Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Ανδρέας Εμπειρίκος

Νεοπτόλεμος Α΄ βασιλεύς των Ελλήνων

(Φύλλα ημερολογίου)


αποσπάσματα


Σήμερα είναι η τρίτη επέτειος της εξόδου μου από το φρενοκομείον, και θυμάμαι άλλη μια φορά, με βαθυτάτη συγκίνηση, την εποχή που ήμουν τρελός! Τί περιπέτεια! Και εκατό χρόνια να ζήσω, θα ενθυμούμαι την περίοδο αυτή και εκείνον τον χρυσόν άνθρωπο, που στάθηκε κοντά μου, με τόση στοργή, με τόση αφοσίωση και τόσο θάρρος, καθ’ όλην την διάρκειαν της ασθενείας μου. Ευτυχώς, όλα αυτά ανήκουν εις το παρελθόν, και εορτάζων σήμερα, άλλη μια φορά, την πλήρη αποκατάστασιν της ψυχικής μου υγείας, δοξάζω τον Θεό και ευγνωμονώ τον άνθρωπο που έγινε εντολοδόχος του για να με σώσει.

Πώς να μη θυμηθώ, τώρα, μερικά περιστατικά της εποχής εκείνης! Αυτό που μου έκανε τότε την βαθύτερη εντύπωση, την μεγαλύτερη αίσθηση, ήτο η διαπίστωσις, ότι, οι άνθρωποι, όχι μόνο λογικεύονται, αλλά προσκυνούν την λογική. Εγώ έκανα το παν για να τους πείσω ότι είχαν άδικο· όχι μόνο με την καθημερινή μου συμπεριφορά, αλλά και με διαλέξεις, με ομιλίες, με άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες, και μερικές φορές (τρεις εν όλω) με βίαιες επιθέσεις εναντίον ενός αγάλματος εκτάκτου καλλονής ενός γνωστού μου γλύπτου, που είχε την ατυχή ιδέα να ονομάσει «Λογική» το ωραίο γλυπτόν του. Αλλά όλες μου οι προσπάθειες απέβησαν εις μάτην. Στο τέλος, με πιάσαν και με κλείσανε σ’ ένα φρενοκομείο, όπου επί έτη (4 εν όλω) εξηκολούθησα τους αγώνας μου άνευ αποτελέσματος.

Σε αυτό το ίδρυμα, πλην ολίγων εξαιρέσεων, οι ιατροί ήσαν λογικοί, αλλά ηλίθιοι — δηλαδή ευρίσκοντο ψυχικώς σε πολύ κατώτερη βαθμίδα από πολλούς τρελούς. Η πιο μεγάλη εξαίρεση εκεί μέσα, ήτο ο άνθρωπος που με έσωσε — ο οποίος, άλλωστε, δεν ήτο κοινός ψυχίατρος, αλλά ψυχοαναλυτής, και μάλιστα ψυχοαναλυτής ευφάνταστος όπως αποδεικνύουν όλες οι ερμηνείες του, καθώς και τα λογοτεχνικά του έργα.

Την ώρα που με έφεραν στο φρενοκομείο, φορούσα στο κεφάλι μου ένα σαμοβάρι (το σαμοβάρι της μητέρας μου) δίκην κράνους. Το είχα στερεώσει με ένα λουρί κάτω από το πηγούνι μου, και περιφερόμουν στους δρόμους κρατώντας ένα δόρυ στο δεξί μου χέρι και φωνάζοντας, κάθε τόσο, όσο μπορούσα πιο δυνατά: «Διόσκουρος! Ουαί στους άλλους και σε μας!» (Την φράση αυτή την είχα διαβάσει σε ένα γραπτό του ψυχοαναλυτού μου, του οποίου τα έργα εθαύμαζα και εγνώριζα απ’ έξω). Για τον λόγο αυτό, και επειδή προσέθετα πάντοτε σε όλα τα γραφόμενά μου, κάτω από την υπογραφή μου, χωρίς να ξέρω καλά-καλά γιατί, το ωραίον ψευδώνυμον «Νεοπτόλεμος» (με το οποίον δοξάσθηκα και δόξασα και τα νεοελληνικά γράμματα), με βγάλαν, εξ αρχής, οι ιατροί του φρενοκομείου, Νεοπτόλεμο. Είμαι της γνώμης ότι τούτο είναι η μόνη έξυπνη πράξις που έκαμαν οι πτωχοί αυτοί κύριοι, καθ’ όλην την διάρκειαν της διαμονής μου εις το ίδρυμά των.

Τέσσερα χρόνια! Τέσσερα χρόνια περιορισμού μιας αγνής μεγαλοφυΐας, που ήλθε στον κόσμο για να εξυπηρετήσει την κατακαημένη ανθρωπότητα. (Λέγω αυτή τη φράση, όπως θα έλεγε υπό τους τούρκους ένας πελοποννήσιος πατριώτης: «Μωριά, κατακαημένε!». Αλλά νά που έγινα καλά, τελείως καλά, και θέλω άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω μεγαλοδύναμε Θεέ μου, καθώς και σένα καλότατε γιατρέ μου, που απλώσατε τα δυνατά και γενναιόδωρα χέρια σας, στοργικά και προστατευτικά επάνω από την κεφαλή μου, επάνω από την ψυχή μου...

Ο άνθρωπος είναι το μεγαλύτερο μυστήριο στον κόσμο. Την μια μέρα μοιάζει με πηλόν, εις τον οποίον η θέλησίς του πλάθει ό,τι θέλει· την άλλη μέρα μοιάζει πάλι με πηλόν, εις τον οποίον όμως, ουχί η θέλησίς του, αλλά το χαίνον, το άπατον και αβυσσαλέον ασυνείδητόν του εξουσιάζει απολύτως και δίδει αυτό έκφρασιν και μορφήν στον άνθρωπο, και τον αναγκάζει να κάνει τούτο ή εκείνο, χωρίς να παίρνει αυτό χαμπάρι. Μόνον η μεγαλοφυΐα μπορεί να δώσει λύσεις πραγματικά λυσιτελείς. Ω, τί μεγάλη και θαυμαστή που είναι τούτη η «εντελέχεια». Και ο Θεός με ευλόγησε με την εντελέχεια αυτή, κάνοντας να πραγματοποιηθεί μέσα μου η μεγαλοφυΐα! Διότι αισθάνομαι πως είμαι αλήθεια μεγαλοφυής. Φθάνει να μη με σκοτώσει ύπουλα, με μια μαχαιριά στη ράχη, ο άλφα ή βήτα εχθρός μου, ή καμιά απ’ αυτές τις μυστικές ή φανερές οργανώσεις, που δρουν και εγκληματούν εν ονόματι, δήθεν, της χειμαζομένης ανθρωπότητος. [...]

[...] Ναι, ναι, είμαι μεγαλοφυής. Πώς είναι δυνατόν να αποσιωπήσω, ότι η μόνη πραγματική πρόοδος που θα επιτευχθεί, θα προέρχεται από τους μεγαλοφυείς του κόσμου τούτου, μεταξύ των οποίων προέχουσαν θέσιν κατέχω και εγώ (σας ευχαριστώ και πάλιν Θεέ μου και γιατρέ μου), εγώ, ο άλλοτε τρελός, και ο έχων σήμερα σώας τας φρένας, αλλά ο εξίσου και τότε και τώρα μεγαλοφυής ανήρ, εγώ, ο Νεοπτόλεμος, ο υιός του ξακουστού Αχιλλέα, η δόξα του Ελληνισμού και του Ισλάμ, της χθεσινής, της σημερινής, της αυριανής και της εις τους αιώνας των αιώνων παρουσίας.

Αγαπημένε, ένδοξε πατέρα μου Αχιλλεύ, πλησιάζει γοργά η ώρα, που θα εκδικηθώ τον κάθε σου εχθρό, εις το Μαντείον των Δελφών. Αγαπητή, γλυκιά μητέρα μου, Ω Ρωμιοσύνη, πλησιάζει γοργά η ώρα που θα σε γονιμοποιήσω, είτε το θες, ή δεν το θες, εγώ, ο Νεοπτόλεμος, το ωραίο σου βλαστάρι, διώχνοντας για πάντα πάσαν ανίερον επιβουλήν, θεμελιώνων νέαν εποχήν, για το καλόν του Σύμπαντος και για την δόξα των Ελλήνων.

Αγαπητά αδέρφια μου, ανδρώθηκα επιτέλους! Ακούστε με... Όλοι σας... Μικροί, μεγάλοι. Είπα, ανδρώθηκα. Είμαι 3.000 ετών. Κλείνω μέσα στα σπλάχνα μου όλη την ιστορία της Ελλάδος και όλη την κληρονομιά της Ρωμιοσύνης. Στα νεανικά μου χρόνια, μπήκα στην Τροία με τον Δούρειο Ίππο. Εγώ σκότωσα τον Πρίαμο και τον Αστυάνακτα. Αδέρφια μου... ακολουθήστε με ... Είμαι γερός και δυνατός... Θα σας οδηγήσω για πάντα, προς την απόλυτη ελληνική πνευματική και υλική μεγαλοσύνη.

Μεγαλοδύναμε Θεέ! Τώρα το βλέπω. Το βλέπω καθαρά, με κρυσταλλίνη διαύγεια. Βλέπω ποιά είναι η μοίρα μου και ποιός ο προορισμός μου. Ρίγος βαθύ με συγκλονίζει. Ω, τί μεγάλο μυστήριον που είναι το γίγνεσθαι των πραγμάτων! Όταν εκάθησα προ δύο ωρών, να γράψω εδώ, στο ημερολόγιό μου, ολίγα λόγια για την τρίτη σημερινή επέτειο του χαρμοσύνου γεγονότος της εξόδου μου από το ψυχιατρείον, δεν είχα δει ακόμη ποιός ήτο ο αληθινός προορισμός μου. Γράφοντας όμως, τον είδα, τώρα, προ ολίγου, και γράφοντας πάντοτε, χωρίς να σταματήσω, σπρωγμένος ολοφάνερα από το χέρι του Θεού, επήρα την απόφασή μου... Χαράς ευαγγέλια! Αδέρφια μου, διεκδικώ τον θρόνον της Ελλάδος. Αδέρφια μου, σας το λέγω ορθά-κοφτά και απεριφράστως — είμαι ο Βασιλιάς σας! Αδέρφια μου, από σήμερα αρχίζει η νέα μου δράσις.

Ζήτω το Έθνος!


Μετά μίαν ώραν


Μόλις έγραψα τα ανωτέρω, σκέφθηκα πως θα έπρεπε να πω δυο λόγια στον άνθρωπο που με βοήθησε να γίνω καλά από την παλαιά αρρώστια μου, και να δείξω με μια πράξη επίσημη, πόσο μεγάλη είναι η ευγνωμοσύνη μου. Το γράμμα αυτό, το αντιγράφω, εδώ, εις το ημερολόγιόν μου, για να καταχωρηθεί εν καιρώ τω δέοντι, εις τα αρχεία του Κράτους.


Εκ των προσωρινών ανακτόρων


Γιατρέ μου και ευεργέτη μου,

Σήμερα γιορτάζω την τρίτη επέτειο της ημέρας που βγήκα, χάρις σε σας και τον μεγαλοδύναμο Θεό, από την βαριά αρρώστια μου. Η ημέρα αυτή είναι ιερή για μένα, διότι όχι μόνο συμβολίζει την πλήρη ίασιν μου, αλλά και διότι, την ίδια μέρα —δηλαδή σήμερα— είδα, χωρίς κανένα ίχνος παραληρήματος, ποίος είναι ο πραγματικός προορισμός μου, και πήρα την απόφασή μου υπευθύνως και αμετακλήτως. Γιατρέ μου, η σκέψις μου είναι διαυγής και η λογική μου άψογος. Κοιτάξτε, αγαπητέ μου, πόσο...

Αφού είμαι ο Νεοπτόλεμος, είμαι κατά συνέπειαν ο γιος του Αχιλλέα. Αφού είμαι ο γιος του Αχιλλέα, είμαι ο Νεοπτόλεμος. Η απόφασίς μου είναι φυσική απόρροια των ανωτέρω. Γιατρέ μου, αγαπητέ μου φίλε, διαδέχομαι σήμερα τον πατέρα μου στον θρόνο της Ελλάδος, για να σφυρηλατήσω την νέαν δόξαν της, και για να εδραιώσω το μεγαλείον και την ευτυχίαν της, με τα δικά μου χέρια. Όπως σας είπα, η απόφασίς μου είναι οριστική και αμετάκλητος.

Αύριο το πρωί, φεύγω με το πρώτο λεωφορείο, για να ανατινάξω με δυναμίτιδα εις τον αέρα το Μαντείον των Δελφών. Έτσι θα εκδικηθώ τον Απόλλωνα για το θάνατο του αγαπητού πατρός μου. Έπειτα θα επιστρέψω αμέσως στας Αθήνας, για να κανονίσω τα της στέψεώς μου.

Γιατρέ μου, βλέπετε ότι τόσον στας σκέψεις μου, όσον και στας πράξεις μου, δεσπόζει παντάνασσα η λογική, που σεις με βοηθήσατε τόσο πολύ να την ξαναβρώ.

Εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης για όσα κάματε για μένα, σας διορίζω, φίλτατέ μου, εσάς, που στέκεσθε άγρυπνος πάντοτε ακρίτας και φρουρός, στις πιο προχωρημένες βίγλες του Πνεύματος και της Αυτοκρατορίας, σας διορίζω, λέγω, Πρωτοσπαθάριον των Ελλήνων ποιητών και ψυχοαναλυτών και σας παραχωρώ, αν θέλετε, την Ανδρομάχη.


Εν Αθήναις τη 23η Φεβρουαρίου 1946

ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΣ Α΄

Ελέω Θεού Βασιλεύς των Ελλήνων


Ανδρέας Εμπειρίκος. 1980. Γραπτά ή προσωπική μυθολογία (1936–1946). 3η έκδ. Αθήνα: Άγρα. [1η έκδ.: 1960, Αθήνα: Δίφρος.]