Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Ἱκέτιδες (980-1017)


980 ΔΑ. ὦ παῖδες, Ἀργείοισιν εὔχεσθαι χρεών,
θύειν τε λείβειν θ᾽, ὡς θεοῖς Ὀλυμπίοις,
σπονδάς, ἐπεὶ σωτῆρες οὐ διχορρόπως.
καί μου τὰ μὲν πραχθέντα πρὸς τοὺς ἐγγενεῖς
φίλους πικρῶς ἤκουσαν αὐτανεψίοις·
985 ἐμοὶ δ᾽ ὀπαδοὺς τούσδε καὶ δορυσσόους
ἔταξαν, ὡς ἔχοιμι τίμιον γέρας,
καὶ μήτ᾽ ἀέλπτως, δορικανεῖ μόρῳ θανὼν
λάθοιμι, χώρᾳ δ᾽ ἄχθος ἀείζων πέλοι
‹. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .›
τοιῶνδε τυγχάνοντας ἐκ πρυμνῆς φρενὸς
990 χάριν σέβεσθαι τιμιωτέραν † ἐμοῦ.
καὶ ταῦθ᾽ ἅμ᾽ ἐγγράψασθε πρὸς γεγραμμένοις
πολλοῖσιν ἄλλοις σωφρονίσμασιν πατρός,
ἀγνῶθ᾽ ὅμιλον, ὡς ἐλέγχεται χρόνῳ,
πᾶς δ᾽ ἐν μετοίκῳ γλῶσσαν εὔτυκον φέρει
995 κακήν, τό τ᾽ εἰπεῖν εὐπετὲς μύσαγμά πως.
ὑμᾶς δ᾽ ἐπαινῶ μὴ καταισχύνειν ἐμέ,
ὥραν ἐχούσας τήνδ᾽ ἐπίστρεπτον βροτοῖς.
τέρειν᾽ ὀπώρα δ᾽ εὐφύλακτος οὐδαμῶς·
θῆρες δὲ κηραίνουσι καὶ βροτοί—τί μήν; —
1000 καὶ κνώδαλα πτεροῦντα καὶ πεδοστιβῆ.
† καρπώματα στάζοντα κηρύσσει Κύπρις
κάλωρα κωλύουσαν θωσμένειν ἔρῳ, †
καὶ παρθένων χλιδαῖσιν εὐμόρφοις ἔπι
πᾶς τις παρελθὼν ὄμματος θελκτήριον
1005 τόξευμ᾽ ἔπεμψεν, ἱμέρου νικώμενος.
πρὸς ταῦτα μὴ πάθωμεν ὧν πολὺς πόνος
πολὺς δὲ πόντος οὕνεκ᾽ ἠρόθη δορί,
μηδ᾽ αἶσχος ἡμῖν, ἡδονὴν δ᾽ ἐχθροῖς ἐμοῖς
πράξωμεν. οἴκησις δὲ καὶ διπλῆ πάρα·
1010 τὴν μὲν Πελασγός, τὴν δὲ καὶ πόλις διδοῖ,
οἰκεῖν λάτρων ἄτερθεν· εὐπετῆ τάδε.
μόνον φύλαξαι τάσδ᾽ ἐπιστολὰς πατρός,
τὸ σωφρονεῖν τιμῶσα τοῦ βίου πλέον.
ΧΟ. τἄλλ᾽ εὐτυχοῖμεν πρὸς θεῶν Ὀλυμπίων·
1015 ἐμῆς δ᾽ ὀπώρας οὕνεκ᾽ εὖ θάρσει, πάτερ.
θεοῖς γὰρ εἴ τι μὴ βεβούλευται νέον,
ἴχνος τὸ πρόσθεν οὐ διαστρέψω φρενός.


ΔΑΝΑΟΣ
980Σα σε θεούς, κόρες μου, πρέπει στους Αργείους
να κάνετε την προσευχή σας και θυσίες
και σπονδές να προσφέρετε, γιατί σωτήρες,
με δίχως γνώμη δεύτερη, μας είν᾽ αλήθεια·
και μ᾽ αγανάχτηση άκουσαν πώς μας φερθήκαν
στενοί από αίμα συγγενείς, οι εξάδερφοί σας·
και μεν᾽ αυτούς μου ορίσανε τους δορυφόρους
να μου ακλουθούν, τιμητική μου συνοδεία,
και για να μην, απρόβλεφτα, τύχει και πέσω
από εχθρικό κρυφά κοντάρι σκοτωμένος
και βάρος πάρει επάνω της αιώνιο η χώρα.
…………………………………………………..
Για τέτοια π᾽ αξιωθήκαμε, χρέος απ᾽ τα βάθη
990να τους τιμάτε της καρδιάς, πιο κι από μένα.
Μα τώρα γράψετε κι αυτά κοντά στις τόσες
πόχετε γράψει του πατέρα σας ορμήνιες:
— Άνθρωποι ξένοι κι άγνωστοι, χρειάζεται χρόνος
για να δοκιμαστούν, και για τους νιοφερμένους
πρόχειρη την κακογλωσσιά έχει ο καθένας,
κι εύκολο, κάποιο βρομερό να ρίξει λόγο·
λοιπόν το νου σας να ᾽χετε μην ντροπιαστούμε·
πάνω στην ώρα βρίσκεστε, που τραβά πάντα
τους άντρες, κι είναι δύσκολο τα ώριμα φρούτα
να φυλαχτούν ποτέ καλά, μα τα ματιάζουν
ζώα κι ανθρώποι, τα πετάμενα τ᾽ αγέρα
1000και τα σερνάμενα της γης – πώς όχι; η Κύπρη
διαλαλάει τους μελίσταχτους καρπούς, καλώντας
τον Έρωτα για να τρυγήσει τον ανθό τους·
και πάνω στις καμαρωτές ωραίες παρθένες
καθένας, που περνά, πετάει τη λιγωμένη
των ματιών σαϊτιά, νικημένος του πόθου.
Γι᾽ αυτό ας κοιτάξομε λοιπόν μη πάθομ᾽ όσα
για ν᾽ αποφύγομε πολύς μας βρήκε πόνος
κι οργώθηκε πόντος πολύς με το καράβι.
Όσο για κατοικία μας και διπλά σπίτια
1010μας δίνουν, το ένα ο Πελασγός και τ᾽ άλλο η πόλη
να καθόμαστε αρόγιαστα· γι᾽ αυτό ξεγνοιάστε.
Μόν᾽ τις παραγγελιές μου αυτές να μη ξεχνάτε,
γιατ᾽ η τιμή κι απ᾽ τη ζωή πιότερο αξίζει.
ΧΟΡΟΣ
Τ᾽ άλλα από τους θεούς να μας έρθουνε πρίμα,
κι όσο για τον ανθό της νιότης μου, μην έχεις
φόβο, πατέρα, ολότελα· γιατ᾽ αν για μένα
καμιά άλλη απόφαση οι θεοί δεν έχουν πάρει,
δε θεν᾽ αλλάξω εγώ του νου τα παλιά χνάρια.