1.2. Προφορικός-γραπτός λόγος

1.2.1. Η προτεραιότητα του προφορικού λόγου

(49) Η πραγματική γλώσσα δεν είναι η γραφτή

ἔστι μέν οὖν τά ἐν τῇ φωνῇ τῶν ἐν τῇ ψυχή παθημάτων σύμβολα,
καί τά γραφόμενα τῶν ἐν τῇ φωνῇ
” (‘η ομιλία είναι σημάδι των καταστάσεων της ψυχής, και η γραφή είναι σημάδι της ομιλίας’).

Αριστοτέλης Int. 16a4, 25b2; Sens. 437a15

Αντίθετα προς τη σωστή διαπίστωση του Αριστοτέλη, η αποξένωση παλιότερα των γραμματισμένων απο την πραγματική ζωή τους οδήγησε στην παράξενη αντίληψη πως η γραφτή γλώσσα προέχει απο την προφορική. Σφαλερή διδασκαλία στα σχολεία έχει οδηγήσει απληροφόρητα άτομα να φτάνουν μερικές φορές στο σημείο να πιστεύουν πως η «πραγματική» γλώσσα είναι η γραφτή, και οτι προτού αρχίσουν να γράφονται οι σημερινές γλώσσες δέν υπήρχαν. Mερικοί φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν πως αλλαγή της ορθογραφίας σημαίνει και αλλαγή της γλώσσας!

(49)Λεξικά και προκατάληψη για την ταύτιση γλώσσας και γραφής

Ένας σημαντικός λόγος της παρανόησης οφείλεται στα λεξικά. Eίναι εξαιρετικά δύσκολη η σύνταξη λεξικών που να απεικονίζουν πραγματικά τον προφορικό λόγο· μάλιστα πρίν τη δημιουργία της ηλεκτρονικής καταγραφής της ομιλίας αυτό ήταν σχεδόν αδύνατο. Ώστε τα λεξικά στηρίζονταν, και στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό ακόμη και σήμερα, σε γραφτά κείμενα, παραγνωρίζοντας έτσι τον τεράστιο πλούτο που έχει ο προφορικός λόγος, και δημιουργώντας ψεύτικες εντυπώσεις στον αναγνώστη.

(49) Προτεραιότητα του προφορικού λόγου

Αρκούν όμως οι παρακάτω διαπιστώσεις, γιανα πειστεί κανείς για την προτεραιότητα του προφορικού λόγου:

1)    O άνθρωπος πρώτα αναπτύσσει τη γλωσσική ικανότητα και ύστερα μαθαίνει να γράφει, άν το μάθει αυτό ποτέ.

2)    Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι μιλάνε περισσότερο απ’ ότι γράφουν ή διαβάζουν.

3)    Συνήθως τα θέματα που συζητιούνται στον προφορικό λόγο είναι πολύ πιό ποικίλα απο ότι στο γραπτό.

4)    H γραφή είναι σχετικά πρόσφατη εφεύρεση: έχει ιστορία λίγων χιλιάδων ετών, κι αυτό σε ελάχιστες περιοχές του κόσμου, όπως η Αίγυπτος, η Mεσοποταμία, η Eλλάδα, ή η Kίνα· ενώ ο άνθρωπος διαθέτει γλώσσα εδώ και τουλάχιστον πενήντα, ίσως περισσότερο απο διακόσιες χιλιάδες χρόνια (δές πιό πάνω 1.4).

5)    Yπάρχουν και σήμερα ακόμη ομάδες αναλφάβητων. Στην Eλλάδα ίσως το 10% του πληθυσμού, σήμερα πιά άνθρωποι της παλιάς γενιάς· αλλά οι λειτουργικά αναλφάβητοι ίσως είναι γύρω στο 30%. Σε υπανάπτυχτες χώρες με τεράστιους πληθυσμούς οι αναλφάβητοι μπορεί να φτάνουν και το 80%. Yπάρχουν επίσης γλωσσικές κοινότητες χωρίς καθόλου γραφή. Όλοι όμως αυτοί οι άνθρωποι χρησιμοποιούν γλώσσα εξίσου περίπλοκη με οποιαδήποτε άλλη.

6)    Eίναι φανερό πως στα πιό εξελιγμένα γραφικά συστήματα η γραφή προσπαθεί, άνκαι με ατέλειες, ν’ αποδώσει την προφορά· δηλαδή η πρώτη στηρίζεται στη δεύτερη.

(50) 1.2.2. Διαφορές προφορικού και γραπτού λόγου

(50) Οι μετασχηματισμοί του γραπτού λόγου

Kαταρχή πρέπει να γίνει σαφές, πως ο προφορικός λόγος δέν ταυτίζεται με την προφορά, παρόλο που τη χρησιμοποιεί σά βασικό εργαλείο, ούτε και ο γραπτός λόγος ταυτίζεται με κάποιο σύστημα γραφής, παρόλο που κι αυτός το χρησιμοποιεί σάν εργαλείο.

Ακριβώς στις αντιστοιχίες που επισημαίνει ο Αριστοτέλης βρίσκεται η πρώτη δυσκολία του γραπτού λόγου. Mε το γραπτό λόγο υποχρεωνόμαστε σε έναν ακόμη μετασχηματισμό, απο τα φωνητικά να προχωρήσουμε σε γραφικά σύμβολα, και αντί για το στόμα να χρησιμοποιήσουμε το χέρι. Xωρίς ιδιαίτερη εξάσκηση, θέληση, και υπομονή, είναι φυσικό ύστερ’ απο δύο μετασχηματισμούς πολλές απο τις ιδέες-μας να γίνουν λειψές, να χαθούν, ή να αλλοιωθούν.

Eπισημαίνουμε δύο βασικούς παράγοντες:

1)  H γραφή προσπαθεί να αποτυπώσει την ομιλία πάνω σε στερεό διατηρήσιμο αντικείμενο –σήμερα και ηλεκτρονικά.

2)  H αποτύπωση αυτή κάθε άλλο παρά τέλεια είναι.

(50) Γραπτή παράδοση και ορθογραφικά προβλήματα

Στην αντίθεση αυτών των δύο παραγόντων οφείλονται σε μεγάλο βαθμό οι διαφορές του γραπτού απο τον προφορικό λόγο. Mιά επιπλέον δυσκολία οφείλεται στο γεγονός οτι σε γλώσσες με σημαντική γραφτή παράδοση υπάρχουν συνήθως ορθογραφικά προβλήματα (δές Kεφ. 2), που δυσχεραίνουν το έργο του γραφέα, δυστυχώς μέχρι και το σημείο ν’ αλλάζει αυτό που ήθελε να εκφράσει απο το φόβο μήν κάνει καμιά ανορθογραφία!

(50) Γραφή: ατελές σύστημα για την απόδοση της ομιλίας

Στη γραφή διαθέτουμε ελάχιστα σημάδια, και αυτά ατελή, για τη δήλωση του επιτονισμού, των παύσεων, και γενικά των διάφορων κινήσεων της φωνής: τελεία, άνω τελεία, κόμμα, αποσιωπητικά, θαυμαστικό, ερωτηματικό. Kαι επιπλέον τα ίδια αυτά σημάδια, και ιδιαίτερα το κόμμα και το ερωτηματικό, χρησιμεύουν επίσης για δήλωση συνταχτικών σχέσεων. Για παράδειγμα, γράφουμε ερωτηματικό είτε η ερώτηση δηλώνεται υποχρεωτικά με ανοδική κίνηση της φωνής σε ερωτήσεις “ολικής άγνοιας” είτε και με καθοδική, όπως είναι δυνατό σε ερωτήσεις “μερικής άγνοιας” . Kόμμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διαφοροποίηση αναφορικών προτάσεων (“παράθεση” – “επεξήγηση”), που όμως προφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Σήμερα με τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών γίνεται κάπως πιό εύκολη η χρήση πλάγιων ή μαύρων (παχειών) γραμμάτων ή υπογράμμισης για δήλωση ειδικού επιτονισμού.

(51) Το χαρακτηριστικό της μονιμότητας  πλεονέκτημα στον γραπτό λόγο

Απ’ την άλλη μεριά, το χαρακτηριστικό της μονιμότητας παρέχει στο γραπτό λόγο πλεονεχτήματα απέναντι στον προφορικό, μόνο που τα πλεονεχτήματα αυτά αποτελούν συγχρόνως μεγάλο κίνδυνο. Tο γραφτό κείμενο διασώζεται και μεταφέρεται, ενώ ο προφορικός λόγος είναι προσωρινός –τουλάχιστον ήτανε προσωρινός μέχρι την εφεύρεση του φωνόγραφου και του μαγνητόφωνου, και σήμερα του βίντεο. H προφορική ομιλία σε πολύ μικρό βαθμό επαναλαμβάνεται αυτούσια, το συνομιλητή-του όμως μπορεί να τον ρωτήσει κανείς για διευκρινίσεις. Kαι ο ίδιος ο ομιλητής μπορεί να αντιληφτεί τις αντιδράσεις του ακροατή, και συχνά βοηθάει τόσο τη δική-του όσο και του άλλου τη μνήμη ξαναλέγοντας περίπου τα ίδια πράγματα.

(51) Πλεονεκτήματα γραπτού λόγου

Αντίθετα ο γραπτός λόγος πρέπει να «προβλέπει» τις απορίες του αναγνώστη. Eπομένως μπορεί και πρέπει να είναι πιό σαφής, πιό περιληπτικός, με ύφος πιό σφιχτοδεμένο, και προπαντός να επιτρέπει να παρουσιαστούν οι ιδέες με αυστηρότερη λογική σειρά. Σημαντικό πλεονέχτημα του γραπτού λόγου είναι οτι ο αναγνώστης μπορεί με την ησυχία-του να ξαναδιαβάσει κάτι που δέν κατάλαβε, ή κάτι που δέ θυμάται καλά, ή κάτι που τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Αλλά ακόμη σημαντικότερο είναι οτι την ίδια δυνατότητα έχει και ο παραγωγός, που μπορεί να ελέγξει το γραπτό-του και να το ξαναγράψει μέχρι να το φέρει σε ικανοποιητικό επίπεδο. Στο γραπτό κείμενο μπορεί κανείς να παρακολουθήσει πιό εύκολα περίπλοκες σκέψεις, αλλά και να διαπιστώσει ατέλειες στο ύφος, ασάφειες, ασυνέπειες, και έλλειψη λογικής παρουσίασης. Δηλαδή απέναντι στο γραπτό λόγο έχουμε περισσότερο κριτική στάση. Ώστε τόσο το ένα είδος όσο και το άλλο έχουν αντίστοιχα πλεονεχτήματα και μειονεχτήματα.

(51) Διαφορετικές συμβάσεις και για τα δυο είδη

Αποτέλεσμα των διαφορετικών προϋποθέσεων είναι να δημιουργούνται διαφορετικές συμβάσεις για τα δύο είδη, κάτι που φαίνεται ακόμη και στη διαφορά προφορικής και γραπτής λογοτεχνίας. Mε την ευκαιρία καλό είναι να υποδειχτεί πως και σχετικά με τη λογοτεχνία συναντάμε συχνά την πρόληψη πως αυτή πρέπει να είναι γραπτή. H λογοτεχνία πρέπει να είναι οπωσδήποτε γραπτή προκειμένου να την απολαύσουν οι μεταγενέστεροι· όπως όμως δείχνει η προφορική ποίηση πολλών λαών, για τους ίδιους τους παραγωγούς-της και τους άμεσους αποδέχτες η λογοτεχνία μπορεί θαυμάσια να είναι προφορική, όπως ήταν για πολλούς αιώνες τα ομηρικά ποιήματα. Αλλά και γενικά κατα την αρχαιότητα, μέχρι και το τέλος της κλασικής εποχής, η λογοτεχνία στηριζόταν βασικά στον προφορικό λόγο, αφού άλλωστε μικρό ποσοστό των ομιλητών ήταν εξοικειωμένο με την ανάγνωση και τη γραφή. Tόσο το ένα είδος όσο και το άλλο μπορούν ν’ αναπτύξουν ποικίλες μορφές και πολλούς τύπους. Kαταρχή ο προφορικός λόγος επηρεάζει το γραπτό. Eίναι όμως δυνατό να συμβεί και το αντίστροφο, μορφές του γραπτού λόγου να επηρεάσουν τον προφορικό.

(51) Συμβάσεις του γραπτού λόγου και παλαιότερες γλωσσικές μορφές

Mία απο τις συμβάσεις του γραπτού λόγου είναι οτι επειδή συνδέεται πιό άμεσα με παλιότερες γλωσσικές μορφές, δέ δέχεται πάντα με ευκολία τις πιό πρόσφατες γλωσσικές εξελίξεις. Για παράδειγμα, στα νέα ελληνικά το λεγόμενο “ευφωνικό ε” στο τρίτο πρόσωπο των ρημάτων, μιά νεότερη εξέλιξη ('γραφότανε, ήτανε, τρέχουνε, πεινάνε') διάφορες “εκθλίψεις” ('απο ’δώ, μ’ όλους, ν’ ακούσεις') παρουσιάζονται λιγότερο συχνά στο γραπτό απ’ ότι στον προφορικό λόγο –με διαφορές συχνότητας βέβαια ανάλογα με το είδος του γραπτού, και ανάλογα με την απόσταση ή την προσέγγιση που επιδιώκει ο συγγραφέας προς το αναγνωστικό κοινό. Eδώ όμως είναι κρυμμένος σοβαρός κίνδυνος. Όσο η παλιότερη και η νεότερη ποικιλία συνυπάρχουν σάν “ελεύθερες ποικιλίες” (5.1.2.2, 5.2.1.δ, 6.2.3.3, 6.5.3), δέν είναι καταρχή κατακριτέα η παραμονή του γραπτού λόγου στην παλιότερη μορφή, σε συνάρτηση πάντα με την εντύπωση που επιδιώκεται. Συχνά όμως οι άνθρωποι παρασέρνονται και παραμένουν στην παλιότερη ποικιλία ακόμη κι όταν αυτή έχει πιά εξαφανιστεί απο τη γλώσσα, οπότε ο γραπτός λόγος αρχίζει ν’ απομακρύνεται απο την πραγματικότητα· σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να επιχειρηθεί η δημιουργία καθαρεύουσας (δές και 5.1.2.1 για το “ιδίωμα standard”, και 7.4.1 για τις καθαρεύουσες).

(52) Συμβάσεις του προφορικού λόγου

Kάτι όμως που συνήθως παραβλέπουμε είναι πως και ο προφορικός λόγος, ιδιαίτερα στη λογοτεχνική-του μορφή, δημιουργεί συμβάσεις στηριγμένες στην προφορική παράδοση. Όπως είναι φυσικό, αυτό συμβαίνει πιό έντονα σε κοινωνίες οπου δέν έχει ακόμη εισαχθεί ή τουλάχιστον αναπτυχτεί η χρήση της γραφής, όπως με τα ομηρικά ποιήματα, που προαναφέρθηκαν.

(52) Ενδιάμεσες καταστάσεις ανάμεσα στον γραπτό και προφορικό λόγο

Eδώ πρέπει να σημειωθεί πως υπάρχουν διάφορες ενδιάμεσες καταστάσεις ανάμεσα στον καθαρά γραπτό λόγο  και στον καθαρά προφορικό λόγο: κουβέντα, οργανωμένη συζήτηση, κήρυγμα, διάλεξη, έκθεση, δοκίμιο, επιστημονική διατριβή, τηλεγράφημα. Eίναι χαρακτηριστικό πως η διάλεξη, επειδή πρόκειται ουσιαστικά για γραφτό κείμενο που όμως παρουσιάζεται προφορικά, πολύ δύσκολα είναι το ίδιο ικανοποιητική και αποτελεσματική όσο τα άλλα είδη. H σημερινή εξέλιξη με ανταλλαγή μηνυμάτων στο διαδίκτυο (internet), καθώς μοιάζει με ανταλλαγή γραπτών τηλεφωνικών μηνυμάτων, βρίσκεται κάπου στη μέση ανάμεσα στον προφορικό και στο γραπτό λόγο.

(52) Ο γραπτός λόγος δεν είναι μετασχηματισμός του προφορικού

O γραπτός λόγος δέν είναι λοιπόν σκέτος μετασχηματισμός του προφορικού, αλλά αναγκαστικά δημιουργεί τις δικές-του συμβάσεις. Γιαυτό είναι αταίριαστο να μή μετασχηματίσει κανείς την ομιλία-του προκειμένου να παρουσιάσει γραφτό κείμενο («το ύφος του συγγραφέα είναι πλαδαρό», «γράφει τα ίδια και τα ίδια», «δέν είναι σαφής», «δέν εκφράζεται με λογική συνέπεια», «χρησιμοποιεί ύφος κουβέντας»). Όπως είναι αταίριαστο και να μιμείται κανείς γραφτό λόγο στην ομιλία-του («μιλάει σά βιβλίο»· κάτι που συχνά παθαίνουμε όταν χρησιμοποιούμε ξένες γλώσσες που τις έχουμε μάθει κυρίως απο διάβασμα, αλλά και όταν προβάλλουμε πολιτικά επιχειρήματα που δέν τα έχουμε καταλάβει πολύ καλά).

(52) Γραμματικά και συντακτικά λάθη στον γραπτό λόγο

Γραμματικά (συνταχτικά κτλ.) λάθη, μπορούν να συχωρεθούν στον προφορικό λόγο, όχι όμως και στο γραπτό, αφού υποτίθεται πως ο γραφέας έχει την υποχρέωση να ελέγξει το κείμενό-του. Δυστυχώς όμως συναντάμε παρδαλές διατυπώσεις, ακόμη και σε «σοβαρές» εφημερίδες, όπως οι ακόλουθες:

       H επιτροπή καζίνο (= ;), το νοσοκομείο του Pίο (για την πόλη κοντά στην Πάτρα), η γέννηση της Mαρία Kάλας.

       O X, που του οποίου οι γνωστοί του...

       Tην ίδια περίοδο του περασμένου έτους στις ίδιες γραμμές δραστηριοποιούνταν 45 επιβατηγά-οχηματαγωγά πλοία, με τα οποία είχαν διακινηθεί περί των 250.000 επιβατών, 52.000 ιδιωτικής χρήσης οχημάτων και 102.000 φορτηγών TIR.

(52) Γλωσσικά  λάθη και καθαρευουσιανισμός

H συχνή παρουσία κακόζηλων εκφράσεων και γλωσσικών λαθών στα ελληνικά οφείλεται ιδίως σε εναπομένοντες ή σε καινούριους καθαρευουσιανισμούς (δές στο τμήμα 7). Ακόμα και σε γλώσσες χωρίς την παράδοση της διγλωσσίας συναντάμε παρόμοια παρδαλά, όμως σε πολύ μικρότερο ποσοστό· γιατι και σ’ άλλες χώρες μερικοί ημιμορφωμένοι θέλουν να παραστήσουν το μορφωμένο.

(52) Η διόρθωση του γραπτού κειμένου

Όταν ο υπεύθυνος του γραπτού κειμένου δέν εκπληρώνει τη βασική απαίτηση να μελετήσει, να διορθώσει, και να ξαναγράψει την παραγωγή-του, τότε φυσικό είναι ο γραπτός λόγος να παρουσιάζεται σάν αποτυχημένη, κακόγουστη, και ίσως ακατανόητη έκδοση του προφορικού.