Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ποιητική (1454a-1454b)

[XV] Περὶ δὲ τὰ ἤθη τέτταρά ἐστιν ὧν δεῖ στοχάζεσθαι, ἓν μὲν καὶ πρῶτον, ὅπως χρηστὰ ᾖ. ἕξει δὲ ἦθος μὲν ἐάν, ὥσπερ ἐλέχθη ποιῇ φανερὸν ὁ λόγος ἢ ἡ πρᾶξις προαίρεσίν τινα, χρηστὸν δὲ ἐὰν χρηστήν. ἔστιν δὲ ἐν ἑκάστῳ γένει· καὶ γὰρ γυνή ἐστιν χρηστὴ καὶ δοῦλος, καίτοι γε ἴσως τούτων τὸ μὲν χεῖρον, τὸ δὲ ὅλως φαῦλόν ἐστιν. δεύτερον δὲ τὸ ἁρμόττοντα· ἔστιν γὰρ ἀνδρείαν μὲν τὸ ἦθος, ἀλλ᾽ οὐχ ἁρμόττον γυναικὶ οὕτως ἀνδρείαν ἢ δεινὴν εἶναι. τρίτον δὲ τὸ ὅμοιον. τοῦτο γὰρ ἕτερον τοῦ χρηστὸν τὸ ἦθος καὶ ἁρμόττον ποιῆσαι ὡς προείρηται. τέταρτον δὲ τὸ ὁμαλόν. κἂν γὰρ ἀνώμαλός τις ὁ τὴν μίμησιν παρέχων καὶ τοιοῦτον ἦθος ὑποτεθῇ, ὅμως ὁμαλῶς ἀνώμαλον δεῖ εἶναι. ἔστιν δὲ παράδειγμα πονηρίας μὲν ἤθους μὴ ἀναγκαίας οἷον ὁ Μενέλαος ὁ ἐν τῷ Ὀρέστῃ, τοῦ δὲ ἀπρεποῦς καὶ μὴ ἁρμόττοντος ὅ τε θρῆνος Ὀδυσσέως ἐν τῇ Σκύλλῃ καὶ ἡ τῆς Μελανίππης ῥῆσις, τοῦ δὲ ἀνωμάλου ἡ ἐν Αὐλίδι Ἰφιγένεια· οὐδὲν γὰρ ἔοικεν ἡ ἱκετεύουσα τῇ ὑστέρᾳ. χρὴ δὲ καὶ ἐν τοῖς ἤθεσιν ὁμοίως ὥσπερ καὶ ἐν τῇ τῶν πραγμάτων συστάσει ἀεὶ ζητεῖν ἢ τὸ ἀναγκαῖον ἢ τὸ εἰκός, ὥστε τὸν τοιοῦτον τὰ τοιαῦτα λέγειν ἢ πράττειν ἢ ἀναγκαῖον ἢ εἰκὸς καὶ τοῦτο μετὰ τοῦτο γίνεσθαι ἢ ἀναγκαῖον ἢ εἰκός. φανερὸν οὖν ὅτι καὶ τὰς λύσεις τῶν μύθων ἐξ αὐτοῦ δεῖ τοῦ [1454b] μύθου συμβαίνειν, καὶ μὴ ὥσπερ ἐν τῇ Μηδείᾳ ἀπὸ μηχανῆς καὶ ἐν τῇ Ἰλιάδι τὰ περὶ τὸν ἀπόπλουν. ἀλλὰ μηχανῇ χρηστέον ἐπὶ τὰ ἔξω τοῦ δράματος, ἢ ὅσα πρὸ τοῦ γέγονεν ἃ οὐχ οἷόν τε ἄνθρωπον εἰδέναι, ἢ ὅσα ὕστερον, ἃ δεῖται προαγορεύσεως καὶ ἀγγελίας· ἅπαντα γὰρ ἀποδίδομεν τοῖς θεοῖς ὁρᾶν. ἄλογον δὲ μηδὲν εἶναι ἐν τοῖς πράγμασιν, εἰ δὲ μή, ἔξω τῆς τραγῳδίας, οἷον τὸ ἐν τῷ Οἰδίποδι τῷ Σοφοκλέους. ἐπεὶ δὲ μίμησίς ἐστιν ἡ τραγῳδία βελτιόνων ἢ ἡμεῖς, δεῖ μιμεῖσθαι τοὺς ἀγαθοὺς εἰκονογράφους· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι ἀποδιδόντες τὴν ἰδίαν μορφὴν ὁμοίους ποιοῦντες καλλίους γράφουσιν· οὕτω καὶ τὸν ποιητὴν μιμούμενον καὶ ὀργίλους καὶ ῥᾳθύμους καὶ τἆλλα τὰ τοιαῦτα ἔχοντας ἐπὶ τῶν ἠθῶν τοιούτους ὄντας ἐπιεικεῖς ποιεῖν οἷον τὸν Ἀχιλλέα ἀγαθὸν καὶ παράδειγμα σκληρότητος Ὅμηρος. ταῦτα δὴ διατηρεῖν, καὶ πρὸς τούτοις τὰ παρὰ τὰς ἐξ ἀνάγκης ἀκολουθούσας αἰσθήσεις τῇ ποιητικῇ· καὶ γὰρ κατ᾽ αὐτὰς ἔστιν ἁμαρτάνειν πολλάκις· εἴρηται δὲ περὶ αὐτῶν ἐν τοῖς ἐκδεδομένοις λόγοις ἱκανῶς.

[15] Ο λόγος μας θα είναι τώρα για τα ήθη, τους χαρακτήρες. Ενσχέσει με αυτά ο ποιητής πρέπει να επιδιώκει τέσσερα πράγματα.
Ένα —το πρώτο— είναι οι χαρακτήρες του να είναι χρηστοί. Ένα πρόσωπο της τραγωδίας θα έχει χαρακτήρα, αν, όπως είπαμε, τα λόγια ή οι πράξεις του κάνουν φανερή κάποια επιλογή και προτίμηση, και ο χαρακτήρας θα είναι χρηστός, αν η επιλογή και προτίμηση θα είναι χρηστή. Χρηστός χαρακτήρας υπάρχει σε όλες τις κατηγορίες ανθρώπων· γιατί και γυναίκα χρηστή υπάρχει και δούλος επίσης — αν και ίσως το πρώτο από τα δύο αυτά όντα είναι κατώτερης αξίας, ενώ το άλλο ολωσδιόλου δίχως καμιά αξία.
Το δεύτερο είναι οι χαρακτήρες του να ανταποκρίνονται στο αρμόζον. Μπορεί, πράγματι, ένας χαρακτήρας να είναι αντρίκιος, δεν είναι όμως αρμόζον μια γυναίκα να είναι τόσο ανδροπρεπής ή τόσο έξυπνη και δραστήρια.
Το τρίτο είναι οι χαρακτήρες του να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα· αυτό, φυσικά, είναι τελείως διαφορετικό από το να παρουσιάζει τους χαρακτήρες χρηστούς ή αρμόζοντες — με το νόημα που δόθηκε στις λέξεις αυτές παραπάνω.
Το τέταρτο είναι οι χαρακτήρες του να είναι σταθερά οι ίδιοι. Όταν ο χαρακτήρας του ήρωα που γίνεται αντικείμενο μίμησης παρουσιάζει ασυνέπειες και αντιφάσεις, όταν δηλαδή ένας τέτοιος χαρακτήρας είναι για τον ποιητή δεδομένος, πρέπει να παρουσιάζεται με συνέπεια ασυνεπής.
Δείγμα ευτελούς χαρακτήρα, χωρίς η ευτέλεια αυτή να είναι απαραίτητη, είναι π.χ. ο Μενέλαος στον Ορέστη, ενώ δείγμα του απρεπούς και μη αρμόζοντος είναι ο θρήνος του Οδυσσέα στη Σκύλλα και η ρήση της Μελανίππης. Δείγμα ασυνεπούς χαρακτήρα είναι η Ιφιγένεια στην Αυλίδα· εκείνη πράγματι που στην αρχή ικέτευε δεν μοιάζει καθόλου με την κατοπινή.
Όπως στην πλοκή του μύθου, έτσι και στους χαρακτήρες πρέπει κανείς να επιδιώκει πάντοτε το αναγκαίο ή το πιθανό, ώστε αυτού και αυτού του είδους τα πράγματα αυτού και αυτού του είδους ο χαρακτήρας να τα λέει ή να τα πράττει κατανάγκην ή κατά το πιθανό, και ακόμη το τάδε συγκεκριμένο πράγμα να γίνεται ύστερα από το τάδε συγκεκριμένο πράγμα κατανάγκην ή κατά το πιθανό. Είναι λοιπόν φανερό ότι και οι λύσεις των μύθων πρέπει [1454b] να βγαίνουν από τον ίδιο τον μύθο και όχι όπως στη Μήδεια «από μηχανής» ή όπως στην Ιλιάδα όλα τα σχετικά με τον απόπλου των Ελλήνων. Η θεϊκή «από μηχανής» παρέμβαση πρέπει να χρησιμοποιείται, για πράγματα όμως που είναι έξω από το δράμα, για πράγματα που έγιναν πριν και δεν είναι δυνατό να τα γνωρίζει άνθρωπος, ή για πράγματα που θα γίνουν και χρειάζονται προφητεία ή αναγγελία· το αναγνωρίζουμε, πράγματι, στους θεούς αυτό το προνόμιο, να τα βλέπουν και να τα γνωρίζουν όλα. Στην πλοκή του μύθου δεν πρέπει να υπάρχει τίποτε το πέρα από την ανθρώπινη λογική, και, αν υπάρχει, αυτό πρέπει να βρίσκεται έξω από την τραγωδία — ακριβώς όπως στον Οιδίποδα του Σοφοκλή.
Δεδομένου, τώρα, ότι η τραγωδία είναι μίμηση ανθρώπων που είναι καλύτεροι από μας, ο ποιητής πρέπει να ακολουθεί το παράδειγμα των καλών προσωπογράφων. Αυτοί, δηλαδή, αποδίδοντας τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της μορφής των επιμέρους ανθρώπων, ενώ τους κάνουν ίδιους, την ίδια στιγμή τούς ζωγραφίζουν ωραιότερους. Έτσι και ο ποιητής : ενώ μιμείται ανθρώπους οξύθυμους, ανθρώπους ράθυμους, γενικά ανθρώπους που έχουν στον χαρακτήρα τους κάποιο τέτοιο ελάττωμα, πρέπει —με αυτόν τον χαρακτήρα τους— να τους παρουσιάζει καλούς· αυτό έκανε, π.χ., ο Όμηρος, που παράστησε τον Αχιλλέα έξοχο, και την ίδια στιγμή πρότυπο σκληρότητας.
Αυτούς τους κανόνες πρέπει κανείς να τους έχει υπόψη του· εκτός όμως από αυτούς πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη του και ό,τι άλλο πάνω στη σκηνή υποπίπτει στην αντίληψη των θεατών ως υποχρεωτικό παρακολούθημα του ποιητικού δημιουργήματος· γιατί και από αυτή την άποψη είναι δυνατό να κάνει κανείς πολλά λάθη. Εν πάση περιπτώσει είναι αρκετά όσα έχω πει για το θέμα αυτό στα ήδη δημοσιευμένα έργα μου.