Μια άλλη οπτική για τον Άμλετ

Επίπεδο: Γ1 Δεξιότητα: Κατανόηση Προφορικού Λόγου
Πηγή: Μάκης Τρικούκης 2012. «Μια άλλη οπτική για τον Άμλετ». Νέα Εστία, 1832, σσ. 715-717.
Επικοινωνιακή γλωσσική δραστηριότητα:

Κατανόηση Προφορικού Λόγου

Τι πρέπει να ξέρει και τι μπορεί να κάνει ο εξεταζόμενος:

Εντοπισμός και συνδυασμός συγκεκριμένων πληροφοριών

Τύπος εξεταστικού ερωτήματος: Σημειώσεις
Λέξεις κλειδιά: Ρόλος, παρατηρητής, υπόθεση, πρόσωπο, φάντασμα, Σαίξπηρ, Οράτιος
Πεδίο:
Προσωπικό Επαγγελματικό
Δημόσιο Εκπαιδευτικό
Θέμα:
1. Γλώσσα
2. Εκπαίδευση
3. Ελεύθερος χρόνος, Διασκέδαση
4. Επαγγελματική ζωή
5. Καθημερινή ζωή
6. Καιρός
7. Κοινωνικοπολιτική δομή
8. Προσωπικά στοιχεία
9. Σπίτι, κατοικία, περιβάλλον
10. Σχέσεις με άλλους ανθρώπους
11. Ταξίδια
12. Τόποι
13. Φαγητό και ποτό
14. Ψώνια
15. Υγεία και σωματική φροντίδα
16. Υπηρεσίες
Είδος κειμένου:
Άρθρο Λαογραφικό
Αφήγηση Λογοτεχνικό
Βιογραφικό Ομιλία
Διαφήμιση Περιγραφικό
Δοκίμιο Συνέντευξη
Επιστολή Συνταγή
Θεατρικό Συζήτηση
Ιστορικό Άλλο
Επίπεδο ύφους:
Φιλικό Τυπικό
Ενδιάμεσο  

Κείμενο

Μια άλλη οπτική για τον Άμλετ

Ομιλητής: Να θελήσει κανείς να ερευνήσει το έργο του Σαίξπηρ μοιάζει με θαλασσοπορία σε ωκεανό ή περιπλάνηση σε ατέλειωτο δάσος• δεν έχω τέτοια πρόθεση, όσα ακολουθούν αποτελούν απλώς παρατηρήσεις και σκέψεις ενός αναγνώστη της σαιξπηρικής δραματουργίας, περιορίζονται άλλωστε σε ένα μόνο έργο, τον Άμλετ, το οποίο και προσεγγίζεται από μια ιδιαίτερη σκοπιά, εκείνη ενός από τα πρόσωπα του δράματος, του Οράτιου.

Γιατί όμως του Οράτιου; Το πρόσωπο αυτό τραβούσε πάντα την προσοχή μου και η έλξη δεν οφειλόταν τόσο στα στοιχεία που δίνονται για αυτό, όσο σε εκείνα που υπονοούνται, δημιουργώντας γύρω του κλίμα μυστηρίου και περιβάλλοντάς το με κάποια αχλύ, περισσότερα μάλιστα ερωτηματικά προκαλούν κάποτε τα δικά του λόγια, και ας είναι οι διατυπώσεις του εξαιρετικά ακριβόλογες. Αναφέρομαι σε εντυπώσεις προσωπικές για να εξηγήσω απλώς το κίνητρό μου, δεν είναι ωστόσο αυθαίρετες, τις προκάλεσε το ίδιο το έργο, μπορώ μάλιστα να πω ότι αυτή η κάπως απροσδιόριστη εικόνα του συγκεκριμένου προσώπου αποτελεί και αυτή μέρος του καλλιτεχνικού σχεδίου, ότι ο δραματουργός θέλησε σκόπιμα την παρουσία ενός μυστηριώδους χαρακτήρα. Τα χνάρια και τη λογική αυτού του σχεδίου θα αναζητήσουμε στο κείμενο αυτό.

Ο Οράτιος ξεχωρίζει πράγματι από όλα τα άλλα πρόσωπα του δράματος• είναι κατ’ αρχήν ο μόνος που η παρουσία του διαπερνά το έργο ολόκληρο, από την αρχή ως το τέλος, και ο μόνος που επιβιώνει, όταν όλοι οι άλλοι είναι νεκροί. Τον μακάβριο χορό ανοίγει ο Πολώνιος και τον ακολουθεί η κόρη του, η Οφήλια• ύστερα οι θάνατοι θα έρθουν απανωτά: Γερτρούδη, Κλαύδιος, Λαέρτης και Άμλετ, θα βρουν το θάνατο ο ένας μετά τον άλλο μέσα σε λίγα λεπτά. Νωρίτερα ο Άμλετ είχε προαγγείλει στον Οράτιο τη θανάτωση του Ρόζενκραντς και του Γύλδενστερν στην Αγγλία περιμένοντας απλώς την επιβεβαίωσή της, όταν όμως θα τη φέρουν οι Άγγλοι πρεσβευτές θα είναι και ο ίδιος νεκρός. Μόνος πλέον ο Οράτιος στη σκηνή θα υποδεχθεί τον Φορτεμπράς, που γυρίζει νικητής από την Πολωνία, και τους Άγγλους πρεσβευτές, που συνέπεσαν. Ριζικά διαφορετικός είναι όμως και ο ρόλος του• όλοι όσοι έπεσαν νεκροί είχαν εμπλακεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στις δραματικές εξελίξεις, μετατρεπόμενοι άλλοι συνειδητά και άλλοι ακούσια σε γρανάζια του «μηχανισμού» τους και μόνο αυτός στάθηκε παράμερα, παρατηρητής και κάποτε σχολιαστής όσων συνέβαιναν. Παρ’ όλα αυτά θα ήταν λάθος να συμπεράνουμε ότι η παρουσία του δεν συμβάλλει στην εξέλιξη του έργου, κάθε άλλο. Κάποτε μάλιστα η συμβολή του στην κίνηση της πλοκής είναι σημαντική, κάτι που δεν ταυτίζεται ωστόσο με την εμπλοκή στις δραματικές εξελίξεις. Αυτός ουσιαστικά ανοίγει και αυτός κλείνει το έργο, εμφανίζεται στη σκηνή λίγο μετά το σήκωμα της αυλαίας και, λίγο πριν αυτή πέσει, συνοψίζει κατά κάποιο τρόπο το δράμα. Μα ποιος είναι τέλος πάντων ο Οράτιος;

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Είναι βέβαια αυτονόητο πως την περίπτωσή του δεν μπορούμε να την εξετάσουμε αποσπασμένη από την όλη πλοκή του έργου, είμαστε συνεπώς υποχρεωμένοι να την παρακολουθήσουμε• έτσι πάντως θα μας δοθεί η ευκαιρία να δούμε και τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο στήνει ο Σαίξπηρ το δράμα. Ο Οράτιος είναι το πρόσωπο που έχει δει το φάντασμα του πεθαμένου βασιλιά της Δανίας, πριν καν το δει ο νεαρός Άμλετ, που θα πληροφορηθεί την εμφάνισή του από αυτόν. Το έχουν βέβαια δει νωρίτερα οι φρουροί της νυχτερινής βάρδιας Βερνάρδος και Μάρκελος, όταν εμφανίστηκε τα δυο προηγούμενα βράδια βουβό στον προμαχώνα του Πύργου, οι εμφανίσεις όμως εκείνες, δεν αναπαρίστανται, τις αναφέρουν απλώς οι φρουροί στον Οράτιο. Στην πρώτη εμφάνιση του φαντάσματος στη σκηνή είναι και αυτός παρών, καλεσμένος ειδικά από τους φρουρούς, στη δε παρουσία του δίνεται κάποια έμφαση. Ακούγοντας ο Βερνάρδος, που έχει φτάσει νωρίτερα, να έρχεται και ο Μάρκελλος, αλλά μη διακρίνοντας στο σκοτάδι, τον ρωτά αν είναι μαζί τους και ο Οράτιος. Την απάντηση τη δίνει ο τελευταίος: «ένα μέρος του» λέει.

Δεν πρόκειται για απλό λογοπαίγνιο• στα έργα του Σαίξπηρ οι λέξεις έχουν τόση σημασία όση η σκηνική αναπαράσταση των γεγονότων, θα έλεγα πως έχουν τη βαρύτητα που μόνο την ποίηση και την πεζογραφία χαρακτηρίζει. Η συγκεκριμένη απάντηση μοιάζει διχασμένη ανάμεσα στην επιβεβαίωση και την αμφισβήτησή της, πιο σημαντικό ωστόσο είναι ότι ο διχασμός δεν εκδηλώνεται μόνο με τα περιεχόμενο αλλά και με τη μορφή της απάντησης• αυτός που μιλά αναφέρεται στον εαυτό του όχι σε πρώτο αλλά σε τρίτο πρόσωπο, διχασμένος είναι ο ίδιος ο Οράτιος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο διχασμός του προαγγέλλει την ιδιαίτερη και ιδιόμορφη στάση που θα κρατήσει σε όλη τη διάρκεια του έργου. Εκείνο πάντως που έχει σημασία ετούτη τη στιγμή είναι πως, από το διάλογο με τους φρουρούς που ακολουθεί, γίνεται σαφές ότι ήρθε μεν και αυτός αλλά μόνο σωματικά, όχι και ψυχικά, ήρθε έχοντας σοβαρές επιφυλάξεις κατά πόσο τα προηγούμενα βράδια εμφανίστηκε πράγματι φάντασμα και αν θα εμφανιστεί και πάλι. Αυτό που οι φρουροί χαρακτηρίζουν φοβερό θέαμα, αυτός το θεωρεί απλή φαντασίωσή τους. Δεν είναι απλοϊκός άνθρωπος ο Οράτιος να πιστεύει σε φαντάσματα, είναι σπουδαγμένος, γι’ αυτό άλλωστε τον κάλεσαν, μήπως μπορέσει να το κάνει να μιλήσει. Μόνο όταν το δει, θα πει: «Δεν θα το πίστευα χωρίς την αισθητή, πιστή βεβαίωση των ματιών μου» • ως σπουδαγμένος ήθελε άμεση αισθητηριακή αντίληψη για να πιστέψει. Με όλα όμως αυτά ο Σαίξπηρ δεν δίνει μόνο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός προσώπου του: τον εκλεπτυσμένο του λόγο, τον σκεπτικισμό και τις λογοκρατικές του αντιλήψεις, κάνει ταυτόχρονα αποδεκτή μια ιστορία με φάντασμα ακόμη και από τους πιο καλλιεργημένους και επιφυλακτικούς σε τέτοια θέματα θεατές του.