Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀπο-φαίνω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀπο-φαίνω, μέλ. -φᾰνῶ·
Α. I.
φανερώνω, παρουσιάζω, αναδεικνύω, δηλώνω, σε Ηρόδ., Αριστοφ. II. 1. γνωστοποιώ, διακηρύσσω, ανακοινώνω, σε Ηρόδ.· προσκομίζω τεκμήρια για κάτι, στον ίδ. 2. αποδεικνύω με λογικά επιχειρήματα, καταδεικνύω, αναπαριστώ τί έπραξε ή τί είδους άνθρωπος είναι κάποιος, με μτχ., στον ίδ.· και με παράλειψη μτχ., ἀποφαίνω αὐτὸναἴτιον (ενν. ὄντα), στον ίδ.· ομοίως, ἀποφαίνω τινὰ ἐχθρόν, σε Δημ. 3. με αιτ. και απαρ., αναπαριστώ ότι, σε Πλάτ.· ομοίως, ἀποφαίνω ὡς..., ὅτι..., σε Ηρόδ., Θουκ. III. αποδίδω λογαριασμό για κάτι, λογοδοτώ για, τὴν οὐσίαν, σε Δημ.· πληρώνω χρήματα στο ταμείο σύμφωνα με τους λογαριασμούς που μου έχουν αποδοθεί, στον ίδ. IV.1.καθιστώ ή κάνω κάποιον να έχει αυτό ή το άλλο γνώρισμα, σε Αριστοφ. 2. διορίζω σε κάποιο αξίωμα, σε Πλάτ. Β. Μέσ., I. 1. παρουσιάζω, επιδεικνύω κάτι που μου ανήκει, σε Αισχύλ., Πλάτ.· απόλ., επιδεικνύομαι, επιδεικνύω τον εαυτό μου, σε Ξεν. 2. παρουσιάζω μαρτυρίες και τεκμήρια, σε Ηρόδ. 3. ἀποφαίνεσθαι γνώμην, διακηρύσσω, διατρανώνω τη γνώμη μου, στον ίδ., Αττ.· απόλ., παρέχω μια γνώμη, σε Ηρόδ., Αττ. II. χρησιμ. όπως η Ενεργ., σε Πλάτ., Ξεν.