἄπορον.
καὶ κεῖνος ἀβουλίᾳ ὕστατος
ἁλώσιος ἀντάσαις θάνατον
αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν.


Λίγοι είναι εκείνοι που άκοπα κερδίσανε τη νίκη, [στρ. β]
που χαρίζει λάμψη στη ζωή μας πάνω από καθετί.
Του Δία οι θεσμοί με καλούνε τον έξοχο αγώνα να ψάλω,
που όρισε ο Ηρακλής πλάι στου Πέλοπα το αρχαίο μνήμα
25τους έξι εγείροντας βωμούς,
όταν τον Κτέατο σκότωσε,
τον άμωμο του Ποσειδώνα γιο,

κι όταν εσκότωσε τον Εύρυτο, για ν᾽ αναγκάσει τον αυθάδη Αυγεία, [αντ. β]
να του πληρώσει θέλοντας και μη για τη δουλειά του τον μισθό·
30μέσα στις λόχμες έστησε καρτέρι
κοντά στις Κλεωνές, στον δρόμο πάνω, και σκότωσε
και κείνους ο Ηρακλής,
γιατί κάποτε τον Τιρυνθιακό
του είχαν αφανίσει στρατό που είχε βάλει να μένει
στη βαθιά την Ήλιδα,

κείνοι οι υπερφίαλοι της Μολιόνης γιοι. Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός, [επωδ. β]
35κι ο βασιλιάς των Επειών που τους φίλους του εξαπατούσε
είδε την πλούσια πατρίδα του και τη γενέθλια πόλη
δια πυρός και σιδήρου
μες στο βαθύ το βάραθρο της συμφοράς
να βουλιάζει.
Μ᾽ έναν τρανότερο
40ποτέ δεν πρέπει να τα βάζεις.
Και κείνος ο απερίσκεπτος, στερνός
αντικρίζοντας την άλωση της πόλης
δεν ξέφυγε τον τραχύ θάνατο.