Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

André Gide

Φιλοκτήτης

Μετάφραση: Ανδρέας Ανδρεόπουλος

(απόσπασμα)


ΤΡΙΤΗ ΠΡΑΞΗ


ΣΚΗΝΗ I

Φιλοκτήτης

(Μπαίνει).


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

αναστατωμένος απ’ το ξάφνιασμα και την οδύνη.

Τυφλέ! Φιλοκτήτη! Μολόγησέ το πως ξεγελάστηκες και κλάψε την αμυαλιά σου! Με το που ξανάδες Έλληνες άνοιξε η καρδιά σου… Σωστά γρικήσανε τ’ αυτιά μου; — Σίγουρα: ο Οδυσσέας καθιστός και σιμά του ο Νεοπτόλεμος· ούτε που βάζανε στο νου τους πως ήμουνα κει κοντά, κι έτσι μηδέ καν χαμηλώσαν τη φωνή· ο Οδυσσέας συμβουλεύοντας τον Νεοπτόλεμο, τονε δασκάλευε πώς να με προδώσει· του ’λεγε… Άμοιρε Φιλοκτήτη! Για να σου κλέψουν το δοξάρι σου, γι’ αυτό σε ξαναθυμηθήκανε! Πόσο το ’χουνε χρεία!… Δοξάρι μου ακριβό, ω! το μοναδικό αγαθό που μου απομένει και που δίχως του… (Στήνει αυτί). Έρχουνται! Κοίτα ν’ αντιπαλέψεις, Φιλοκτήτη! Το δοξάρι σου είναι καλό, κι εσύ έχεις χέρι σίγουρο. Αρετή! αρετή που τόσο τη λάτρευα μοναχική! Η σιωπηλή καρδιά μου είχε γαληνέψει μακριά τους. Α, ξέρω τώρα τί αξίζει η φιλία που μου καμώνουνται! Είναι η Ελλάδα, η πατρίδα μου; Οδυσσέα που σε μισώ, και συ, Νεοπτόλεμε… Πώς μ’ άκουγεν ωστόσο! Τί γλύκα! Αγόρι… τόσο όμορφο, ω! πιο παγκαλόμορφο κι απ’ τον πατέρα σου ακόμα… Πώς ένα τόσο καθάριο μέτωπο κρύβει μια τέτοια σκέψη; «Η αρετή», έλεγε, "Φιλοκτήτη, μάθε μου τί είναι αρετή". Τί του έλεγα; Δε θυμούμαι πια τίποτ’ άλλο, μόνο αυτόν… Και τί σημασία έχει τώρα το τί τού ειπα τάχα!… (Αυτιάζεται). Βήματα! Ποιός έρχεται; Ο Οδυσσέας! (Αδράχνει το δοξάρι του). Όχι, είναι… ο Νεοπτόλεμος.


Μπαίνει ο Νεοπτόλεμος.


ΣΚΗΝΗ II

Φιλοκτήτης, Νεοπτόλεμος


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

φωνάζοντας.

… Φιλοκτήτη! (Ζυγώνει και σα να λιγοψυχάει) α! είμαι άρρωστος…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Άρρωστος;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Εσύ μ’ έχεις αναστατώσει. Δώσε μου πίσω τη γαλήνη, Φιλοκτήτη. Όσα μου είπες βλάστησαν μες στην καρδιά μου. Όσην ώρα μιλούσες δεν ήξερα τί ν’ αποκριθώ. Άκουγα· η καρδιά μου ανοιγόταν άπραγη στα λόγια σου. Κι απ’ όταν σταμάτησες να μιλάς, εγώ ακούω ακόμα. Όμως νά, όλα έρχουντ’ άνω κάτου, κι εγώ είμαι μες στην προσμονή. Μίλησε! Τά που άκουσα είναι για μένα τόσο λίγα… Πρέπει ν’ αφοσιωνόμαστε, έλεγες…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

ψυχρός

… ν’ αφοσιωνόμαστε.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Μα κι ο Οδυσσέας την ίδια διδαχή μου κάνει. Ν’ αφοσιωνόμαστε σε τί, Φιλοκτήτη; Εκείνος λέει στην πατρίδα…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

… Στην πατρίδα.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Α! μίλησε, Φιλοκτήτη· έχεις χρέος να συνεχίσεις, τώρα.


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

ξεφεύγοντας

Αγόρι… ξέρεις να ρίχνεις το δοξάρι;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Ναι. Γιατί;


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Μπορείς να το τεντώσεις τούτο δω;…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

σαστισμένος

Θέλεις… Δεν ξέρω. (Προσπαθεί). Ναι· ίσως — Νά!


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

κατά μέρος

Τί ευκολία! Λες και…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

δίβουλος

Και τώρα…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Είδα αυτό που ’θελα να ιδώ.

Ξαναπαίρνει το δοξάρι.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Δε σε καταλαβαίνω.


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Δεν έχει να κάμει, αλίμονο!… (Αλλάζει γνώμη). Άκουσε, αγόρι. Πιστεύεις πως οι θεοί είναι αψηλότερα απ’ την Ελλάδα, και πως πρώτα έρχουνται οι θεοί κι ύστερα εκείνη;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Όχι, μα το Δία, δεν το πιστεύω.


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Και γιατί δεν το πιστεύεις, Νεοπτόλεμε;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Γιατί οι θεοί που υπηρετώ, υπηρετούνε την Ελλάδα μονάχα.


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Τί μου λες! Είν’ υποταχτικοί της;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Όχι υποταχτικοί της… δεν ξέρω πώς να το πω… Μα, νά! Κατέχεις πως όξω απ’ την Ελλάδα δεν τους ξέρουν πουθενά αλλού· η Ελλάδα είναι η χώρα τους, το ίδιο όπως είναι και δικιά μας χώρα· υπηρετώντας αυτήνε, υπηρετώ κι αυτούς· δεν τους ξεχωρίζω απ’ την πατρίδα μου.


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Ωστόσο, βλέπεις, εγώ μπορώ να σου μιλήσω πάνου σ’ αυτό, εγώ που δεν είμαι πια της Ελλάδας — και… τους υπηρετώ…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Θαρρείς; — Α! φτωχέ Φιλοκτήτη! Δεν ξεφεύγει κανείς εύκολα απ’ την Ελλάδα… κι ακόμα…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

δίνοντας προσοχή

Κι ακόμα;…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Α! αν ήξερες, Φιλοκτήτη…


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Αν ήξερα… τί;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

συνέρχεται

Όχι, μίλα εσύ· εγώ ήρθα για ν’ ακούσω· κι εσύ ρωτάς… Και το νιώθω καλά, ο Οδυσσέας κι εσύ, η αρετή του ενού δεν είν’ η ίδια με του άλλου. Αλλά όταν πρέπει ν’ ανοίξεις το στόμα σου, εσύ που μιλούσες τόσο όμορφα, διστάζεις… Ν’ αφοσιωνόμαστε σε τί, Φιλοκτήτη;


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Τοιμαζόμουν να σου πω: στους θεούς… Αλλά νά που πάνου απ’ τους θεούς, Νεοπτόλεμε, είναι κάτι άλλο.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Πάνου απ’ τους θεούς!


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Ναι, μιας κι εγώ δεν ενεργώ όπως ο Οδυσσέας.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Ν’ αφοσιωνόμαστε σε τί, Φιλοκτήτη; Τί είναι πάνου απ’ τους θεούς;


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Είναι… (Πιάνει το κεφάλι με τα χέρια του, σαν αποκαμωμένος). Δεν ξέρω πια. Δεν ξέρω… Α! α! ο εαυτός μας. Δεν ξέρω πια να μιλήσω. Νεοπτόλεμε…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Ν’ αφοσιωνόμαστε σε τί; Πες. Φιλοκτήτη…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Ν’ αφοσιωνόμαστε… ν’ αφοσιωνόμαστε…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Κλαις;


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ

Αγόρι! Α! αν μπορούσε να σου δείξω την αρετή… (Ξάφνου τινάζεται όρθιος). Ακούω τον Οδυσσέα! Γεια σου… (Αποτραβιέται και λέει, φεύγοντας:) Θα σε ξαναϊδώ;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Γεια σου.


Μπαίνει ο Οδυσσέας.


ΣΚΗΝΗ III

Οδυσσέας, Νεοπτόλεμος


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Έρχουμαι στην ώρα; Τί είπε; Εσύ τά ειπες καλά, μαθητή μου;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Χάρη σε σένα, καλύτερ’ απ’ αυτόν. Όμως τί έχει να κάμει αυτό; — Οδυσσέα… μου ’δωσε να τεντώσω το δοξάρι του!…


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Το δοξάρι του! τί χωρατό! — Και δεν το κράτησες, λοιπόν, γιε του Αχιλλέα;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Τί μπορεί να κάμει ένα δοξάρι δίχως σαγίτες; Όσο είχα εγώ στα χέρια μου το δοξάρι, εκείνος με φρόνηση περισσή κρατούσε τις σαγίτες.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Ο έξυπνος ο φίλος! Λες να υπονοιάζεται; Τί έλεγε;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Ω! τίποτα, ή τίποτα, πες.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Κι άρχισε πάλι να σου αγεροκοπανάει για την αρετή του;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Αυτός που πρωτυτερινά μιλούσε με τόσο όμορφα συνταιριαγμένα λόγια, ως άρχισα να τονε ρωτάω, σώπασε.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Βλέπεις!…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Κι όταν εγώ ρώτησα, αν δεν είναι η Ελλάδα η παντοτινή μας αφοσίωση, τότες τί μπορεί να ’ναι, μου είπε…


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Σου είπε…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Πως δεν ήξερε. Κι όταν εγώ είπα πως κι οι θεοί ακόμα, καθώς μου το δασκάλεψες, σ’ αυτήνε υποτάζονταν, αποκρίθηκε: όμως να ξέρεις πως πάνου κι απ’ τους θεούς, είναι…


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Τί;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Μου είπε πως δεν ξέρει.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Ε! βλέπεις τα, Νεοπτόλεμε!…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Όχι, Οδυσσέα, μου φαίνεται πως το καταλαβαίνω τώρα.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Σαν τί καταλαβαίνεις τάχα;


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Κατιτίς. Γιατί, τελοσπάντων, σε τούτο το πανέρημο νησί, όταν δεν είχαμ’ έρθει εμείς, σε τί αφοσιωνόταν ο Φιλοκτήτης;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Μα, το είπες: σε τίποτα. Σε τί χρησιμεύει η μοναχική αρετή; ό,τι κι αν θέλει να πιστεύει η αφεντιά του, αυτή η αρετή πήγαινε του χαμού, άχρηστη. Σε τί χρησιμεύουν όλα τα λόγια του; Κι ας είναι όσο κι αν τα θέλει ομορφοταιριαγμένα; Σ’ έχουνε πείσει εσένα; — Ούτε και μένα, δα.

Αν ζει έτσι όπως ζει, μονάχος σε τούτο το νησί, στο ’δειξα φως φανάρι, ήταν για να ξεγλιτώσει το στράτεμα απ’ τα βογγητά του και τη δυσωδία του· αυτή ’ταν η πρώτη του αυτοθυσία· αυτή ’ναι η αρετή του, ό,τι κι αν λέει. Η ύστερη αρετή του θα ’ναι, αν είναι τόσο ενάρετος, να παρηγορεθεί όμορφα όμορφα, όταν θα χάσει το δοξάρι του, με τη σκέψη πως τούτο έγινε για την Ελλάδα. Τί άλλη αυτοθυσία μπορεί να βάλει στο νου του, που να μην είναι για την πατρίδα; Περίμενε, βλέπεις, να ’ρθουμε μεις να του την προσφέρουμε… Αλλά μιας κι ήταν φόβος να ειπεί όχι, μας πάει καλύτερα να βιάσουμε την αρετή του, να τον ξαναγκάσουμε στη θυσία — και λέω πως το πιο φρόνιμο είναι να τον αποκοιμίσουμε. Κοίτα τούτο το μπουκαλάκι…


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Α! μην τα παραλές, Οδυσσέα… Ο Φιλοκτήτης, αυτός, θα σώπαινε.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Θα σώπαινε γιατί δε θα ’χε τίποτα να ειπεί.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Και γι’ αυτό έκλαιγε;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Έκλαιγε γιατί γελάστηκε.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

Όχι, από μέναν έκλαιγε.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ

χαμογελώντας

Από σένα;… Ό,τι κανείς αρχίζει από κουταμάρα, κατόπι από έπαρση το ονοματίζει αρετή.


ΝΕΠΤΟΛΕΜΟΣ

ξεσπάει σε λυγμούς

Οδυσσέα! δεν τονε νιώθεις το Φιλοκτήτη…


André Gide. 1981. Φιλοκτήτης. Μετ. Ανδρέας Ανδρεόπουλος. Αθήνα: Τυπ. Τσιβεριώτης. Τίτλος πρωτοτύπου: Philoctète (La Revue blanche, 1898).