Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ποιητική (1455b-1456a)

[XVIII] Ἔστι δὲ πάσης τραγῳδίας τὸ μὲν δέσις τὸ δὲ λύσις, τὰ μὲν ἔξωθεν καὶ ἔνια τῶν ἔσωθεν πολλάκις ἡ δέσις, τὸ δὲ λοιπὸν ἡ λύσις· λέγω δὲ δέσιν μὲν εἶναι τὴν ἀπ᾽ ἀρχῆς μέχρι τούτου τοῦ μέρους ὃ ἔσχατόν ἐστιν ἐξ οὗ μεταβαίνει εἰς εὐτυχίαν ἢ εἰς ἀτυχίαν, λύσιν δὲ τὴν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς μεταβάσεως μέχρι τέλους· ὥσπερ ἐν τῷ Λυγκεῖ τῷ Θεοδέκτου δέσις μὲν τά τε προπεπραγμένα καὶ ἡ τοῦ παιδίου λῆψις καὶ πάλιν ἡ αὐτῶν *** λύσις δ᾽ ἡ ἀπὸ τῆς αἰτιάσεως τοῦ θανάτου μέχρι τοῦ τέλους. τραγῳδίας δὲ εἴδη εἰσὶ τέσσαρα (τοσαῦτα γὰρ καὶ τὰ μέρη ἐλέχθη), ἡ μὲν πεπλεγμένη, ἧς τὸ ὅλον ἐστὶν περιπέτεια καὶ ἀναγνώρισις, ἡ δὲ παθητική, οἷον οἵ τε [1456a] Αἴαντες καὶ οἱ Ἰξίονες, ἡ δὲ ἠθική, οἷον αἱ Φθιώτιδες καὶ ὁ Πηλεύς· τὸ δὲ τέταρτον †οης†, οἷον αἵ τε Φορκίδες καὶ ὁ Προμηθεὺς καὶ ὅσα ἐν ᾅδου. μάλιστα μὲν οὖν ἅπαντα δεῖ πειρᾶσθαι ἔχειν, εἰ δὲ μή, τὰ μέγιστα καὶ πλεῖστα, ἄλλως τε καὶ ὡς νῦν συκοφαντοῦσιν τοὺς ποιητάς· γεγονότων γὰρ καθ᾽ ἕκαστον μέρος ἀγαθῶν ποιητῶν, ἑκάστου τοῦ ἰδίου ἀγαθοῦ ἀξιοῦσι τὸν ἕνα ὑπερβάλλειν. δίκαιον δὲ καὶ τραγῳδίαν ἄλλην καὶ τὴν αὐτὴν λέγειν οὐδενὶ ὡς τῷ μύθῳ· τοῦτο δέ, ὧν ἡ αὐτὴ πλοκὴ καὶ λύσις. πολλοὶ δὲ πλέξαντες εὖ λύουσι κακῶς· δεῖ δὲ ἄμφω ἀεὶ κρατεῖσθαι. χρὴ δὲ ὅπερ εἴρηται πολλάκις μεμνῆσθαι καὶ μὴ ποιεῖν ἐποποιικὸν σύστημα τραγῳδίαν —ἐποποιικὸν δὲ λέγω τὸ πολύμυθον— οἷον εἴ τις τὸν τῆς Ἰλιάδος ὅλον ποιοῖ μῦθον. ἐκεῖ μὲν γὰρ διὰ τὸ μῆκος λαμβάνει τὰ μέρη τὸ πρέπον μέγεθος, ἐν δὲ τοῖς δράμασι πολὺ παρὰ τὴν ὑπόληψιν ἀποβαίνει. σημεῖον δέ, ὅσοι πέρσιν Ἰλίου ὅλην ἐποίησαν καὶ μὴ κατὰ μέρος ὥσπερ Εὐριπίδης, ‹ἢ› Νιόβην καὶ μὴ ὥσπερ Αἰσχύλος, ἢ ἐκπίπτουσιν ἢ κακῶς ἀγωνίζονται, ἐπεὶ καὶ Ἀγάθων ἐξέπεσεν ἐν τούτῳ μόνῳ. ἐν δὲ ταῖς περιπετείαις καὶ ἐν τοῖς ἁπλοῖς πράγμασι στοχάζονται ὧν βούλονται θαυμαστῶς· τραγικὸν γὰρ τοῦτο καὶ φιλάνθρωπον. ἔστιν δὲ τοῦτο, ὅταν ὁ σοφὸς μὲν μετὰ πονηρίας ‹δ᾽› ἐξαπατηθῇ, ὥσπερ Σίσυφος, καὶ ὁ ἀνδρεῖος μὲν ἄδικος δὲ ἡττηθῇ. ἔστιν δὲ τοῦτο καὶ εἰκὸς ὥσπερ Ἀγάθων λέγει, εἰκὸς γὰρ γίνεσθαι πολλὰ καὶ παρὰ τὸ εἰκός. καὶ τὸν χορὸν δὲ ἕνα δεῖ ὑπολαμβάνειν τῶν ὑποκριτῶν, καὶ μόριον εἶναι τοῦ ὅλου καὶ συναγωνίζεσθαι μὴ ὥσπερ Εὐριπίδῃ ἀλλ᾽ ὥσπερ Σοφοκλεῖ. τοῖς δὲ λοιποῖς τὰ ᾀδόμενα οὐδὲν μᾶλλον τοῦ μύθου ἢ ἄλλης τραγῳδίας ἐστίν· διὸ ἐμβόλιμα ᾄδουσιν πρώτου ἄρξαντος Ἀγάθωνος τοῦ τοιούτου. καίτοι τί διαφέρει ἢ ἐμβόλιμα ᾄδειν ἢ εἰ ῥῆσιν ἐξ ἄλλου εἰς ἄλλο ἁρμόττοι ἢ ἐπεισόδιον ὅλον;

[18] Σε κάθε τραγωδία υπάρχει δέση και λύση. Όσα είναι έξω από το δράμα και μερικά από αυτά που είναι μέσα σ᾽ αυτό αποτελούν πολλές φορές τη δέση· τα υπόλοιπα είναι η λύση. Με τη «δέση» εννοώ όσα γίνονται από την αρχή της υπόθεσης ως το σημείο που είναι το έσχατο: αυτό από το οποίο αρχίζει η μετάβαση προς την ευτυχία ή τη δυστυχία· με τη «λύση» εννοώ όσα γίνονται από την αρχή της μετάβασης ως το τέλος — ακριβώς όπως στον Λυγκέα του Θεοδέκτη: δέση είναι όσα έγιναν πριν, η σύλληψη του παιδιού και η ** αυτών των πραγμάτων, και λύση όλα όσα έγιναν από την απαγγελία της κατηγορίας για φόνο ως το τέλος.
Τέσσερις τύποι τραγωδίας υπάρχουν, γιατί τόσα, όπως ειπώθηκε, είναι και τα μέρη της: Πρώτη η περίπλοκη τραγωδία, που όλη είναι περιπέτειες και αναγνωρίσεις· δεύτερη η παθητική, όπως επιπαραδείγματι [1456a] οι Αίαντες και οι Ιξίονες· τρίτη η τραγωδία χαρακτήρων, όπως επιπαραδείγματι οι Φθιώτιδες και ο Πηλέας· τέταρτη η *…*, όπως επιπαραδείγματι οι Φορκίδες, ο Προμηθέας και όλες εκείνες που διαδραματίζονται στον Άδη.
Το καλύτερο, βέβαια, είναι ο ποιητής να έχει στην τραγωδία του όλα τα μέρη, ή τουλάχιστον τα πιο σημαντικά και τα πιο πολλά από αυτά — έναν λόγο παραπάνω που σήμερα κάποιοι κακολογούν τους ποιητές. Επειδή δηλαδή υπήρξαν ποιητές που διακρίθηκαν σε ένα επιμέρους στοιχείο, κάποιοι ζητούν σήμερα ο ένας ποιητής να ξεπερνάει το στοιχείο στο οποίο ξεχώρισε ο καθένας από εκείνους. Το σωστό, πάντως, είναι μια τραγωδία να τη λέμε διαφορετική ή ίδια με μιαν άλλη στη βάση όχι οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου όσο του μύθου — αυτό θα πει: αν έχουν ίδια πλοκή και λύση. Πολλοί ποιητές, ενώ πέτυχαν στην πλοκή, δεν πετυχαίνουν στη λύση· πρέπει όμως να πετυχαίνουν πάντοτε και στα δύο αυτά.
Πρέπει όμως ο ποιητής να μην ξεχνάει αυτό που είπαμε πολλές φορές και να μη μετατρέπει την τραγωδία σε μια σύνθεση του τύπου της επικής ποίησης· λέγοντας «σύνθεση επικού τύπου» εννοώ αυτήν που αποτελείται από πολλούς μύθους — σαν να ήθελε, επιπαραδείγματι, κανείς να συνθέσει σε μια τραγωδία όλο τον μύθο της Ιλιάδας: στο επικό ποίημα, λόγω της έκτασής του, τα μέρη παίρνουν το ανάλογο μέγεθος, στα δράματα όμως ένα τέτοιο μέγεθος οδηγεί σε αποτέλεσμα πολύ αντίθετο με το αναμενόμενο. Ιδού και η απόδειξη: Όσοι χώρεσαν σε ένα ποίημα ολόκληρο τον μύθο της άλωσης της Τροίας και όχι ένα μέρος του, όπως έκανε ο Ευριπίδης, ή ολόκληρο τον μύθο της Νιόβης και όχι όπως έκανε ο Αισχύλος, ή αποτυγχάνουν γενικά ή γνωρίζουν αποτυχίες στους θεατρικούς αγώνες — και ο Αγάθωνας σ᾽ αυτό μόνο το σημείο απέτυχε. Στις περιπέτειες όμως και στις απλές υποθέσεις πετυχαίνουν αυτά που θέλουν με τη βοήθεια του θαυμαστού· γιατί αυτό και τα στοιχεία του τραγικού έχει και τα φιλάνθρωπα αισθήματά μας κινεί. (Έτσι δεν συμβαίνει όταν ο έξυπνος αλλά κακός εξαπατηθεί —όπως ο Σίσυφος— και όταν ο ανδρείος αλλά άδικος νικηθεί;) Είναι όμως και πιθανό, όπως λέει ο Αγάθων· είναι, πράγματι, πιθανό να συμβαίνουν πολλά ακόμη και έξω από κάθε πιθανότητα.
Αλλά και ο Χορός πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας από τους υποκριτές και ως μέρος του όλου, και ότι συμμετέχει στη δράση όχι όπως στον Ευριπίδη αλλά όπως στον Σοφοκλή. Στους υπόλοιπους ποιητές τα αδόμενα μέρη μιας τραγωδίας τους δεν έχουν μεγαλύτερη σχέση με την υπόθεσή της από ό,τι με την υπόθεση οποιασδήποτε άλλης τραγωδίας. Εξού και το γεγονός ότι τραγουδούν εμβόλιμα τραγούδια — την αρχή την έκανε ο Αγάθωνας. Στην πραγματικότητα όμως σε τι διαφέρει το να τραγουδάει κανείς εμβόλιμα τραγούδια από το να παίρνει έναν λόγο από ένα έργο και να τον «κολλάει» σε ένα άλλο έργο ή και ένα ολόκληρο επεισόδιο;