Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Περὶ τῶν συμμοριῶν (14) (24-30)

[24] Ὑπὲρ δὲ χρημάτων καὶ πόρου φανεροῦ τινὸς ἤδη παράδοξον μὲν οἶδα λόγον ὃν μέλλω λέγειν, ὅμως δ᾽ εἰρήσεται· πιστεύω γάρ, ἐάν τις ὀρθῶς σκοπῇ, μόνος τἀληθῆ καὶ τὰ γενησόμεν᾽ εἰρηκὼς φανεῖσθαι. ἐγώ φημι χρῆναι μὴ λέγειν νυνὶ περὶ χρημάτων· εἶναι γὰρ πόρον, ἂν δέῃ, μέγαν καὶ καλὸν καὶ δίκαιον, ὃν ἂν μὲν ἤδη ζητῶμεν, οὐδ᾽ εἰς τόθ᾽ ὑπάρχειν ἡγησόμεθ᾽ ἡμῖν· οὕτω πολὺ τοῦ πορίσαι νῦν ἀποσχήσομεν· ἐὰν δ᾽ ἐῶμεν, ἔσται. τίς οὖν ἔσθ᾽ οὗτος ὁ νῦν μὲν οὐκ ὤν, ὑπάρξων δ᾽ εἰς τότε; αἰνίγματι γὰρ ὅμοιον τοῦτό γε. ἐγὼ φράσω. [25] ὁρᾶτε τὴν πόλιν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πᾶσαν ταύτην. ἐν ταύτῃ χρήματ᾽ ἔνεστιν ὀλίγου δέω πρὸς ἁπάσας τὰς ἄλλας εἰπεῖν πόλεις. ταῦτα δ᾽ οἱ κεκτημένοι τοιοῦτον ἔχουσι νοῦν ὥστ᾽, εἰ πάντες οἱ λέγοντες φοβοῖεν ὡς ἥξει βασιλεύς, ὡς πάρεστιν, ὡς οὐδ᾽ οἷόν τε ταῦτ᾽ ἄλλως ἔχειν, καὶ μετὰ τῶν λεγόντων ἴσοι τὸ πλῆθος τούτοις χρησμῳδοῖεν, οὐ μόνον οὐκ ἂν εἰσενέγκαιεν, ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ἂν δόξειαν [οὐδ᾽ ἂν ὁμολογήσαιεν] κεκτῆσθαι. [26] εἰ μέντοι τὰ νῦν διὰ τῶν λόγων φοβερὰ ἔργῳ πραττόμεν᾽ αἴσθοιντο, οὐδεὶς οὕτως ἠλίθιός ἐστιν ὅστις οὐχὶ κἂν δοίη καὶ πρῶτος εἰσενέγκαι· τίς γὰρ αἱρήσεται μᾶλλον αὐτὸς καὶ τὰ ὄντ᾽ ἀπολωλέναι ἢ μέρος τῶν ὄντων ὑπὲρ αὑτοῦ καὶ τῶν λοιπῶν εἰσενεγκεῖν; χρήματα μὲν δή φημ᾽ εἶναι τότε, ἂν ὡς ἀληθῶς δέῃ, πρότερον δ᾽ οὔ. διὸ μηδὲ ζητεῖν παραινῶ· ὅσα γὰρ νῦν πορίσαιτ᾽ ἄν, εἰ προέλοισθε πορίζειν, πλείων ἐστὶ γέλως τοῦ μηδενός. [27] φέρε γάρ, ἑκατοστήν τις εἰσφέρειν ἐρεῖ νῦν; οὐκοῦν ἑξήκοντα τάλαντα. ἀλλὰ πεντηκοστήν τις ἐρεῖ, τὸ διπλοῦν; οὐκοῦν ἑκατὸν καὶ εἴκοσι. καὶ τί τοῦτ᾽ ἔστι πρὸς διακοσίας καὶ χιλίας καμήλους, ἃς βασιλεῖ τὰ χρήματ᾽ ἄγειν φασὶν οὗτοι; ἀλλὰ θῶ βούλεσθε δωδεκάτην ἡμᾶς εἰσοίσειν, πεντακόσια τάλαντα; ἀλλ᾽ οὔτ᾽ ἂν ἀνάσχοισθε οὔτ᾽, εἰ καταθεῖτε, ἄξια τοῦ πολέμου τὰ χρήματα. [28] δεῖ τοίνυν ὑμᾶς τὰ μὲν ἄλλα παρασκευάσασθαι, τὰ δὲ χρήματα νῦν μὲν ἐᾶν τοὺς κεκτημένους ἔχειν (οὐδαμοῦ γὰρ ἂν ἐν καλλίονι σῴζοιτο τῇ πόλει), ἐὰν δέ ποθ᾽ οὗτος ὁ καιρὸς ἔλθῃ, τόθ᾽ ἑκόντων εἰσφερόντων αὐτῶν λαμβάνειν. ταῦτα δὲ καὶ δυνάτ᾽ ἐστίν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ πράττειν καλὰ καὶ συμφέροντα καὶ βασιλεῖ περὶ ὑμῶν ἐπιτήδει᾽ ἀπαγγελθῆναι, καὶ φόβος οὐκ ὀλίγος γένοιτ᾽ ἂν ἐκείνῳ διὰ τούτων. [29] οἶδε μέν γε διακοσίαις τριήρεσιν, ὧν ἑκατὸν παρεσχόμεθ᾽ ἡμεῖς, τοὺς προγόνους αὐτοῦ χιλίας ἀπολέσαντας ναῦς, ἀκούσεται δὲ τριακοσίας αὐτοὺς ὑμᾶς νῦν παρεσκευασμένους τριήρεις· ὥστε μὴ κομιδῇ, μηδ᾽ εἰ πάνυ μαίνοιτο, νομίσαι ῥᾴδιόν τι τὸ τὴν ἡμετέραν πόλιν ἐχθρὰν ποιήσασθαι. ἀλλὰ μὴν εἴ γ᾽ ἐπὶ χρήμασιν αὐτῷ μέγ᾽ ἐπέρχεται φρονεῖν, καὶ ταύτην ἀσθενεστέραν ἀφορμὴν τῆς ὑμετέρας εὑρήσει. [30] ὁ μέν γε χρυσίον, ὥς φασιν, ἄγει πολύ. τοῦτο δ᾽ ἂν διαδῷ ζητήσει· καὶ γὰρ τὰς κρήνας καὶ τὰ φρέατ᾽ ἐπιλείπειν πέφυκεν, ἄν τις ἀπ᾽ αὐτῶν ἁθρόα πολλὰ λαμβάνῃ. ἡμῖν δὲ τὸ τῆς χώρας τίμημ᾽ ὑπάρχον ἀφορμὴν [ἑξακισχίλια τάλαντα] ἀκούσεται, ὑπὲρ ἧς ὡς μὲν τοὺς ἐπιόντας ἐκείνων ἀμυνόμεθα, οἱ Μαραθῶνι τῶν προγόνων αὐτοῦ μάλιστ᾽ ἂν εἰδεῖεν, ἕως δ᾽ ἂν κρατῶμεν, οὐκ ἔνι δήπου χρήμαθ᾽ ἡμᾶς ἐπιλείπειν.

ΠΙΣΤΕΙΣ (§§ 24-40)
[24] Όσο για τα χρήματα και για κάποια φανερή πηγή τους, γνωρίζω ότι η πρόταση που πρόκειται να κάνω τώρα θα σας φανεί παράξενη, ωστόσο όμως θα την κάνω. Γιατί πιστεύω ότι, αν κάποιος εξετάσει σωστά τα πράγματα, θα αποδειχθεί ότι είμαι ο μόνος που έχω πει την αλήθεια και πρόβλεψα τα όσα θα συμβούν. Η άποψή μου είναι ότι αυτήν τη στιγμή δεν πρέπει να συζητάμε για χρήματα· γιατί υπάρχει πηγή, αν χρειαστεί, άφθονη, έντιμη και δίκαιη· αν όμως αναζητήσουμε τώρα την πηγή αυτήν, θα φτάσουμε στο σημείο να πιστέψουμε ότι δεν θα υπάρχουν ως απόθεμα ούτε και στο μέλλον· τόσο πολύ θα απομακρυνθούμε από τη δυνατότητα να τα εξασφαλίσουμε τώρα· αν όμως δεν μιλήσουμε τώρα γι᾽ αυτήν την πηγή χρημάτων, στο μέλλον θα υπάρξει. Ποια λοιπόν είναι αυτή η πηγή που τώρα δεν υπάρχει, αλλά θα υπάρξει στο μέλλον; Μοιάζει βέβαια με αίνιγμα, αλλά εγώ θα σας το εξηγήσω. [25] Κοιτάξτε, Αθηναίοι, την πόλη μας από άκρη σ᾽ άκρη. Μέσα σ᾽ αυτήν υπάρχει πλούτος ίσος σχεδόν με όλων των άλλων πόλεων μαζί. Όσοι όμως τον έχουν, χαρακτηρίζονται από τέτοια νοοτροπία ώστε, αν όλοι οι ρήτορες άρχιζαν να δημιουργούν ατμόσφαιρα φόβου λέγοντας ότι θα έρθει ο Βασιλιάς, ότι είναι κιόλας κοντά, ότι δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν τα πράγματα, και ακόμη αν παράλληλα με τους ρήτορες προέβλεπαν αυτό άλλοι τόσοι μάντεις, όχι μόνο δεν θα συνεισέφεραν αλλά ούτε καν θα έδειχναν ούτε και θα παραδέχονταν ότι έχουν χρήματα. [26] Αν όμως, όσα τώρα είναι φοβερά ως πληροφορία, τα ένιωθαν να γίνονται στην πράξη, κανένας δεν είναι τόσο ηλίθιος που δεν θα έδινε χρήματα και δεν θα συνεισέφερε πρώτος αυτός. Γιατί ποιος θα προτιμήσει να χαθεί ο ίδιος και η περιουσία του παρά να συνεισφέρει ένα μέρος για να σώσει τη ζωή του και την υπόλοιπη περιουσία του; Χρήματα λοιπόν θα υπάρξουν τότε, αν πραγματικά τα χρειαστούμε· σας το διαβεβαιώ· πιο μπροστά όμως όχι. Γι᾽ αυτό, σας προτρέπω να μην τα αναζητείτε· γιατί όσα τώρα θα μπορούσατε να συγκεντρώσετε, αν αποφασίσετε να τα εξασφαλίσετε, το ποσό θα είναι κάτι περισσότερο από το τίποτε. [27] Για παράδειγμα, θα προτείνει κάποιος τώρα φορολογία ένα στα εκατό; Το αποτέλεσμα θα είναι εξήντα τάλαντα. Κάποιος άλλος ίσως προτείνει δύο στα εκατό, το διπλάσιο. Το αποτέλεσμα θα είναι εκατόν είκοσι τάλαντα· τι είναι όμως το ποσό αυτό μπροστά στις χίλιες διακόσιες καμήλες, που λένε αυτοί εδώ ότι κουβαλούν τα χρήματα για τον Βασιλιά; Μήπως θέλετε να βάλω εισφορά το ένα δωδέκατο της περιουσίας μας, πεντακόσια τάλαντα; Ούτε θα την αντέξετε ούτε, αν την καταβάλετε, θα ήταν τα χρήματα αυτά αρκετά για τον πόλεμο. [28] Πρέπει επομένως να ετοιμάσετε όλα τα άλλα και να αφήσετε προς το παρόν να έχουν τα χρήματα όσοι τα έχουν (γιατί πουθενά αλλού δεν θα διαφυλάσσονταν καλύτερα προς όφελος της πόλης), και, εάν ποτέ έρθει η στιγμή που θα τα χρειαστείτε, να τα πάρετε από αυτούς που τότε θα τα δώσουν με τη θέλησή τους. Οι προτάσεις μου αυτές, Αθηναίοι, είναι και πρακτικές και ωραίες και συμφέρουσες, αν τις υλοποιήσετε, και προσφέρονται να τις μάθει ο Βασιλιάς· έτσι, αυτά θα προκαλούσαν σ᾽ εκείνον όχι μικρό φόβο. [29] Γνωρίζει καλά βέβαια ότι με διακόσιες τριήρεις, από τις οποίες εκατό προσφέραμε εμείς, οι πρόγονοί του έχασαν χίλια πλοία, και θα μάθει ότι τώρα εμείς έχουμε έτοιμες τριακόσιες. Συνεπώς, και τελείως τρελός να ήταν, ούτε και τότε θα θεωρούσε εύκολη κάπως υπόθεση το να κάνει εχθρά του τη δική μας πόλη. Ακόμη, αν περνάει από τον νου του ότι μπορεί να περηφανεύεται για τα πλούτη του, θα διαπιστώσει ότι ακόμη και αυτά είναι πιο αδύνατη βάση από τη δική σας. [30] Όπως διαδίδουν, συγκεντρώνει άφθονο χρυσάφι. Αν όμως το σκορπάει εδώ και εκεί, μάταια θα αναζητήσει και άλλο· γιατί ακόμη και οι βρύσες και τα πηγάδια είναι φυσικό να στερεύουν, αν κάποιος αντλεί από αυτά πολύ νερό απανωτά. Για μας όμως θα μάθει ότι το βασικό κεφάλαιο είναι η αξία της πόλης μας. Οι πρόγονοί του, που πολέμησαν στον Μαραθώνα, θα γνωρίζουν πολύ καλά πώς αντιμετωπίζουμε τους επιδρομείς, όπως πολύ καλά το ξέρουν ότι, όσο είμαστε νικητές, δεν υπάρχει περίπτωση να μας λείψουν χρήματα.