[6.4.16] Ύστερα απ᾽ αυτά, ο αγγελιαφόρος που έφερνε το μήνυμα της καταστροφής στη Λακεδαίμονα έφτασε εκεί την τελευταία μέρα των Γυμνοπαιδιών, την ώρα που ο χορός των ανδρών βρισκόταν στο θέατρο. Μ᾽ όλη την οδύνη, ωστόσο, που προκάλεσε στους εφόρους η είδηση της καταστροφής —οδύνη, νομίζω, αναπόφευκτη— δεν απομάκρυναν τον χορό, αλλά τον άφησαν να διαγωνιστεί. Ανακοίνωσαν βέβαια τα ονόματα των νεκρών στις οικογένειές τους, προειδοποίησαν όμως τις γυναίκες να μη σύρουν φωνή, παρά να υποφέρουν τον χαμό τους σιωπηλά. Την άλλη μέρα, όσοι είχαν χάσει συγγενείς τους θεάθηκαν να κυκλοφορούν στους δημόσιους χώρους λάμποντας από χαρά· από κείνους, αντίθετα, που είχαν ειδοποιηθεί ότι οι δικοί τους ζούσαν, λίγοι φανερώθηκαν — και τούτοι όμως περιφέρονταν σκυθρωποί και ταπεινωμένοι. [6.4.17] Κατόπιν οι έφοροι κήρυξαν επιστράτευση για τα δύο υπόλοιπα τάγματα ώς την τεσσαρακοστή κλάση· κάλεσαν, ώς την ίδια ηλικία, και τους εφέδρους των ταγμάτων που βρίσκονταν έξω από τα σύνορα. (Γιατί πρωτύτερα είχαν εκστρατεύσει στη Φωκίδα μόνο οι άνδρες των τριάντα πέντε πρώτων κλάσεων.) Πρόσταξαν να πάνε μαζί τους κι όσοι είχαν μείνει ώς τότε πίσω για την άσκηση δημοσίων λειτουργημάτων. [6.4.18] Καθώς ο Αγησίλαος δεν είχε ακόμα συνέλθει από την αρρώστια του, η πόλη παρήγγειλε στον γιο του Αρχίδαμο να αναλάβει τη διοίκηση αντί για κείνον. Κοντά του εξεστράτευσαν πρόθυμα οι Τεγεάτες, γιατί ζούσαν ακόμα οι οπαδοί του Στασίππου, φίλοι των Λακώνων, που είχαν αρκετή επιρροή στην πόλη τους. Μ᾽ ενθουσιασμό κίνησαν για την εκστρατεία κι οι Μαντινείς από τα χωριά τους, γιατί είχαν αριστοκρατικό καθεστώς. Αλλά και οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι, οι Φλειάσιοι και οι Αχαιοί τους ακολούθησαν με πολλή προθυμία, κι άλλες πόλεις έστειλαν κι εκείνες στρατό. Παράλληλα, οι ίδιοι οι Λακεδαιμόνιοι και οι Κορίνθιοι επάνδρωναν πολεμικά, και ζήτησαν κι από τους Σικυωνίους να κάνουν το ίδιο, σχεδιάζοντας να τα μεταχειριστούν για να μεταφέρουν το στράτευμα αντίκρυ. [6.4.19] Ο Αρχίδαμος λοιπόν έκανε θυσία για το διάβα των συνόρων. Στο μεταξύ οι Θηβαίοι έστειλαν στην Αθήνα, ευθύς μετά τη μάχη, στεφανωμένο αγγελιαφόρο, για να εξηγήσουν πόσο μεγάλη είχε σταθεί η νίκη τους και συνάμα να ζητήσουν ενισχύσεις, λέγοντας ότι τώρα είχαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Λακεδαιμονίους για όλα όσα τους είχαν κάνει. [6.4.20] Η Βουλή των Αθηναίων έτυχε τότε να συνεδριάζει στην Ακρόπολη· όταν άκουσαν τί είχε συμβεί, έγινε ολοφάνερη η μεγάλη τους στενοχώρια — ούτε τον κήρυκα κάλεσαν να τον φιλοξενήσουν, ούτε και στο αίτημα για ενίσχυση απάντησαν, κι έτσι έφυγε ο κήρυκας από την Αθήνα. Ωστόσο οι Θηβαίοι, ανήσυχοι για το μέλλον, έστειλαν βιαστικά να ζητήσουν βοήθεια από τον Ιάσονα, που ήταν σύμμαχός τους. [6.4.21] Εκείνος επάνδρωσε αμέσως πολεμικά, τάχα πως θα πήγαινε σ᾽ ενίσχυσή τους από τη θάλασσα· στο μεταξύ όμως πήρε τους μισθοφόρους και την έφιππη φρουρά του και βάδισε από τη στεριά προς τη Βοιωτία, μόλο τον άσπονδο πόλεμο που του ᾽καναν οι Φωκείς, και πολλές πόλεις τους αιφνιδιάστηκαν με την παρουσία του πριν ακόμα ειδοποιηθούν για την προσέγγισή του. Έτσι, προτού συγκεντρωθεί από τριγύρω δύναμη να τον χτυπήσει, εκείνος είχε προλάβει να βρίσκεται κιόλας μακριά — δείχνοντας μ᾽ αυτόν τον τρόπο ότι η ταχύτητα είναι συχνά πιο αποτελεσματική από τη χρήση βίας. [6.4.22] Όταν έφτασε στη Βοιωτία, οι Θηβαίοι του είπαν ότι ήταν η στιγμή κατάλληλη για να επιτεθούν στους Λακεδαιμονίους, εκείνος με τους μισθοφόρους του από τα υψώματα κι οι ίδιοι κατά μέτωπο. Ο Ιάσων όμως τους έδωσε αντίθετες συμβουλές: είχαν σημειώσει μια λαμπρή επιτυχία, τους εξήγησε· δεν άξιζε να ριψοκινδυνέψουν τα πάντα, έτσι ώστε είτε να πετύχουν κάτι ακόμα σπουδαιότερο είτε να χάσουν και τους καρπούς της νίκης τους. [6.4.23] «Δεν βλέπετε», είπε, «ότι και σεις, όταν βρεθήκατε σ᾽ απόγνωση, νικήσατε; Πρέπει λοιπόν να περιμένετε ότι κι οι Λακεδαιμόνιοι, αν βρεθούν στην ίδια θέση, θα πολεμήσουν με το θάρρος της απελπισίας. Κι ο θεός μοιάζει συχνά να χαίρεται δυναμώνοντας τους αδύναμους και ταπεινώνοντας τους ισχυρούς». [6.4.24] Με τέτοια λόγια προσπαθούσε ν᾽ αποτρέψει τους Θηβαίους από μια τελική αναμέτρηση· στους Λακεδαιμονίους πάλι εξηγούσε τη διαφορά ανάμεσα σ᾽ έναν νικηφόρο και σ᾽ έναν νικημένο στρατό: «Κι αν θέλετε», είπε, «να ξεχάσετε την καταστροφή που πάθατε, σας συμβουλεύω να πάρετε ανάσα, να ξεκουραστείτε και να δυναμώσετε, και κατόπιν να πάτε να δώσετε μάχη μ᾽ εκείνους που δεν νικήθηκαν. Τώρα όμως, να το ξέρετε ότι ακόμα και μερικοί από τους συμμάχους σας διαπραγματεύονται φιλία με τους εχθρούς σας· προσπαθήστε λοιπόν με κάθε τρόπο να πετύχετε ανακωχή. Κι αυτό», πρόσθεσε, «είναι και η δική μου επιθυμία, γιατί θέλω να σας σώσω μια κι ο πατέρας μου ήταν φίλος σας κι εγώ είμαι πρόξενός σας». [6.4.25] Έτσι μιλούσε ο Ιάσων, ίσως όμως να το ᾽κανε με σκοπό να διατηρηθεί η έχθρα ανάμεσα στις δύο παρατάξεις και να τον έχουν ανάγκη και οι δύο. Οπωσδήποτε οι Λακεδαιμόνιοι, αφού τον άκουσαν, του ζήτησαν να μεσολαβήσει γι᾽ ανακωχή. Όταν ειδοποιήθηκαν ότι είχε συμφωνηθεί ανακωχή, οι πολέμαρχοι έδωσαν διαταγές να ᾽χουν όλοι ετοιμαστεί μετά το δείπνο για νυχτερινή πορεία, ώστε με τα ξημερώματα ν᾽ ανεβούν προς τον Κιθαιρώνα. Μόλις βράδιασε λοιπόν, ευθύς μετά το δείπνο και πριν πλαγιάσουν οι άνδρες, τους πρόσταξαν ν᾽ ακολουθήσουν και τους οδήγησαν στον δρόμο της Κρεύσιος, έχοντας περισσότερη εμπιστοσύνη στη μυστικότητα παρά στην ανακωχή. [6.4.26] Ύστερα από πολύ δύσκολη πορεία —έτσι καθώς έφευγαν νύχτα, φοβισμένοι κι από δύσβατο δρόμο— έφτασαν στα Αιγόσθενα της Μεγαρικής, όπου συναντήθηκαν με τον στρατό του Αρχιδάμου. Αυτός περίμενε ώσπου να παρουσιαστούν κι όλοι οι σύμμαχοι και κατόπιν πήρε ολόκληρο το στράτευμα μαζί ώς την Κόρινθο· εκεί απέλυσε τους συμμάχους κι οδήγησε τους Λακεδαιμονίους πίσω στον τόπο τους. |