[7.3.1] Οι Αθηναίοι ταράχτηκαν στην αρχή με την αιφνιδιαστική επίθεση του Γυλίππου και των Συρακουσίων, αλλά σχημάτισαν παράταξη. Ο Γύλιππος σταμάτησε τον στρατό του σε μικρή απόσταση και έστειλε κήρυκα να τους πει ότι αν θέλουν να φύγουν από την Σικελία μέσα σε πέντε μέρες παίρνοντας μαζί τους τα όσα είχαν, τότε ήταν έτοιμος να κάνει εκεχειρία. [7.3.2] Οι Αθηναίοι δεν τον έλαβαν υπόψη, ούτε αποκρίθηκαν τίποτε, κι έστειλαν τον κήρυκα πίσω. Αμέσως μετά άρχισαν και οι δύο να ετοιμάζονται για μάχη. [7.3.3] Ο Γύλιππος, βλέποντας ακαταστασία στους Συρακουσίους, που δύσκολα έμπαιναν σε τάξη, οπισθοχώρησε σε πιο ανοιχτό χώρο. Ο Νικίας δεν τον ακολούθησε με τον στρατό του, αλλά έμεινε ακίνητος κάτω από το τείχος του. Όταν ο Γύλιππος είδε ότι δεν προχωρούσαν, υποχώρησε στο ύψωμα που λέγεται Τεμενίτης, και κατασκήνωσε εκεί. [7.3.4] Την επομένη, όμως, αφού παράταξε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του απέναντι στα τείχη των Αθηναίων, ώστε να μην μπορούν να πάνε να βοηθήσουν αλλού, έστειλε ένα τμήμα στο φρούριο Λάβδαλον και το κυρίεψε. Όσους έπιασε αιχμαλώτους εκεί τους σκότωσε. Η τοποθεσία αυτή δεν ήταν ορατή από τους Αθηναίους. [7.3.5] Την ίδια μέρα οι Συρακούσιοι αιχμαλώτισαν ένα αθηναϊκό καράβι που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι. [7.4.1] Μετά απ᾽ αυτά, οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι ξεκινώντας από την πολιτεία, άρχισαν να χτίζουν ένα μονό τείχος που θα έκοβε λοξά τις Επιπολές, ώστε οι Αθηναίοι —αν δεν μπορούσαν να τους εμποδίσουν— να μην είναι σε θέση να τους αποκλείσουν με τείχος. [7.4.2] Οι Αθηναίοι είχαν κιόλας ανεβεί στο ύψωμα αφού τέλειωσε το προς την θάλασσα τείχος. Αλλά ο Γύλιππος πήρε, νύχτα, τον στρατό του και προχώρησε προς το τείχος αυτό των Αθηναίων, που σ᾽ ένα σημείο ήταν αδύνατο. [7.4.3] Οι Αθηναίοι είχαν κατασκηνώσει έξω από το τείχος και μόλις το κατάλαβαν, προχώρησαν εναντίον του. Όταν ο Γύλιππος το ένιωσε, υποχώρησε γρήγορα με τον στρατό του. Τότε οι Αθηναίοι ύψωσαν πιο πολύ το τείχος σ᾽ εκείνο το σημείο και το φρουρούσαν οι ίδιοι, ενώ όρισαν στους άλλους συμμάχους να φρουρούν ο καθένας ένα τμήμα για το οποίο θα είχαν την ευθύνη. [7.4.4] Ο Νικίας αποφάσισε να οχυρώσει το ονομαζόμενο Πλημμύριο. Είναι ένα ακρωτήρι, αντίκρυ στην πολιτεία, το οποίο προχωρεί και στενεύει την είσοδο του μεγάλου λιμανιού. Αν το οχύρωνε, θεωρούσε ότι θα ήταν πιο εύκολο να φτάνει ο ανεφοδιασμός. Ο στόλος θα μπορούσε να επιτηρεί το λιμάνι των Συρακουσών από μικρότερη απόσταση και όχι, όπως έως τότε, να ξεκινάει από τον μυχό του λιμανιού, αν σημειωνόταν κάποια κίνηση του εχθρικού στόλου. Είχε αρχίσει να δίνει μεγαλύτερη προσοχή στις ναυτικές επιχειρήσεις, γιατί έβλεπε ότι μετά την άφιξη του Γυλίππου, οι επιχειρήσεις στην στεριά δεν είχαν πολλές ελπίδες. [7.4.5] Αφού μετέφερε, λοιπόν, τον στρατό και τον στόλο στο Πλημμύριο, έχτισε τρία φρούρια όπου εναπόθεσε το μεγαλύτερο μέρος του υλικού του. Εκεί ήσαν αραγμένα τα μεγάλα μεταγωγικά και τα πολεμικά. [7.4.6] Από τότε, όμως, άρχισε η μεγάλη ταλαιπωρία για τα πληρώματα. Το νερό ήταν λίγο και μακριά, και όταν οι ναύτες ξεμάκραιναν για φρύγανα, τους σκότωναν οι Συρακούσιοι ιππείς που είχαν τον έλεγχο της περιοχής. Οι Συρακούσιοι είχαν τάξει το ένα τρίτο του ιππικού τους στον μικρό οικισμό του Ολυμπιείου, ώστε να μην μπορούν οι Αθηναίοι του Πλημμυρίου να βγαίνουν και να κάνουν καταστροφές. [7.4.7] Ο Νικίας πληροφορήθηκε ότι και τα υπόλοιπα κορινθιακά καράβια πλησίαζαν. Έστειλε είκοσι καράβια να τα παραφυλάξουν, με διαταγή να επιτηρούν την περιοχή των Λοκρών και το Ρήγιο, καθώς και τις προσβάσεις προς την Σικελία. |