Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "κατα-σκευή"

Βρέθηκε 1 λήμμα
κατα-σκευή, , I. προπαρασκευή, ἐν κατασκευῇ τοῦ πολέμου, σε προετοιμασία, σε Θουκ.· εξοπλισμός των πλοίων, των μηχανών κ.λπ., στον ίδ. II. οποιοδήποτε είδος επίπλου που παραμένει σταθερό, αντίθ. προς αυτό που είναι κινητό (παρασκευή), κτίρια, εντοιχισμένες εγκαταστάσεις, στον ίδ.· αλλά επίσης, όπως το παρασκευή, οποιοδήποτε έπιπλο, σε Ηρόδ., Θουκ. III. κατάσταση, σύσταση, δομή, κατασκευή ενός πράγματος, σε Ευρ., Πλάτ. IV.κόλπο, τέχνασμα, μηχανή, σε Αισχίν.