Σμύρνη

Πόλη χαμένη και ξανακερδισμένη

Συγκρότηση ενότητας: Καλλιόπη Μακαρώνη

Μπεζεστένια-Τσαρσιά-Χάνια Μπεζεστένια-Τσαρσιά-Χάνια

Στα παζάρια και τα λαϊκά ξενοδοχεία χτυπάει η καρδιά της ανατολίτικης Σμύρνης. Πόλη με μεγάλη εμπορική κίνηση και αθρόα προσέλευση ξένων επισκεπτών, η Σμύρνη ανέπτυξε ανάλογη ποικιλία υποδομών έτσι ώστε να μπορεί να διευκολύνει την αποθήκευση και τη διάθεση εμπορευμάτων αλλά και να φιλοξενεί τους ξένους εμπόρους, που έρχονταν ειδικά γι’ αυτό το σκοπό.
Τα μπεζεστένια ήταν μεγάλες κλειστές στοές, ασφαλισμένες με σιδερένιες πόρτες οι οποίες τη νύχτα έκλειναν. Είχαν στέρεα στέγη με γυάλινους θόλους, για να μπαίνει το φως στις σειρές των ενοικιαζόμενων μαγαζιών. Στα μπεζεστένια στεγάζονταν τα σαράφικα (ανταλλακτήρια ξένων νομισμάτων), τα χρυσοχοεία και τα κοσμηματοπωλεία, τα τσοχατζήδικα (καταστήματα υφασμάτων, ιδιαίτερα μεταξωτών), αλλά και ραφτάδικα, ψιλικατζίδικα, γαλακτοπωλεία και ζαχαροπλαστεία. Οι ενοικιαστές των μαγαζιών ήταν κυρίως Έλληνες, Εβραίοι και Αρμένιοι.
Τα τσαρσιά (από το τουρκικό çarşi), ήταν στεγασμένες, σκεπαστές αγορές λιανικού και χονδρικού εμπορίου, με μαγαζιά δεξιά αριστερά του δρόμου. Τα μαγαζιά είχαν είτε κεραμοσκεπές ή πέτρινους θόλους, ή ήταν ημισκεπαστά με φωταγωγούς, για να εξαερίζονται και να φωτίζονται. Δεν διέθεταν την «πορτάρα» των μπεζεστενιών τη νύχτα, αλλά ασφαλίζονται ατομικά από τους ιδιοκτήτες τους. Το κάθε ένα χωριστά είχε διαφορετική ονομασία, σύμφωνη με το είδος που πωλούσε, όπως λόγου χάρη το Ιντζίρ τσαρσί, όπου έβρισκε κανείς τα φημισμένα αποξηραμένα σύκα της Σμύρνης. Το μεγαλύτερο ήταν το Αραπιάν τσαρσί που εκτεινόταν στο βορρά από τις πορτάρες των μπεζεστενιών και έφτανε ως το Παραλλέλι και την Προκυμαία. Σ’ αυτό συγκεντρωνόταν το χονδρεμπόριο των μπακάλικων, διαθέτοντας αφθονία τυριών και ψαριών.
Τέλος, τα παζάρια, ήταν ασκέπαστες, υπαίθριες λαϊκές αγορές, που γίνονταν κυρίως σε πλατείες, ή αλλιώς στα μεϊντάνια και σε σταυροδρόμια. Συγκεντρώνονταν έμποροι για να πουλήσουν την πραμάτεια τους, την οποία είτε μάζευαν τη νύχτα κι έφευγαν, είτε την ανάθεταν στη φύλαξη των μπεξήδων (φύλακες) και των πασβάντηδων (νυκτοφύλακες). Το κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν η δυνατότητα διαπραγμάτευσης της τιμής μεταξύ πωλητή και πελάτη, το γνωστό μας παζάρεμα. Στο Bit Pazari (παλιατζίδικα και ρούχα μεταχειρισμένα) υπερτερούσαν αριθμητικά οι Τούρκοι ενώ στο Odun (αγορά καυσόξυλων) οι Έλληνες. Στα παζάρια βρίσκεται η οδός Kemeralti, υπαρκτή και σήμερα.
Τα χάνια ήταν ξενώνες μέσα στις αγορές. Χρησίμευαν για τη φιλοξενία περιηγητών, πραματευτών και εμπόρων, κυρίως προερχόμενων από το εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για να εξυπηρετούν την είσοδο των καραβανιών και των φορτωμένων καμήλων, είχαν θύρα μεγάλη σε ύψος και σε φάρδος, οντάδες για να διανυκτερεύουν οι ταξιδιώτες, αποθήκες για τα εμπορεύματα και στάβλους για τα ζώα. Το μεγαλύτερο απ’ αυτά ήταν το Βεζύρ Χάνι, διώροφο και λιθόκτιστο. Είναι το χάνι που περιγράφεται γλαφυρότατα στο Λουκή Λάρα του Δημήτριου Βικέλα.
Σε συνδυασμό με την ενότητα των Μεγάλων Ταβερνών, να αξιολογήσετε τις εμπορικές δραστηριότητες ως κοινωνικό προϊόν της αστικής δομής της Σμύρνης. Έπειτα, δίνοντας έμφαση στα τραγούδια της ενότητας, να μελετήσετε το ρόλο της λαϊκής ψυχαγωγίας ως εκδήλωσης της ραθυμίας της Ανατολής. Να παρατηρήσετε τη μείξη δυτικής και ανατολίτικης τεχνοτροπίας στη σμυρναίικη μουσική. Να επικεντρώσετε την προσοχή σας στο κείμενο του Μεχμέτ Τζοράλ, στο οποίο δίνονται εικόνες από τη σύγχρονη Σμύρνη και ιδιαίτερα την περιοχή του Kemeralti ως το σταθμό του Μπασμαχανέ. Να βρείτε και να συγκρίνετε άλλες πόλεις που είτε περιλαμβάνονται στην περιήγηση, είτε όχι, στις οποίες σώζονται ανάλογα εμπορικά κτίσματα όπως οι σκεπαστές αγορές και τα παζάρια.

Μετάβαση στο σημείο: Μπεζεστένια-Τσαρσιά-Χάνια