Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία

του Α. Ρεγκάκου (με τη συνεργασία του Ν. Μήλτσιου)

Ε2. Oι δημηγορίες στην αρχαία ελληνική ιστοριογραφία

 

Οι δημηγορίες (λόγοι) που απαντούν στα αρχαία ιστορικά έργα αποτελούν μια ακόμη προφανή κληρονομιά του ομηρικού αφηγηματικού τρόπου -αξίζει να θυμηθούμε ότι το 45% περίπου του κειμένου της Ιλιάδας καταλαμβάνεται από ευθείς λόγους, για να εκτιμήσουμε τη σπουδαιότητα αυτού του εκφραστικού μέσου στην επική ποίηση. Λόγους φαίνεται ότι χρησιμοποίησε ένας από τους πρώτους ιστορικούς, ο «λογογράφος» Εκαταίος ο Μιλήσιος (FGrHist 1 F 30), μολονότι η χρήση τους πριν από τον Ηρόδοτο πρέπει να ήταν ιδιαιτέρως φειδωλή, αν πιστέψουμε τον βιογράφο του Θουκυδίδη Μαρκελλίνο που γράφει (κεφ. 38) ότι πριν από τον Θουκυδίδη οι ιστορικοί αρκούνταν σε «άψυχες», απλές αφηγήσεις χωρίς δημηγορίες και ότι ο Ηρόδοτος που επεχείρησε να εισαγάγει τους λόγους στο έργο του το έκανε σπάνια και για λόγους ηθογράφησης και όχι για να εκθέσει τις πολιτικές απόψεις των πρωταγωνιστών της ιστορίας του.

Οι λόγοι στις Ιστορίες του Ηροδότου είναι πράγματι σπανιότεροι από ό,τι στο έργο του Θουκυδίδη, αλλά κυρίως παρουσιάζουν ένα πολύ πιο ποικίλο περιεχόμενο· ένας ικανός αριθμός τους απαντά στις λεγόμενες νουβέλες του ηροδότειου έργου (κυρίως με τη μορφή διαλόγων: π.χ. Γύγης-Κανδαύλης, Σόλων-Κροίσος, Κροίσος-Άδραστος, Κροίσος-Κύρος, Αστυάγης-Άρπαγος, Αστυάγης-Κύρος κλπ.), ενώ άλλοι είναι περισσότεροι «πολιτικοί», αυτοί κυρίως που περιλαμβάνονται στα τελευταία βιβλία και πλησιάζουν ως προς τη σημασία και τον ρόλο τους τις θουκυδίδειες δημηγορίες (π.χ. οι λόγοι του Ξέρξη, του Αρτάβανου και του Μαρδόνιου στο συμβούλιο του περσικού στέμματος, στην αρχή του 7ου βιβλίου, οι διάλογοι Ξέρξη-Αρτάβανου και Ξέρξη-Δημάρατου, οι λόγοι του Θεμιστοκλή στο 8ο βιβλίο, οι διαπραγματεύσεις των Ελλήνων πρέσβεων στην αυλή του Γέλωνα στο 7ο και οι διαπραγματεύσεις Αθηναίων-Λακεδαιμονίων και Αλέξανδρου στην Αθήνα στο τέλος του 8ου βιβλίου κλπ.). Mεθοδολογικές παρατηρήσεις του Ηροδότου για τη φύση και τη χρήση των λόγων στο έργο του δεν υπάρχουν, εντύπωση πάντως προκαλεί η επιμονή, με την οποία εισάγει την περίφημη συζήτηση για τα πολιτεύματα (3.80.1), ότι μπορεί ορισμένοι Έλληνες να δυσπιστούν, οι λόγοι όμως του Οτάνη, του Μεγάβυξου και του Δαρείου λέχθηκαν πραγματικά (καὶ ἐλέχθησαν λόγοι ἄπιστοι μὲν ἐνίοισι Ἑλλήνων, ἐλέχθησαν δ᾽ὦν). Η ρητή αυτή διαβεβαίωση του ιστορικού για την αυθεντικότητα της απόδοσης αυτών των λόγων δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι την ίδια αυθεντικότητα απαιτεί να αποδώσουμε συνολικά στους λόγους των Ιστοριών του -κάτι που είναι ασφαλώς δύσκολο, αν σκεφθούμε (δια)λόγους που υποτίθεται ότι χρονολογούνται έναν και πλέον αιώνα πριν από την εποχή του.

Oι δημηγορίες κατέχουν περίοπτη θέση στην Ιστορίατου Θουκυδίδη, ο οποίος είναι και ο πρώτος ιστορικός που εκφράζεται για τη φύση τους. Κατά δήλωσή του (1.22) αποτελούν ένα από τα δύο κύρια συστατικά στοιχεία του έργου του -το άλλο είναι τα ἔργα, οι πράξεις. Στο κεφάλαιο περί της μεθόδου -συγκεκριμένα στο σημείο που ο Θουκυδίδης αναφέρεται στις δημηγορίες (1.22.1)- διαπιστώνεται (παρά τιςεπανειλημμένες προσπάθειες να αρθεί) μια αντίφαση ανάμεσα στην αξίωση του ιστορικού για αντικειμενικότητα και στη διατύπωση προσωπικών κρίσεων ή προτιμήσεων· επομένως δεν μπορεί να συναχθεί τελικό συμπέρασμα για το αν και σε ποιον βαθμό ο Θουκυδίδης αναπαράγει πιστά τις δημηγορίες των πρωταγωνιστών των γεγονότων. Αν εξετάσουμε τις ομιλίες σε ευθύ λόγο, όπως αυτές εμφανίζονται στο έργο του ιστορικού, συμπεραίνουμε ότι οι λόγοι δεν αποτελούν πιστή καταγραφή των πραγματικών και ότι ο βαθμός της πλασματικότητάς τους είναι κυμαινόμενος. Στον Θουκυδίδη πρέπει να αποδοθεί η επιλογή μεταξύ των λόγων που εκφωνήθηκαν κατά την περίοδο του πολέμου (αφού ασφαλώς δεν έχει περιλάβει στο έργο όλες τις δημηγορίες που τού ήταν γνωστές), ένα, άγνωστο πλέον, μέρος του περιεχομένου τους, η μορφή τους αλλά και ο τρόπος με τον οποίο συνδέονται μεταξύ τους μέσω ενός δικτύου «συνειρμών» και παραπομπών.

Στο έργο παρατίθενται 41 δημηγορίες (εκ των οποίων άλλες εμφανίζονται μεμονωμένες, άλλες σε ζεύγη ή ομάδες), μία πολύ σύντομη αντιλογία (2.71-74 μεταξύ του Αρχίδαμου και των Πλαταιέων) και ένας αρκετά εκτενής διάλογος (5.85-116 μεταξύ των Αθηναίων και των Μηλίων). Επίσης παρατίθενται δημηγορίες σε πλάγιο λόγο, δεν είναι όμως εύκολο να εντοπιστούν και να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Οι δημηγορίες διακρίνονται σύμφωνα με την αρχαία παράδοση (Μαρκελλ. 41 κ.ε.) σε συμβουλευτικές (38), δικανικές (2: Πλαταιείς και Θηβαίοι στα χωρία 3.53-59 και 61-67) και πανηγυρικές («Επιτάφιος»). Μαρτυρούν έναν υψηλό βαθμό ρητορικής επεξεργασίας, ενώ συγχρόνως εμφανίζουν στενή σχέση με τις ρητορικές πρακτικές και θεωρίες του 5ου και 4ου αι. π.Χ.

Οι δημηγορίες αποτελούν συστατικό στοιχείο μιας ευρύτερης δομής του θουκυδίδειου έργου, στην οποία ανήκουν η αφήγηση, η δεύτερη, όταν υπάρχει, δημηγορία-αντίλογος, όπως και άλλες ομιλίες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές και τόπους, οι οποίες με έμμεσο ή άμεσο τρόπο παραπέμπουν συχνά η μία στην άλλη. Επομένως οι δημηγορίες λειτουργούν σε δύο επίπεδα: σε αυτό του ακροατηρίου ενώπιον του οποίου (υποτίθεται ότι) εκφωνήθηκαν και στο επίπεδο του αναγνώστη της Ιστορίας. «Ο Θουκυδίδης δεν συντάσσει μια πραγματική ομιλία αλλά την αναπαριστά, και, ενώ στόχος του πραγματικού αγορητή είναι να πείσει το ακροατήριό του, σκοπός του ιστορικού είναι να μας δείξει με ποιον τρόπο και για ποιον λόγο πέτυχαν ή απέτυχαν οι εκάστοτε ομιλητές, να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε, αλλά και να κρίνουμε τον πολιτικό και το ακροατήριό του» (Macleod σ. 69). Υπό αυτή την έννοια δεν μπορούμε να θεωρούμε ότι οι δημηγορίες απηχούν τις προσωπικές απόψεις του ιστορικού.

Ο κεντρικός ρόλος των δημηγοριών στον Θουκυδίδη επιβεβαιώνεται και από ένα άλλο γεγονός: η δεσπόζουσα μορφή της διάρθρωσης της θουκυδίδειας αφήγησης είναι η αλληλεπίδραση μεταξύ λόγων και ἔργων. Λόγοι και ἔργα συνδέονται στενά μεταξύ τους: με τις μεταξύ τους αντιστοιχίες ενισχύουν το ένα το άλλο και καταδεικνύουν επίσης την αντίθεση μεταξύ σχεδίου και εκτέλεσης, τη σχέση που υπάρχει μεταξύ του ανθρώπινου σχεδιασμού και της πραγματικότητας. Λόγοι μεμονωμένοι ή σε ομάδες προαναγγέλλουν τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν ή και ολόκληρες περιόδους (π.χ. η δημηγορία του Αρχίδαμου ή του Φορμίωνα στα χωρία 2.11 και 2.89 ή η τριάδα λόγων πριν από τη Σικελική εκστρατεία στην αρχή του 6ου βιβλίου). Αλλά και αντιστρόφως, οι λόγοι εν μέρει ή εν όλω επαληθεύονται ή διαψεύδονται εκ των υστέρων από τα ίδια τα ἔργα.

Mια ιδιαίτερη κατηγορία των συμβουλευτικών λόγων που απαντούν πρώτα στον Θουκυδίδη και κατόπιν στους μεταγενέστερους ιστορικούς είναι οι στρατιωτικές παραινέσεις (παρακλήσεις, παρακλητικοὶ λόγοι) που απευθύνουν οι στρατηγοί προς τα στρατεύματά τους πριν από μια μάχη. Η έρευνα έχει ασχοληθεί επίμονα με το ζήτημα αν οι στρατιωτικοί ηγέτες εκφωνούσαν πριν από τις μάχες σεσοφισμένους και ενίοτε εκτενείς λόγους με αποδέκτες τους έτοιμους για μάχη στρατιώτες τους· φαίνεται πως είναι πιθανόν οι στρατηγοί να ενθάρρυναν με σύντομες ομιλίες τα στρατεύματά τους, είναι όμως αδύνατον να πιστέψουμε ότι εκφωνούσαν περίτεχνους λόγους, όπως λ.χ. είναι αυτός των Πελοποννησίων ναυάρχων ή του Φορμίωνα στον Θουκυδίδη (2.87 και 89).

Μετά τον Θουκυδίδη οι λόγοι εδραιώνονται ως βασικό στοιχείο των ιστορικών έργων -πόσο μάλιστα που κατά τον 4ο αιώνα η ιστοριογραφία τέθηκε υπό την αιγίδα και την επιρροή της ρητορικής. Ενδιαφέρον παρουσιάζει στην εποχή αυτή η κρίση ενός από τους συνεχιστές του Θουκυδίδη, του Κράτιππου, ο οποίος (FGrHist 64 F 1) ψέγει τον Αθηναίο ιστορικό, επειδή οι πολλές δημηγορίες του διέκοπταν με τρόπο ενοχλητικό την αφήγηση (και τάχα για τον λόγο αυτόν δεν απαντούν πια στο 8ο βιβλίο της Ιστορίας), και η άποψη του ιστορικού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Καλλισθένη, ο οποίος στον κανόνα του Θουκυδίδη ότι οι δημηγορίες πρέπει να ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες περιστάσεις και στα πρόσωπα (1.22.1 περὶ τῶν αἰεὶ παρόντων … τὰ δέοντα … ἐχομένωι ὡς ἐγγύτατα τῆς ξυμπάσης γνώμης τῶν ἀληθῶς λεχθέντων) δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο πρόσωπο του ομιλούντος (FGrHist 124 F 44: δεῖ τὸν γράφειν τι πειρώμενον μὴ ἀστοχεῖν τοῦ προσώπου, ἀλλ' οἰκείως αὐτῶι τε καὶ τοῖς πράγμασι τοὺς λόγους θεῖναι).

Επανειλημμένα και διεξοδικά έχει εκφραστεί και ο Πολύβιος σχετικά με τη θέση και τη φύση των δημηγοριών σε ένα ιστορικό έργο· οι απόψεις του εκκινούν από τον Θουκυδίδη, τονίζουν όμως ιδιαιτέρως την αυθεντικότητα των λόγων. Στην κριτική κατά του Τίμαιου ο Πολύβιος σημειώνει (12.25a κ.ε.) ότι ο προκάτοχός του έσφαλε και ως προς τις δημηγορίες, τις παρακλήσεις και τους πρεσβευτικούς λόγους, διότι δεν κατέγραψε ούτε όσα ελέχθησαν ούτε το πραγματικό νόημα των όσων ελέχθησαν (οὐ γὰρ τὰ ῥηθέντα γέγραφεν, οὐδ᾽ὡς ἐρρήθη κατ' ἀλήθειαν), αλλά εκμεταλλεύτηκε τους λόγους για να κάνει επίδειξη των ρητορικών του ικανοτήτων, εφευρίσκοντας όλα τα δυνατά επιχειρήματα (πάντας … τοὺς ἐνόντας λόγους· πρὸς πᾶσαν ὑπόθεσιν εὑρεσιλογῶν). Πρώτη όμως υποχρέωση του ιστορικού είναι να καταγράψει ό,τι λέχθηκε στην πραγματικότητα και ύστερα να ανακαλύψει την αιτία γιατί ένας λόγος είχε ή δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα (ὅτι τῆς ἱστορίας ἰδίωμα τοῦτ' ἐστὶ τὸ πρῶτον μὲν αὐτοὺς τοὺς κατ' ἀλήθειαν εἰρημένους, οἷοί ποτ' ἂν ὧσι, γνῶναι λόγους, δεύτερον τὴν αἰτίαν πυνθάνεσθαι, παρ' ἣν ἢ διέπεσεν ἢ κατωρθώθη τὸ πραχθὲν ἢ ῥηθέν· βλ. και 2.56.10: τῶν δὲ πραχθέντων καὶ ῥηθέντων κατ' ἀλήθειαν αὐτῶν μνημονεύειν πάμπαν). Μόνο με τον τρόπο αυτόν διαφυλάσσεται η χρησιμότητα του ιστορικού έργου, με άλλα λόγια μόνο όταν γνωρίζουμε τι πραγματικά ελέχθη και ποιές ήταν οι αιτίες για την επιτυχία ή την αποτυχία μιας δημηγορίας μπορούμε να διδαχθούμε για την αντιμετώπιση άλλων καταστάσεων (12.25i.8: εἰ γὰρ οἱ συγγραφεῖς ὑποδείξαντες τοὺς καιροὺς καὶ τὰς ὁρμὰς καὶ διαθέσεις τῶν βουλευομένων, κἄπειτα τοὺς κατ' ἀλήθειαν ῥηθέντας λόγους ἐκθέντες διασαφήσαιεν ἡμῖν τὰς αἰτίας, δι' ἃς ἢ κατευστοχῆσαι συνέβη τοὺς εἰπόντας ἢ διαπεσεῖν, γένοιτ' ἄν τις ἔννοια τοῦ πράγματος ἀληθινή, καὶ δυναίμεθ' ἂν ἅμα μὲν διακρίνοντες, ἅμα δὲ μεταφέροντες ἐπὶ τὰ παραπλήσια κατευστοχεῖν ἀεὶ τῶν προκειμένων).

Στην ρωμαϊκή, τέλος, ιστοριογραφία οι δημηγορίες, που συνιστούν αναπόσπαστο στοιχείο του είδους, αποτελούν το κύριο μέσο ηθογράφησης των πρωταγωνιστών -οι δύο σημαντικότεροι Ρωμαίοι ιστορικοί, ο Σαλλούστιος και ο Τάκιτος, χρησιμοποιούν τους λόγους κυρίως ως κάτοπτρα των χαρακτήρων των ιστορικών ηγετών και λιγότερο ως μέσο ανάλυσης των βαθύτερων ιστορικών αιτιών.

 

Βιβλιογραφία

Bakker, E.J. / De Jong, I.J.F. / Van Wees, Η. (εκδ.). 2002. Brill's Companion to Herodotus, Leiden (= Εγχειρίδιο ηροδότειων σπουδών, Αθήνα 2007).

Deffner, A. 1933. Die Rede bei Herodot und ihre Weiterbildung bei Thukydides. διδ. διατριβή Μόναχο.

Fornara, Ch. W. 1983. The Nature of History in Ancient Greece and Rome, Berkeley και Los Angeles.

Hornblower, S. 1987. Thucydides, Λονδίνο.

Jacoby, F. 1913. «Herodotos», RESuppl. 2, 205-520 (= F. J., Griechische Historiker, Στουτγάρδη 1956, 7-164).

Luschnat, O. 1970. «Thukydides der Historiker», RE Suppl. 12, 1085-1354.

Macleod, C.(1983). «Rhetoric and History», στο: του ιδ., Collected Essays, Οξφόρδη, 68-87.

Marincola, J. 1997. Authority and Tradition in Ancient Historiography, Cambridge.

-, 2001. Greek Historians, Οξφόρδη.

-, (εκδ.), 2007. «Speeches in Classical Historiography», στο: A Companion to Greek and Roman Historiography, τόμ. 1, Οξφόρδη, 118-132.

Ρεγκακος, Α. 2010. Επινοώντας το παρελθόν. Γέννηση και ακμή της ιστοριογραφικής αφήγησης στην κλασική αρχαιότητα, Αθήνα.

Rengakos, A. / Tsakmakis, A. (εκδ.). 2006. Brill's Companion to Thucydides, Leiden (= Τριάντα δύομελέτες για τον Θουκυδίδη, Θεσσαλονίκη 2011).