Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Martin Crimp

Σκληρά και τρυφερά

Μετάφραση: Ιωάννα Σκουφά

(αποσπάσματα)


Μέρος Δεύτερο

Σκηνή Δεύτερη

Βράδυ. Η μουσική από την προηγούμενη σκηνή συνεχίζεται χωρίς διακοπή, ενώ η Οικονόμος, η Φυσιοθεραπεύτρια και η Αισθητικός ετοιμάζουν το δωμάτιο για την επιστροφή του Στρατηγού. Τοποθετούν λουλούδια σε όλο το δωμάτιο, κρεμάνε μια κορδέλα που γράφει "ΚΑΛΩΣΗΡΘΕΣ ΗΡΩΑ ΜΑΣ" και στρώνουν το τραπέζι για να δειπνήσουν η Αμέλια με τον Στρατηγό.

[…]


ΤΖΕΪΜΣ Λοιπόν, δεν θέλεις να μάθεις για την Αφρική;

ΑΜΕΛΙΑ Φυσικά και θέλω. Πες μου, πώς ήταν;

ΤΖΕΪΜΣ Η Αφρική; Η Αφρική ήταν υπέροχη, μαμά. Κάθε Κυριακή πρωί χτυπούν οι καμπάνες της εκκλησίας και όλοι οι Αφρικανοί μπαίνουν στα αφρικανικά τζιπ τους και πηγαίνουν στην εκκλησία, ενώ τα δέντρα κατά μήκος του δρόμου είναι γεμάτα φθινοπωρινά φύλλα…

ΑΜΕΛΙΑ Ναι ε;

ΤΖΕΪΜΣ Και τα απογεύματα — τι; Ξαφνιάστηκες; Τα απογεύματα τα παιδιά, την ώρα που οι γονείς τους κατασκευάζουν αφρικανικά έπιπλα με εξαγωνικά κλειδιά και τα τοποθετούν σε επίπεδες συσκευασίες, αυτά αράζουν στα μεξικάνικα εστιατόρια ή πειραματίζονται με το σεξ ή παίζουν με αντιαρματικά ρουκετοβόλα. Να σου βάλω κι άλλο κρασί, μαμά;


Μικρή παύση.


ΑΜΕΛΙΑ Δεν ήξερα ότι στην Αφρική έχει—

ΤΖΕΪΜΣ Τι, μαμά; Μεξικάνικο φαγητό;

ΑΜΕΛΙΑ Ότι έχει φθινοπωρινά— φθινοπωρινά φύλλα.

ΤΖΕΪΜΣ Βλέπεις, στην αρχή νόμιζα ότι έφταιγε η μεξικάνικη κουζίνα. Ξύπνησα και άκουσα τον μπαμπά να κάνει εμετό στο μπάνιο και, φυσικά, σκέφτηκα ότι έφταιγε η μεξικάνικη κουζίνα, μαμά— — αυτή η μεξικάνικη-αφρικάνικη πίτσα— αυτή η εντσιλάδα με κρέας φιδιού που σερβίρανε στην καντίνα των στρατηγών στη γιορτή για τη νίκη μας. Αλλά όχι. Όχι, μαμά— δεν έφταιγε το φαγητό, όχι δεν ήταν αυτός ο λόγος που ο πατέρας μου— ο οποίος μπορεί να περπατήσει μέσα στη φωτιά, θυμάσαι— να περπατήσει μέσα στη φωτιά για να σώσει έναν πληγωμένο στρατιώτη και μετά να τον κουβαλήσει για δέκα ώρες στην πλάτη του διασχίζοντας την άμμο— δεν είναι αυτός ο λόγος που ο μπαμπάς είναι στο μπάνιο και έχει γραπώσει τον νεροχύτη με τα δύο χέρια, όπως κάνει ένας γέρος που προσπαθεί να πάει στο ταχυδρομείο με την πατερίτσα του. Δεν φταίει το μεξικάνικο φαγητό που ο πατέρας παλεύει να ρουφήξει αέρα— ρουφάει και ρουφάει τον αέρα μαμά, λες και πνίγεται με το ίδιο του το σάλιο.


Και μετά είναι αυτό το πράγμα στην πλάτη του, μαμά— όχι— όχι πάνω στην πλάτη του αλλά κάτω από την πλάτη του— αυτό το πράγμα κάτω από το δέρμα του— σαν ζώο κάτω από το δέρμα του— σέρνεται— σέρνεται κάτω από το δέρμα του— είναι σαν ένα ζώο, μαμά, που προσπαθεί να ξεγλιστρήσει από κάτω— αυτό είναι το χημικό— το ζώο κάτω από το δέρμα— ο πόνος— το χημικό— αυτό το πράγμα που έφερε ο φίλος σου— το δώρο — που έφερε ο φίλος σου— —

ΑΜΕΛΙΑ Δεν είναι φίλος μου. Σταμάτα!

ΤΖΕΪΜΣ —το δώρο του πόνου— το χημικό— το δηλητήριό σου μέσα του. (Μικρή παύση). Και όταν γυρνάει να με κοιτάξει, τα μάτια του— το δηλητήριο ανέβηκε τη σπονδυλική του στήλη και χύθηκε στα μάτια του— τα μάτια του είναι σαν τα μάτια της γάτας στον ήλιο—η κόρη τους έχει συσταλεί τόσο—δεν είναι άνθρωπος, μαμά— αυτό του έκανες εσύ και ο φίλος σου—

ΑΜΕΛΙΑ Σταμάτα.

ΤΖΕΪΜΣ —ούτε καν άνθρωπος. Γι’ αυτό, όταν μου μιλάει— όταν μου λέει «Σκοτείνιασε, δώσ’ μου το χέρι σου»— όταν μου λέει "Βοήθα με, βοήθα με, δώσ’ μου το βρομόχερό σου", τότε δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσω αυτόν τον άνθρωπο— όχι— συγγνώμη— αυτό το πράγμα— δεν υπάρχει καμία περίπτωση να αφήσω αυτό το πράγμα με αυτά τα γαμημένα μάτια με τις μικρές κόρες, που κάποτε ήταν ο πατέρας μου, όχι να μου πιάσει το χέρι, αλλά ούτε καν να με αγγίξει.


Και μετά είναι η τηλεόραση, μαμά. Όλο αυτό το δράμα, όλα αυτά τα τάχα μου έκτακτα δελτία για τη δημόσια υγεία με τους ηχηρούς τίτλους:

«Χημική επίθεση» μπλα μπλα μπλα.

«Δέκα χιλιοστόγραμμα ατροπίνης».

«Οξυγόνο».

«Χορήγηση οξυγόνου». (Χαμογελάει.)


Λοιπόν, θα ήθελες μήπως να τελειώσεις το κρασί σου και να μου εξηγήσεις γιατί σκότωσες τον πατέρα μου;

[…]


ΤΖΕΪΜΣ Έφυγαν, μαμά. Δεν είναι κανείς εδώ. Περιμένω να μου εξηγήσεις.

ΑΜΕΛΙΑ Η Αφρική ακούγεται υπέροχη! Ελπίζω να τράβηξες πολλές φωτογραφίες. Θέλω πολύ να δω τα φθινοπωρινά φύλλα— και όλα αυτά τα εστιατόρια— δεν είχα ιδέα για όλα αυτά— είχα πάντοτε την εντύπωση πως το μόνο που ανθεί στην Αφρική είναι η αδράνεια και η καταστροφή— (Φωνάζει) Λέιλα;

ΤΖΕΪΜΣ Δεν ξέρεις τίποτα, μαμά. Και αυτό γιατί η ζωή σου δεν έχει απολύτως κανένα περιεχόμενο. Δεν βγαίνεις καν από το σπίτι.

ΑΜΕΛΙΑ (φωνάζει) Λέιλα!

ΤΖΕΪΜΣ Είναι λες και ζεις σε καταφύγιο.

ΑΜΕΛΙΑ Λέιλα! Σβήσε την τηλεόραση και έλα αμέσως εδώ!

ΤΖΕΪΜΣ Ποια Αφρική; Όλη η αδράνεια και η καταστροφή του κόσμου είναι πάνω σου! Συνειδητοποιείς— τι έκανες;

ΑΜΕΛΙΑ (χαμογελάει) Έλα, γλυκιά μου. Επιτέλους ήρθες. Θέλω να γνωρίσεις τον γιο μου.


Η Λέιλα εμφανίστηκε. Μικρή παύση.


Έλα, λοιπόν! Λέιλα, αυτός είναι ο γιος μου.


Αρπάζει το χέρι της Λέιλα και την τραβάει μέσα στο δωμάτιο.


Λέιλα, αυτός είναι ο Τζέιμς. Τζέιμι, η Λέιλα. Πώς σου φαίνεται, Τζέιμς; Την αντρική σου γνώμη θέλω. Τι λες; Αξίζει; Έλα, Τζέιμς, μη δείχνεις τόσο μπερδεμένος! Εγώ απλώς σε ρωτάω αν αξίζει. Λοιπόν;

ΤΖΕΪΜΣ Την πονάς.

ΑΜΕΛΙΑ Αλήθεια λέει; Σε πονάω, γλυκιά μου;

ΛΕΪΛΑ Όχι.

ΑΜΕΛΙΑ Βλέπεις; Η Λέιλα λέει όχι. Η Λέιλα έχει συνηθίσει να πονάει. Έχει μάθει να ζει μέσα στον θάνατο και τον διαμελισμό. Η Λέιλα δεν έχει ανάγκη να εξηγήσεις εσύ σε μένα πώς νιώθει. Έτσι δεν είναι, Λέιλα;

ΛΕΪΛΑ Ναι.

ΑΜΕΛΙΑ Πώς αισθάνεσαι, Λέιλα;


Σύντομη παύση.


ΛΕΪΛΑ Καλά.

ΑΜΕΛΙΑ Βλέπεις; Η Λέιλα είναι καλά. Τι λες, λοιπόν, Τζέιμι; Αξίζει; Έλα λοιπόν, άντρας είσαι, μπορείς να κρίνεις. Πόσους ανθρώπους θα σκότωνες εσύ;

ΤΖΕΪΜΣ Δεν καταλαβαίνω. Ποια είσαι εσύ; Και τι δουλειά έχει αυτή εδώ, στο σπίτι μας;

ΑΜΕΛΙΑ Δεν καταλαβαίνεις; Δεν καταλαβαίνεις; Ίσως δεν είσαι και τόσο άντρας, τελικά. Τι λες εσύ Λέιλα; Είναι άντρας; Είναι; Αυτός, που νομίζει πως είναι— τι;— γενναίο ας τον πούμε, να έρχεται εδώ και να τρομοκρατεί τη μητέρα του; Αυτός, ένας άνδρας που— όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος πριν από λίγο— Λέιλα— φοβάται να κρατήσει το χέρι του ετοιμοθάνατου πατέρα του;


Martin Crimp. 2004. Cruel and Tender. London: Faber and Faber. Μετάφραση αποσπασμάτων: Ιωάννα Σκουφά, Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2017.