Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

120. – Περὶ ἀντιδόσεως §§ 253-257

Όπως δηλώνει στο προοίμιο ο Ισοκράτης, αιτία για τη συγγραφή του λόγου του Περὶ ἀντιδόσεως στάθηκε η διαπίστωση ότι πολλοί είχαν λανθασμένη αντίληψη για το πρόσωπό του. Αφορμή για τη διαπίστωση στάθηκε η παραπομπή του σε δίκη περὶ ἀντιδόσεως. Ο σωζόμενος λόγος, γραμμένος από τον Ισοκράτη σε ηλικία 82 ετών, δεν είναι αυτός που εκφωνήθηκε στη συγκεκριμένη περίσταση, αλλά ένας λόγος γραμμένος λίγο αργότερα με σκηνικό τη δίκη αυτή, που δίνει στον Ισοκράτη τη δυνατότητα να παρουσιάσει τον εαυτό του και να υπερασπιστεί τις παιδευτικές του ιδέες, τη φιλοσοφία του. Στις κατηγορίες ότι ασκεί αρνητική ηθική επίδραση στους νέους μαθαίνοντάς τους να στρεψοδικούν, απαντά ότι δεν είναι λογογράφος, αλλά ότι οι λόγοι του, από τους οποίους παραθέτει εκτενή αποσπάσματα, ασχολούνται με σημαντικά πολιτικά ζητήματα, ενώ οι μαθητές του, μεταξύ των άλλων και ο πολιτικός Τιμόθεος, προσέφεραν πολλά στην πόλη. Αναφέρει επίσης ότι ο ίδιος δεν έχει πλουτίσει, όπως τον κατηγορούν. Όσον αφορά στη μομφή για παιδευτικές του ιδέες ο Ισοκράτης διακρίνει δύο ειδών επικριτές: οι πρώτοι αρνούνται ότι είναι δυνατή τέτοιου είδους παιδεία, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος· οι δεύτεροι θεωρούν ότι η μόρφωση που παρέχει επιτρέπει απλώς στους νέους να χρησιμοποιούν τα εφόδια που τους προσφέρει με τρόπο ανήθικο, για να αποκομίζουν προσωπικά οφέλη. Σε σχέση με τη δεύτερη αυτή κατηγορία επικρίσεων ο Ισοκράτης επαναλαμβάνει σχεδόν με τα ίδια λόγια στο απόσπασμα που ακολουθεί τον ύμνο στον λόγο που υπήρχε σε έναν από τους "κυπριακούς" λόγους του (Νικοκλής 5-9).

[253] οὐκοῦν χρὴ καὶ περὶ τῶν λόγων τὴν αὐτὴν ἔχειν διάνοιαν, ἥνπερ καὶ περὶ τῶν ἄλλων, καὶ μὴ περὶ τῶν ὁμοίων τἀναντία γιγνώσκειν, μηδὲ πρὸς τοιοῦτον πρᾶγμα δυσμενῶς φαίνεσθαι διακειμένους, ὃ πάντων τῶν ἐνόντων ἐν τῇ τῶν ἀνθρώπων φύσει πλείστων ἀγαθῶν αἴτιόν ἐστιν. τοῖς μὲν γὰρ ἄλλοις οἷς ἔχομεν, ἅπερ ἤδη καὶ πρότερον εἶπον, οὐδὲν τῶν ζῴων διαφέρομεν, ἀλλὰ πολλῶν καὶ τῷ τάχει καὶ τῇ ῥώμῃ καὶ ταῖς ἄλλαις εὐπορίαις καταδεέστεροι τυγχάνομεν ὄντες· [254] ἐγγενομένου δ᾽ ἡμῖν τοῦ πείθειν ἀλλήλους καὶ δηλοῦν πρὸς ἡμᾶς αὐτούς, περὶ ὧν ἂν βουληθῶμεν, οὐ μόνον τοῦ θηριωδῶς ζῆν ἀπηλλάγημεν, ἀλλὰ καὶ συνελθόντες πόλεις ᾠκίσαμεν καὶ νόμους ἐθέμεθα καὶ τέχνας εὕρομεν, καὶ σχεδὸν ἅπαντα τὰ δι᾽ ἡμῶν μεμηχανημένα λόγος ἡμῖν ἐστὶν ὁ συγκατασκευάσας. [255] οὗτος γὰρ περὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἀδίκων καὶ τῶν καλῶν καὶ τῶν αἰσχρῶν ἐνομοθέτησεν, ὧν μὴ διαταχθέντων οὐκ ἂν οἷοί τ᾽ ἦμεν οἰκεῖν μετ᾽ ἀλλήλων. τούτῳ καὶ τοὺς κακοὺς ἐξελέγχομεν καὶ τοὺς ἀγαθοὺς ἐγκωμιάζομεν. διὰ τούτου τούς τ᾽ ἀνοήτους παιδεύομεν καὶ τοὺς φρονίμους δοκιμάζομεν· τὸ γὰρ λέγειν ὡς δεῖ τοῦ φρονεῖν εὖ μέγιστον σημεῖον ποιούμεθα, καὶ λόγος ἀληθὴς καὶ νόμιμος καὶ δίκαιος ψυχῆς ἀγαθῆς καὶ πιστῆς εἴδωλόν ἐστιν. [256] μετὰ τούτου καὶ περὶ τῶν ἀμφισβητησίμων ἀγωνιζόμεθα καὶ περὶ τῶν ἀγνοουμένων σκοπούμεθα· ταῖς γὰρ πίστεσιν, αἷς τοὺς ἄλλους λέγοντες πείθομεν, ταῖς αὐταῖς ταύταις βουλευόμενοι χρώμεθα, καὶ ῥητορικοὺς μὲν καλοῦμεν τοὺς ἐν τῷ πλήθει λέγειν δυναμένους, εὐβούλους δὲ νομίζομεν, οἵτινες ἂν αὐτοὶ πρὸς αὑτοὺς ἄριστα περὶ τῶν πραγμάτων διαλεχθῶσιν. [257] εἰ δὲ δεῖ συλλήβδην περὶ τῆς δυνάμεως ταύτης εἰπεῖν, οὐδὲν τῶν φρονίμως πραττομένων εὑρήσομεν ἀλόγως γιγνόμενον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἔργων καὶ τῶν διανοημάτων ἁπάντων ἡγεμόνα λόγον ὄντα, καὶ μάλιστα χρωμένους αὐτῷ τοὺς πλεῖστον νοῦν ἔχοντας.

[253] Επομένως πρέπει να έχουμε και για τον λόγο την ίδια γνώμη που έχουμε για τις άλλες ασχολίες, να μην κρίνουμε διαφορετικά όμοια πράγματα και να μη δείχνουμε εχθρότητα απέναντι σε τέτοιο πράγμα, που απ᾽ όλα τα φυσικά χαρίσματα των ανθρώπων έχει αποφέρει τα περισσότερα αγαθά. Γιατί σε όλα τα άλλα που έχουμε, και τα οποία ανέφερα ήδη, δεν ξεχωρίζουμε από τα ζώα, και μάλιστα είμαστε κατώτεροι από πολλά απ᾽ αυτά στην ταχύτητα, τη δύναμη και σε άλλες ικανότητες. [254] Επειδή όμως έχουμε την ικανότητα να πείθουμε ο ένας τον άλλον και να δηλώνουμε καθαρά προς εμάς τους ίδιους αυτά που θέλουμε, όχι μόνο απαλλαγήκαμε από τη ζωή την όμοια με των θηρίων, αλλά συγκεντρωθήκαμε και χτίσαμε πόλεις, φτιάξαμε νόμους, ανακαλύψαμε τις τέχνες και σχεδόν όλα όσα επινοήσαμε τα βρήκαμε με τη βοήθεια του λόγου. [255] Ο λόγος είναι εκείνος που θέσπισε νόμους για το δίκαιο και το άδικο, το καλό και το κακό. Αν δεν υπήρχαν οι διατάξεις τούτες, θα ήμαστε ανίκανοι να συμβιώσουμε. Χάρη στον λόγο ελέγχουμε τους κακούς και εγκωμιάζουμε τους καλούς. Με τον λόγο μορφώνουμε τους ανόητους και δοκιμάζουμε τους σώφρονες. Γιατί θεωρούμε το να μιλάει κάποιος όπως πρέπει ως την πιο σίγουρη απόδειξη της σωστής σκέψης, και ο λόγος ο αληθινός, δίκαιος και νόμιμος αποτελεί την εικόνα της αγαθής και τίμιας ψυχής. [256] Με τη βοήθεια του λόγου συζητούμε για τις αμφισβητούμενες υποθέσεις και πραγματοποιούμε τις έρευνές μας για όσα δεν γνωρίζουμε. Τα επιχειρήματα με τα οποία πείθουμε τους άλλους μιλώντας είναι τα ίδια που χρησιμοποιούμε όταν σκεφτόμαστε. Ονομάζουμε ρήτορες εκείνους που είναι ικανοί να μιλούν μπροστά στα πλήθη και θεωρούμε πως σκέπτονται σωστά εκείνοι που μπορούν να συνδιαλεχθούν με τον εαυτό τους άριστα επί διαφόρων θεμάτων. [257] Αν πρέπει να μιλήσω συνοπτικά για τη δύναμη τούτη, βλέπουμε ότι κανένα από τα πράγματα που γίνονται σωστά, δεν υπάρχει χωρίς τη βοήθεια του λόγου. Ο λόγος είναι ο οδηγός όλων των πράξεων και των σκέψεών μας και τον χειρίζονται περισσότερο εκείνοι που έχουν τον περισσότερο νου. Από τούτα τίποτε δεν σκέφτηκε ο Λυσίμαχος κι έτσι τόλμησε να κατηγορήσει εκείνους που επιθυμούν να αποκτήσουν το πράγμα που παρέχει τόσο πολλά και σημαντικά αγαθά.

 

(μετάφραση Σ. Παπαϊωάννου)