Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Πέρσαι (249-289)


ΑΓΓΕΛΟΣ
ὦ γῆς ἁπάσης Ἀσιάδος πολίσματα,
250 ὦ Περσὶς αἶα καὶ πολὺς πλούτου λιμήν,
ὡς ἐν μιᾷ πληγῇ κατέφθαρται πολὺς
ὄλβος, τὸ Περσῶν δ᾽ ἄνθος οἴχεται πεσόν.
ὤμοι, κακὸν μὲν πρῶτον ἀγγέλλειν κακά·
ὅμως δ᾽ ἀνάγκη πᾶν ἀναπτύξαι πάθος,
255 Πέρσαι· στρατὸς γὰρ πᾶς ὄλωλε βαρβάρων.

ΧΟ. ἄνι᾽ ἄνια κακὰ νεόκοτα [στρ. α]
καὶ δάι᾽. αἰαῖ, διαίνεσθε, Πέρ-
σαι, τόδ᾽ ἄχος κλύοντες.

260 ΑΓ. ὡς πάντα γ᾽ ἔστ᾽ ἐκεῖνα διαπεπραγμένα·
καὐτὸς δ᾽ ἀέλπτως νόστιμον βλέπω φάος.

ΧΟ. μακροβίοτος ὅδε γέ τις [ἀντ. α]
αἰὼν ἐφάνθη γεραιοῖς, ἀκού-
265 ειν τόδε πῆμ᾽ ἄελπτον.

ΑΓ. καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων,
Πέρσαι, φράσαιμ᾽ ἂν οἷ᾽ ἐπορσύνθη κακά.

ΧΟ. ὀτοτοτοῖ, μάταν [στρ. β]
τὰ πολλὰ βέλεα παμμιγῆ
270 γᾶς ἀπ᾽ Ἀσίδος ἤλθετ᾽—αἰαῖ—
δᾴαν Ἑλλάδα χώραν.

ΑΓ. πλήθουσι νεκρῶν δυσπότμως ἐφθαρμένων
Σαλαμῖνος ἀκταὶ πᾶς τε πρόσχωρος τόπος.

ΧΟ. ὀτοτοτοῖ, φίλων [ἀντ. β]
275 πολύδονα σώμαθ᾽ ἁλιβαφῆ
κατθανόντα λέγεις φέρεσθαι
πλαγκτοῖς ἐν διπλάκεσσιν.
ΑΓ. οὐδὲν γὰρ ἤρκει τόξα, πᾶς δ᾽ ἀπώλλυτο
στρατὸς δαμασθεὶς ναΐοισιν ἐμβολαῖς.

280 ΧΟ. ἴυζ᾽ ἄποτμον δαΐοις [στρ. γ]
δυσαιανῆ βοάν,
ὡς πάντᾳ πᾶν κακῶς
† ἔθεσαν· αἰαῖ, στρατοῦ φθαρέντος.

ΑΓ. ὦ πλεῖστον ἔχθος ὄνομα Σαλαμῖνος κλύειν·
285 φεῦ, τῶν Ἀθηνῶν ὡς στένω μεμνημένος.

ΧΟ. στυγναί γ᾽ Ἀθᾶναι δαΐοις· [ἀντ. γ]
μεμνῆσθαί τοι πάρα·
ὡς πολλὰς Περσίδων [μάταν]
ἔκτισαν εὐνῖδας ἠδ᾽ ἀνάνδρους.


ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ω της Ασίας ολάκερης χωριά και χώρες,
250ω της Περσίας γη, λιμάνι τόσου πλούτου,
πώς μ᾽ ένα μόνο χτύπημα τόση ευτυχία
γένηκε στάχτη κι έρεψε των Περσών τ᾽ άνθος!
Οϊμέ!
κακό ᾽ναι και το μήνυμα κανείς να φέρνει
πρώτος της συμφοράς· μα όμως ανάγκη ακόμα
κι όλο σε σας το πάθημα να ξεδιπλώσω·
γιατ᾽ όλος πάει, χάθηκ᾽ ο στρατός μας, Πέρσες.

ΧΟΡΟΣ
Ω μαύρες μαύρες συμφορές
ανήκουστες φριχτές ώι γω!
βρύση τα δάκρυά μου ας χυθούν
στο τέτοιο πένθος που γρικώ.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
260Ναι, παν χαθήκαν όλα εκείνα κι εγώ ο ίδιος
ανέλπιστα το φως του γυρισμού μου βλέπω.

ΧΟΡΟΣ
Αλήθεια μακροζώητα
χρόνια μού γράφονταν, αχ κι αχ!
ν᾽ ακούσω τέτοια ανέλπιστη
στα γερατειά μου συμφορά.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μα εγώ μπροστά ήμουν κι ακουστά δεν τα ᾽χω απ᾽ άλλους,
που θα σας πω τα τί κακά μάς βρήκαν, Πέρσες.

ΧΟΡΟΣ
Κι έτσι του κάκου το λοιπόν, οϊμένανε οϊμέ,
οι μυριοπαντομαζωχτές
απ᾽ όλη την Ασία αρματωσιές,
270που πήγαν στην Ελλάδα, εκεί
στη γη την εχθρική!

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Κι είναι γιομάτα απ᾽ τους αρίζικους νεκρούς μας
της Σαλαμίνας κι όλα γύρου τ᾽ ακρογιάλια.

ΧΟΡΟΣ
Για τα κορμιά μού λες, οϊμένανε, οϊμέ,
των φίλων, θαλασσόδαρτα
που μια σηκώνει μια βυθά
το κύμα και χωρίς ζωή
μες στα φαρδιά τους τ᾽ αντεριά κυλά.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Γιατί τα τόξα αδράνησαν κι ο στρατός όλος
απ᾽ τα έμβολα των καραβιών πάει δαμασμένος.

ΧΟΡΟΣ
280Κακόθρηνο άραχλο γουητό
των άθλιων σκούζε των Περσών,
που τους τα φέρανε οι θεοί
όλα κακήν κακώς
και πάει χάθηκε ο στρατός. – αλί!

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ω πολυμίσητο όνομα της Σαλαμίνας
κι ωχ! πώς στενάζω να θυμούμαι την Αθήνα!

ΧΟΡΟΣ
Στους άθλιους κακοσύντυχη
αλήθεια, Αθήνα, εμάς·
πώς να ξεχνώ, που ορφάνεψες
τόσες Περσίδες άδικα
κι απ᾽ άντρες και παιδιά.