Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Χοηφόροι (479-513)


ΟΡ. πάτερ, τρόποισιν οὐ τυραννικοῖς θανών,
480 αἰτουμένῳ μοι δὸς κράτος τῶν σῶν δόμων.
ΗΛ. κἀγώ, πάτερ, τοιάδε· σοῦ χρεία μ᾽ ἔχει
†φυγεῖν μέγαν προσθεῖσαν Αἰγίσθῳ† . . .
ΟΡ. οὕτω γὰρ ἄν σοι δαῖτες ἔννομοι βροτῶν
κτιζοίατ᾽· εἰ δὲ μή, παρ᾽ εὐδείπνοις ἔσῃ
485 ἄτιμος ἐμπύροισι κνισωτοῖς χθονός.
ΗΛ. κἀγὼ χοάς σοι τῆς ἐμῆς παγκληρίας
οἴσω πατρῴων ἐκ δόμων γαμηλίους·
πάντων δὲ πρῶτον τόνδε πρεσβεύσω τάφον.
ΟΡ. ὦ γαῖ᾽, ἄνες μοι πατέρ᾽ ἐποπτεῦσαι μάχην.
490 ΗΛ. ὦ Περσέφασσα, δὸς δέ γ᾽ εὔμορφον κράτος.
ΟΡ. μέμνησο λουτρῶν οἷς ἐνοσφίσθης, πάτερ.
ΗΛ. μέμνησο δ᾽ ἀμφίβληστρον ὡς ἐκαίνισαν—
ΟΡ. πέδαις δ᾽ ἀχαλκεύτοις ἐθηρεύθης, πάτερ—
ΗΛ. αἰσχρῶς τε βουλευτοῖσιν ἐν καλύμμασιν.
495 ΟΡ. ἆρ᾽ ἐξεγείρῃ τοῖσδ᾽ ὀνείδεσιν, πάτερ;
ΗΛ. ἆρ᾽ ὀρθὸν αἴρεις φίλτατον τὸ σὸν κάρα;
ΟΡ. ἤτοι δίκην ἴαλλε σύμμαχον φίλοις,
ἢ τὰς ὁμοίας ἀντίδος λαβὰς λαβεῖν,
εἴπερ κρατηθείς γ᾽ ἀντινικῆσαι θέλεις.
500 ΗΛ. καὶ τῆσδ᾽ ἄκουσον λοισθίου βοῆς, πάτερ·
ἰδὼν νεοσσοὺς τούσδ᾽ ἐφημένους τάφῳ,
οἴκτιρε θῆλυν ἄρσενός θ᾽ ὁμοῦ γόον.
ΟΡ. καὶ μὴ ᾽ξαλείψῃς σπέρμα Πελοπιδῶν τόδε,
οὕτω γὰρ οὐ τέθνηκας οὐδέ περ θανών.
505 [παῖδες γὰρ ἀνδρὶ κληδόνες σωτήριοι
θανόντι· φελλοὶ δ᾽ ὣς ἄγουσι δίκτυον,
τὸν ἐκ βυθοῦ κλωστῆρα σῴζοντες λίνου.]
ΗΛ. ἄκου᾽, ὑπὲρ σοῦ τοιάδ᾽ ἔστ᾽ ὀδύρματα,
αὐτὸς δὲ σῴζῃ τόνδε τιμήσας λόγον.
510 ΧΟ. καὶ μὴν ἀμεμφῆ τόνδ᾽ ἐτείνατον λόγον,
τίμημα τύμβου τῆς ἀνοιμώκτου τύχης.
τὰ δ᾽ ἄλλ᾽, ἐπειδὴ δρᾶν κατώρθωσαι φρενί,
ἔρδοις ἂν ἤδη δαίμονος πειρώμενος.


ΟΡΕΣΤΗΣ
Ω εσύ, πατέρα, που όπως σου άξιζε, δεν πήγες
με θάνατο βασιλικό, σου ζητώ δώσε
480του αρχοντικού σου κατοχή να πάρει ο γιος σου.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Κι εγώ είναι τέτοια που ζητώ από σε, πατέρα,
πώς να ξεφύγω απ᾽ τα δεινά, μ᾽ αφού μπορέσω
να δώσω πρώτα του Αίγιστου κακό μεγάλο.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Γιατ᾽ έτσι μόνο θ᾽ αποχτήσεις τ᾽ άγια δείπνα
που ορίζει ο νόμος· ειδεμή δε θα ᾽χεις μέρος
στις κνισσωτές καλόδειπνες θυσίες της χώρας.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Χοές κι εγώ στους γάμους μου θενα σου φέρω
απ᾽ όλη μου των πατρικών σπιτιών την προίκα
κι απ᾽ όλα πρώτο αυτόν τον τάφο θα τιμήσω.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Βγάλ᾽ τον απάνω, ω Γη, τη μάχη να επιβλέπει.
ΗΛΕΚΤΡΑ
490Κι ω Περσεφόνη, δωσ᾽ μας νίκη ευτυχισμένη.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Θυμήσου το λουτρό που σφάχτηκες, πατέρα.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Θύμου και κείνο που σου εγκαίνιασαν το δίχτυ.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Και πιάστηκες στ᾽ αχάλκευτά του τα πεδούκλια.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Στ᾽ άτιμα που σοφίστηκαν τυλίγματά τους.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Ακούς ντροπές και τέλος δε ξυπνάς, πατέρα;
ΗΛΕΚΤΡΑ
Κι ορθό τ᾽ αγαπητό κεφάλι δε σηκώνεις;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Στείλε λοιπόν σύμμαχο στους δικούς τη Δίκη·
ή δωσ᾽ κι αυτοί με τα όμοια να παλέψουν όπλα,
αν θες τη νίκη πὄχασες να πάρεις πίσω.
ΗΛΕΚΤΡΑ
500Άκου και τη στερνή μου αυτήν ευχή, πατέρα·
διες τα κλωσσόπουλά σου αυτά, που ᾽ν᾽ στριμωγμένα
πάνω στον τάφο σου· σπλαχνίσου γιο και κόρη
και των Πελοπιδών το σπέρμ᾽ αυτό μη σβήσεις,
γιατί έτσι και νεκρός θα ζεις πέρ᾽ απ᾽ τον τάφο.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Άκου κι είναι για σέν᾽ αυτά τα μοιρολόγια·
συ ᾽σαι που θα σωθείς, τα λόγι᾽ αυτά αν τιμήσεις,
αφού είναι τα παιδιά που σώζουν τ᾽ όνομά του
ενός νεκρού, και σαν φελλοί κρατούν το δίχτυ
κι απ᾽ το βυθό το κλώστινο πλεμάτι σώζουν.
ΧΟΡΟΣ
510Μ᾽ όλα τα δίκια σας αυτός ο μακρός θρήνος,
τιμή του τάφου για την άκλαυτή του μοίρα·
μα μια πὄπιασ᾽ η απόφαση μες στην καρδιά σου,
καιρός στο έργο την τύχη σου να δοκιμάσεις.