Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΜΙΜΝΕΡΜΟΣ

29. – Απόσπασμα 2 West

Στα πιο πολλά από τα σωζόμενα αποσπάσματα του Μίμνερμου εξυμνείται η νεανική ακμή, στην οποία αντιπαρατίθεται το δυσβάσταχτο βάρος των γηρατειών: η ζωή αξίζει όσο είναι κανείς νέος και μπορεί να χαρεί τις απολαύσεις της ζωής, αλλά δυστυχώς η περίοδος αυτή διαρκεί λίγο· τα γηρατειά δεν σημαίνουν παρά βάσανα και φθορά, είναι χειρότερα από τον θάνατο. Ποιήματα με αυτό το περιεχόμενο απαγγέλλονταν, όπως και οι ερωτικές ελεγείες που έγραφε ο Μίμνερμος, πιθανώς σε συμπόσια. Στο απόσπασμα που ακολουθεί (ενδεχομένως να αποτελεί πλήρες ποίημα) η επίδραση του Ομήρου είναι ευδιάκριτη. Ομηρική είναι, για παράδειγμα, η καταγωγή της εικόνας των φύλλων (πβ. Ιλ. Ζ 146-9, αν και εκεί δεν παρομοιάζεται η νεότητα με τα φύλλα, αλλά οι γενεές των ανθρώπων) όπως επίσης η αναφορά στις δύο Κῆρες (="μοίρες", πβ. Ιλ. Ι 410-16). Αξιοπρόσεκτη στην ποίηση του Μίμνερμου είναι επίσης η ηχητική αρμονία των φθόγγων, όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς ήδη από τους δύο πρώτους στίχους του ποιήματος. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Καλλίμαχος χαρακτήρισε γλυκύν τον ποιητή.

ἡμεῖς δ᾽, οἷά τε φύλλα φύει πολυάνθεμος ὥρη
ἔαρος, ὅτ᾽ αἶψ᾽ αὐγῇς αὔξεται ἠελίου,
τοῖς ἴκελοι πήχυιον ἐπὶ χρόνον ἄνθεσιν ἥβης
τερπόμεθα, πρὸς θεῶν εἰδότες οὔτε κακὸν
5 οὔτ᾽ ἀγαθόν· Κῆρες δὲ παρεστήκασι μέλαιναι,
ἡ μὲν ἔχουσα τέλος γήραος ἀργαλέου,
ἡ δ᾽ ἑτέρη θανάτοιο· μίνυνθα δὲ γίνεται ἥβης
καρπός, ὅσον τ᾽ ἐπὶ γῆν κίδναται ἠέλιος.
αὐτὰρ ἐπὴν δὴ τοῦτο τέλος παραμείψεται ὥρης,
10 αὐτίκα δὴ τεθνάναι βέλτιον ἢ βίοτος·
πολλὰ γὰρ ἐν θυμῷ κακὰ γίνεται· ἄλλοτε οἶκος
τρυχοῦται, πενίης δ᾽ ἔργ᾽ ὀδυνηρὰ πέλει·
ἄλλος δ᾽ αὖ παίδων ἐπιδεύεται, ὧν τε μάλιστα
ἱμείρων κατὰ γῆς ἔρχεται εἰς Ἀΐδην·
15 ἄλλος νοῦσον ἔχει θυμοφθόρον· οὐδέ τίς ἐστιν
ἀνθρώπων ᾧ Ζεὺς μὴ κακὰ πολλὰ διδοῖ.

Όπως τα φύλλα που η άνοιξη φέρνει η πολύανθη -τότε

είν᾽ η εποχή που γοργά ο ήλιος τα θρέφει- κι εμείς

λίγον καιρό, πολύ λίγο, της νιότης χαιρόμαστε τ᾽ άνθη

δίχως θεϊκών συμφορών να ᾽χουμε πείρα, ούτε δα

τι είναι καλό. Σκοτεινές πλάι μας έπειτα στέκονται μοίρες·5

των θλιβερών γερατειών η κυβερνήτρα είν᾽ η μια

και του θανάτου είν᾽ η άλλη· ο καρπός λίγο μένει της νιότης,

όσο μονάχα στη γη του ήλιου σκορπιέται το φως.

Όταν της πλέριας ακμής την κορφή ξεπεράσει κανένας,

απ᾽ τη ζωή πιο καλός τότε είν᾽ ο θάνατος πια·10

πίκρες πολλές την καρδιά φαρμακώνουνε ο ένας το βιος του

βλέπει να ρέβει, κι αυτόν φτώχεια τον σφίγγει βαριά·

άλλος δεν έχει παιδιά, και μ᾽ αυτό τον καημό πάνω απ᾽ όλους

στον άλλον κόσμο περνά, κάτω απ᾽ τη μαύρη τη γη·

λιώνει η αρρώστια αλλουνού την καρδιά, και δεν είναι στον κόσμο15

ένας, που ο Δίας τα δεινά να μην του δίνει σωρό.

 

(μετάφραση Θρασύβουλος Σταύρου)