Γλωσσολογικοί όροι

Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Υ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Όρος/θέμα Παραπομπές Πεδίο Αγγλικά
αποκρεολοποίηση κοινωνιογλωσσολογία, γλωσσική επαφή decreolization
απόκτηση της γλώσσας ψυχογλωσσολογία language acquisition
απόκτηση της γλώσσας: ηλικία απόκτηση της γλώσσας, ψυχογλωσσολογία language acquisition: age
απολεκτική πράξη πραγματολογία perlocutionary act
απόλυτα συνώνυμα σημασιολογία, κοινωνιογλωσσολογία absolute synonyms
απόλυτα συνώνυμα στην καθαρεύουσα σημασιολογία, κοινωνιογλωσσολογία absolute synonyms in katharevousa
αποφαντική πρόταση σημασιολογία, σύνταξη declarative sentence
αποφατική πρόταση σύνταξη, σημασιολογία negative clause
αποφρακτικό σύμφωνο φωνητική obstruent consonant
αποφωνία φωνητική, φωνολογία, ιστορική γλωσσολογία apophony
άποψη σημασιολογία aspect
απρόσωπα ρήματα σύνταξη impersonal verbs
απρόσωπες εκφράσεις σύνταξη impersonal phrases
αργκό κοινωνιογλωσσολογία argot
άρθρο μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη article
αρθρωτής φωνητική articulator
αρθρωτικά όργανα φωνητική articulatory organs
αρθρωτική φωνητική φωνητική articulatory phonetics
αριθμήσιμα - μη αριθμήσιμα ουσιαστικά μορφολογία, σημασιολογία countable/non-countable nouns
αριθμητικά μορφολογία, σημασιολογία numerals
αριθμοί και γλώσσα στην ανθρώπινη επικοινωνία γενική γλωσσολογία, σημειωτική, επικοινωνία numbers and language in human communication
αριθμός μορφολογία, σημασιολογία, σύνταξη number
αριθμός λέξεων μιας γλώσσας λεξικολογία, σημασιολογία number of words in languages
αριθμός λέξεων στην πρόταση και κατανοησιμότητα σύνταξη, απόκτηση της γλώσσας, εκμάθηση της γλώσσας number of words in a sentence and comprehensibility
αριθμός λέξεων των μορφωμένων λεξικολογία, σημασιολογία number of words of educated people