1480
ΧΟΡΟΣ
Μεγάλο, αλήθεια, δαίμονα μελέτησες
και βαρυσύντυχο γι᾽ αυτά τα σπίτια·
κακιά και μαύρη μοίρα θύμισες,
αλίμονο, κι αχόρταγη στο κρίμα.
Αχ! Αχ! κι είν᾽ όλα από θεού βουλή
κι είν᾽ όλα από θεού το χέρι,
γιατί δεν είναι τίποτα στον άνθρωπο
χωρίς του Δία το θέλημα να γένει.
Αχ! αλίμονο, αλίμονο,
βασιλιά μου καλέ,
1490και πώς να σε κλάψω και τί να σου πω
από μέσ᾽ απ᾽ τη δόλια καρδιά μου;
μες σ᾽ αυτά της αράχνης τα δίχτυα γερτός
τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.
Αλίμονό μου, ποιός σου μέλλονταν
θάνατος που δε σου ᾽πρεπε·
θάνατος δολερός σε δάμασε
απ᾽ της γυναίκας σου το χέρι
με δίκοπο μαχαίρι!
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Πως δικιά μου είναι η πράξη επιμένεις να λες;
όμως βγάλ᾽ το απ᾽ το νου σου· πως είμαι μην πεις
του Αγαμέμνονα τάχα η γυναίκα·
1500τη μορφή της γυναίκας αυτού του νεκρού
ο δριμύς ο Αλάστορας πήρε ο παλιός
του απανθρώπου δείπνου του Ατρέα
και θυσία άντρα τέλειο πρόσφερε αυτόν,
τα σφαγμένα του βρέφη εκδικώντας.
ΧΟΡΟΣ
Πως είσαι καθαρή απ᾽ αυτό το φόνο,
ποιός θα βρεθεί και θα το μαρτυρήσει;
Πώς; πώς; μα ίσως και χέρι να᾽ δωσε
της γενεάς ο Αλάστορας ο αρχαίος·
και δρόμο ανοίγει χύνοντας
1510το γαίμα το συγγενικό ποτάμι·
ο Άρης ο μαύρος, για το ανόσιο
το παιδοφάγωμα δίκη να πάρει.
‹Αχ! αλίμονο, αλίμονο,
βασιλιά μου καλέ,
και πώς να σε κλάψω και τί να σου πω
από μέσ᾽ απ᾽ τη δόλια καρδιά μου;
μες σ᾽ αυτά της αράχνης τα δίχτυα γερτός
τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.
Αλίμονό μου, ποιός σου μέλλονταν
θάνατος που δε σου ᾽πρεπε·
θάνατος δολερός σε δάμασε
απ᾽ της γυναίκας σου το χέρι
1520με δίκοπο μαχαίρι!›
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Μα ούτ᾽ ακόμα να λες πως δεν του ᾽πρεπε αυτή
του θανάτου που του έλαχε η μοίρα·
μη δεν έμπασε τάχα κι αυτός δολερή
συμφορά μες σε τούτα τα σπίτια;
Μα δικό του βλαστάρι, δικό μου παιδί,
την πολύκλαυτη την Ιφιγένεια,
αν ό,τι της έκαμε βρήκε κι αυτός,
ας μην το καυχιέται στον Άδην, αφού
με θανάτου σπαθί
το ξεπλέρωσε ό,τι έπραξε πρώτος.
|