ΔΕΣΠΟΙΝΙΣ ΕΤΩΝ 39 (απόσπ. 1ο)

Επίπεδο: Γ1 Δεξιότητα: Κατανόηση Προφορικού Λόγου
Πηγή: ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΣ, ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
Συγγραφέας: ΑΛΕΚΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ & ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ηθοποιοί: ΧΡΗΣΤΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ, ΝΙΤΣΑ ΤΣΑΓΑΝΕΑ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΑΓΑΝΕΑΣ, ΙΛΙΑ ΛΙΒΥΚΟΥ, ΝΑΝΤΙΑ ΧΩΡΑΦΑ, ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΠΑΠΠΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΛΙΑΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Κείμενο

ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ: Ταχυδρόμος! Τηλέμαχος Καραντάρης!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ (ξαδέρφη του Τηλέμαχου και της Χρυσάνθης, με την οποία είναι και συνονόματες): Εδώ είναι…
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ: Τηλεφωνική πρόσκληση. Μια υπογραφούλα παρακαλώ…
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Μάλιστα
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ: Ευχαριστώ…Αντίο σας!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Αντίο σας!

{έρχεται ο Σταμάτης, φίλος του Τηλέμαχου}

ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Καλημέρα κ.Χρυσάνθη!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Καλώς τον κ.Σταμάτη…Κοπιάστε!
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ο Τηλέμαχος?
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Μου είπε να τον περιμένετε…
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Τι νέα? Πως την βλέπεται την Αθήνα μας?
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Μήπως έρχομαι για 1η φορά? Όταν ζούσε ο μακαρίτης ο άντρας μου για ψύλλου πήδημα τσούπ στην Αθήνα.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Σεις όμως κ.Χρυσάνθη μου χηρέψατε νωρίς και δεν ξαναπαντρευτήκατε
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Να σας πω οι άνθρωποι δεν είναι πλασμένοι να ζούνε σαν τους κούκους. Γιατί δεν ξαναπαντρεύτηκα? Γιατί στη ζωή μια φορά μπορεί κανείς να βρει το ταίρι του.

{μπαίνει στο σπίτι ο Τηλέμαχος}

ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Γεια σας! Ήρθες Σταμάτη μου?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Εδώ είμαι…
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Χρυσάνθη πάρε αυτά τα λουλουδάκια…βάλτα στα βάζα…
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Λουλούδια, μεζεδάκια…μήπως έχετε καμιά γιορτή?
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Όχι βρε αδερφέ…μπα γιορτή… περιμένουμε κάτι ξένους. Να ’μαστε κάπως της ανθρωπιάς. Να υπάρχει και κανένα ουζάκι κατάλαβες?
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Α σου φέρανε μια τηλεφωνική πρόσκληση.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Ε? Καλαμάτα για τις 12:00.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Εμένα με συγχωρείτε ε?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Εεε βέβαια. Δεν της είπες τίποτα της ξαδέρφης σου?
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Όχι! Και πως θα γίνει τώρα που στις 12:00 θα έρθει ο ένας από τους δυο?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ε πετιέσαι μια στιγμή με ένα ταξί. Άλλωστε εγώ εδώ θα ‘μαι βρε αδερφέ..
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Ώστε σήμερα είναι μεγάλη μέρα ε?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Για να δούμε τι σόι άνθρωπος είναι…
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Βρε ότι ναναι… Το σόι θα κοιτάξουμε τώρα?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ο ένας είναι συνταξιούχος. Ο άλλος τι να σου πω βρε παιδί μου…μου φάνηκε λίγο τρελός.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Σωθήκαμε αυτός θα την πάρει. Δηλαδή είναι τρελός για τα σίδερα?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Όχι βρε αδερφέ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Ξέρω γω? Μην αρπάξει κανένα ταψί και δεν αφήσει κεφάλι για κεφάλι εδώ μέσα.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Είναι έλληνας εγκατεστημένος χρόνια στην Αργεντινή. Ήρθε εδώ για να παντρευτεί με ελληνίδα, από καλό σπίτι, νοικοκυρά. Τρέχει λοιπόν και τις βλέπει όλες.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Τις βλέπει όλες όλες όλες???
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ναι!
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Ε λοιπόν ο συνταξιούχος θα την πάρει.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ε τι να σου πω κοντός ψαλμός αλληλούια.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Και πως τα κανόνισες?
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Του ενός του είπα να έρθει στις 11:00 και του αλλουνού στις 12:00.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Μια ώρα είναι αρκετή. Να η νύφη κύριε, να και το τριώροφο. Φαίνεται απ’ το μπαλκόνι. Και όσο για τις λίρες…Ε λίρες είναι. Απ’τη μια μεριά τ’αλόγατα και απ’την άλλη εκείνος με το μούσι.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Μα η Χρυσάνθη που είναι δεν τη βλέπω?
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Εκτελούνται επισκευές Σταμάτη.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Δηλαδή?
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Εεε…Έραψε 1-2 φουστανάκια παρδαλούτσικα, τα φόρεσε το καημένο, ήταν χειρότερη πανάθεμα της απ’ότι την ξέραμε. Την έστειλα λοιπόν με τη Φωφώ να πάνε σε κανένα κομμωτήριο να της βάψουνε λίγο τα μαλλιά, να της φτιάσουνε τα νύχια, να της πατήσουνε και κανένα σιδέρωμα στη μούρη, να την περάσουμε και καμιά ρεπουλίνα που λένε, γιατί κοτσάραμε βλέπεις εκείνο το 39 κατάλαβες? Και τρέμει η ψυχή μου ρε Σταμάτη. Τρέμει η ψυχή μου μην έρθουν αυτοί οι δυο και άμα τη δούνε, αρπάξει ο συνταξιούχος αγκαζέ τον τρελό και πλακώσουν τις πιλάλες…
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Βρε αδερφέ όλο τον κατακλυσμό φέρνεις.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Δεν έπρεπε να βάλουμε ηλικία Σταμάτη…Δεν έπρεπε βρε παιδί μου…Φοβάμαι μήπως μας πούνε 39 ετών εδώ…Αυτή είναι 39 προ Χριστού.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Άμα λες 39 οι άλλοι δεν είναι βλάκες. Καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για μια κάπως μεγάλη γυναίκα. Ξέρεις τι λέω? Μια και παίρνει η ώρα να πεταχτώ να πατήσω ένα ξυρισματάκι, να φτιάξω και λίγο τα μαλλιά μου για να είμαι και εγώ ανάλογος των περιστάσεων…
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Ε και γω να πεταχτώ μια στιγμή στο μαγαζί να πάρω κάτι λογαριασμούς να δω τι διάολο θα πω σ’αυτό το τηλεφώνημα. Προχώρα και έφτασα.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Εντάξει. Γειά.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Χρυσάνθη! Χρυσανθούλα!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Φώναξες?
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ: Έχε το νου σου στο σπίτι γιατί εμείς φεύγουμε.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Καλά, καλά, καλά…

{χτυπάει το κουδούνι}

ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Ποιος είναι?
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Καλημέρα Σας!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Καλημέρα Σας κύριε…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Είναι εδώ του κ.Καραντάρη? Του κυρίου Τηλεμάχου Καραντάρη?
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Εδώ είναι το σπίτι του. Ορίστε περάστε.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Αν μου επιτρέπετε θα τον περιμένω.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Σας παρακαλώ…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ευχαριστώ πάρα πολύ!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Μα τι πάθατε?
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ωωω τίποτα…Να καθώς ανέβαινα τη σκάλα πιάστηκα σ’ένα καρφί και σκίστηκα.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Πω πω…! Καινούργιο κουστούμι…Περιμένετε μια στιγμή να σας το πιάσω λιγάκι. Εεε πώς θα βγείτε έξω? Μια στιγμή να φέρω μια βελόνα. Βγάλτε το σακάκι σας…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ωωω! Με σκλαβώνετε…
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Δώστε μου το…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ορίστε!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Α! Έτσι ναι…Εργένης είστε?
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Αχχχ…δυστυχώς…
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Ε για να μην παντρευτείτε θα πει πως το θέλατε.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Αχχχ…να σας πω. Κάποτε όταν ήμουνα νέος τη φοβόμουνα την παντρειά. Νόμιζα πως θα έχανα την ελευθερία μου. Τα χρόνια όμως περάσανε και μ’αποδείξανε ότι έκανα ένα τεράστιο λάθος. Είναι αδύνατο ένας άντρας να ζήσει χωρίς τη συντροφιά και τη στοργή μιας γυναίκας. Τώρα θα μου πείτε αργά το σκέφτηκα…
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Εεε…κάλιο αργά παρά ποτέ…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ναι, ναι…Αχχ ας ελπίσουμε ότι ο θεός θα φροντίσει και για μας τους μαγκούφηδες.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Αμήν.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Αλλά δεν φανταζόμουνα ότι με την πρώτη γνωριμία Σας, θα Σας έβαζα σε τέτοιο μπελά.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Καλέ τι μπελάς? Να έτοιμο είναι.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ευχαριστώ! Ο κ.Τηλέμαχος θ’αργήσει?
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Προ ολίγου βγήκε και είπε πως θα γυρίσει.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Α ξέρετε εγώ φταίω. Το ραντεβού μου ήταν για τις 11:00 αλλά επειδή μου έτυχε κάτι απρόοπτο είπα να περάσω νωρίτερα. Πάντως κάντε μου τη χάρη να του πείτε ότι ο κύριος…ο κύριος που περίμενε στις 11:00 θα ‘ρθει μετά τις 12:00.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Όπως θέλετε…
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Και σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Η καλοσύνη σας και η προθυμία σας μου έκαναν κατάπληξη! Ήταν ευτύχημα που σκίστηκα και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να εκτιμήσω άμεσα και τη νοικοκυροσύνη σας και την ευγένειά σας.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Ελάτε δα…δεν έκαμα και τίποτα σπουδαίο.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Πως, πως, πως…! Με συγχωρείτε για την παράλειψη, Κρίτων Στεφανής.
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Χαίρω πολύ. Χρυσάνθη Καραντάρη.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ: Ξέρω, ξέρω, ξέρω…Λοιπόν αντίο σας και θα ξανάρθω οπωσδήποτε. Οπωσδήποτε!
ΧΡΥΣΑΝΘΗ: Αντίο σας! Αχ θεέ μου τι γλυκομίλητος…Συμπαθέστατος άνθρωπος. Πολύ καθωσπρέπει!