Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ

56. – Αποσπάσματα 17, 57, 59, 60, 61 Diels-Kranz

Ο Εμπεδοκλής από τον Ακράγαντα της Σικελίας υπήρξε πολύπλευρη προσωπικότητα: γιατρός και περιπλανώμενος ιερέας, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας αλλά με δημοκρατικές πεποιθήσεις, ακολούθησε το παράδειγμα του Παρμενίδη και διατύπωσε τη διδασκαλία του σε εξάμετρους στίχους. Σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες συνέθεσε δύο ποιήματα, ένα κοσμολογικό με τον τίτλο Περί φύσεως και ένα θρησκευτικό με τον τίτλο Καθαρμοί.Στο έργο Περί φύσεως ανέπτυσσε τη φυσική του διδασκαλία: δεν υπάρχει γέννηση και θάνατος, αλλά μόνο ανάμειξη και χωρισμός τεσσάρων στοιχείων (ριζωμάτων)της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης· κινητήριες δυνάμεις για την ανάμειξη και τον χωρισμό είναι η Αγάπη (Φιλότης) και η Φιλονικία (Νεῖκος)·ο κόσμος υπόκειται σε μια αέναη κυκλική διαδικασία, η οποία χαρακτηρίζεται από διάφορες φάσεις, μεταξύ της απόλυτης κυριαρχίας της Αγάπης, οπότε τα στοιχεία σχηματίζουν μιαν ομοιογενή σφαίρα (τον Σφαίρο), και της απόλυτης κυριαρχίας της Φιλονικίας, οπότε όλα τα πράγματα περιορίζονται στα τέσσερα στοιχεία. Στο πρώτο (α) από τα αποσπάσματα που ακολουθούν ο Εμπεδοκλής διατυπώνει τις θεμελιώδεις απόψεις του για τον κοσμικό κύκλο, τα τέσσερα στοιχεία και τις κινητήριες δυνάμεις του. Τα τέσσερα μικρότερα αποσπάσματα (β-ε) περιγράφουν τις δύο πρώτες φάσεις της ζωογονίας: αρχικά εμφανίστηκαν ασύνδετα μέλη ζώων· κατά τη δεύτερη φάση ακολούθησε η ατελής συναρμογή των μελών, η οποία οδήγησε σε τερατογενέσεις.

(α)

ἀλλ᾽ ἄγε μύθων κλῦθι· μάθη γάρ τοι φρένας αὔξει·
15 ὡς γὰρ καὶ πρὶν ἔειπα πιφαύσκων πείρατα μύθων,
δίπλ᾽ ἐρέω· τοτὲ μὲν γὰρ ἓν ηὐξήθη μόνον εἶναι
ἐκ πλεόνων τοτὲ δ᾽ αὖ διέφυ πλέον᾽ ἐξ ἑνὸς εἶναι,
πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γαῖα καὶ ἠέρος ἄπλετον ὕψος,
Νεῖκός τ᾽ οὐλόμενον δίχα τῶν, ἀτάλαντον ἁπάντῃ,
20 καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν, ἴση μῆκός τε πλάτος τε·
τὴν σὺ νόῳ δέρκευ, μηδ᾽ ὄμμασιν ἧσο τεθηπώς·
ἥτις καὶ θνητοῖσι νομίζεται ἔμφυτος ἄρθροις,
τῇ τε φίλα φρονέουσι καὶ ἄρθμια ἔργα τελοῦσι,
Γηθοσύνην καλέοντες ἐπώνυμον ἠδ᾽ Ἀφροδίτην·
25 τὴν οὔ τις μετὰ τοῖσιν ἑλισσομένην δεδάηκε
θνητὸς ἀνήρ· σὺ δ᾽ ἄκουε λόγου στόλον οὐκ ἀπατηλόν.

ταῦτα γὰρ ἶσά τε πάντα καὶ ἥλικα γένναν ἔασι,
τιμῆς δ᾽ ἄλλης ἄλλο μέδει, πάρα δ᾽ ἦθος ἑκάστῳ,
ἐν δὲ μέρει κρατέουσι περιπλομένοιο χρόνοιο.
30 καὶ πρὸς τοῖς οὔτ᾽ ἄρ τι ἐπιγίνεται οὐδ᾽ ἀπολήγει·

(β)

ᾗ πολλαὶ μὲν κόρσαι ἀναύχενες ἐβλάστησαν,
γυμνοὶ δ᾽ ἐπλάζοντο βραχίονες εὔνιδες ὤμων,
ὄμματά τ᾽ οἶ᾽ ἐπλανᾶτο πενητεύοντα μετώπων.

(γ)

αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μεῖζον ἐμίσγετο δαίμονι δαίμων
ταῦτά τε συμπίπτεσκον, ὅπῃ συνέκυρσεν ἕκαστα,
ἄλλα τε πρὸς τοῖς πολλὰ διηνεκῆ ἐξεγένοντο.

(δ)

… εἰλίποδ᾽ ἀκριτόχειρα …

(ε)

πολλὰ μὲν ἀμφιπρόσωπα καὶ ἀμφίστερνα φύεσθαι,
βουγενῆ ἀνδρόπρῳρα, τὰ δ᾽ ἔμπαλιν ἐξανατέλλειν
ἀνδροφυῆ βούκρανα, μεμειγμένα τῇ μὲν ἀπ᾽ ἀνδρῶν
τῇ δὲ γυναικοφυῆ σκιεροῖς ἠσκημένα γυίοις.

(α)

Μα έλα, άκου τα λόγια μου, γιατί η μάθηση αυξάνει τη σοφία.

Όπως είπα και πριν, δηλώνοντας των λόγων μου τα όρια,15

διπλή θα πω ιστορία: κάποτε απ᾽ τα πολλά βγήκε

το ένα και μ᾽ άλλη φορά απ᾽ το ένα τα πολλά,

η φωτιά και το νερό κι η γη και του αγέρα το θεόρατο ύψος,

και, χωριστά απ᾽ αυτά, η ολέθρια Φιλονικία, ίδια απ᾽ όπου κι αν τη δεις,

κι ανάμεσά τους η Αγάπη, ίση στο μήκος και στο πλάτος.20

Αυτήν να την κοιτάξεις με το νου σου, μη στέκεσαι με θαμπωμένα μάτια.

Αυτή ᾽ναι που τη θεωρούνε έμφυτη ως και στα μέλη των θνητών,

χάρη σ᾽ αυτή κάνουνε σκέψεις φιλικές κι έργα αρμονικά,

Χαρά λέγοντάς τη με τ᾽ όνομα και Αφροδίτη.

Αυτήν ποτέ δεν τη βλέπουν οι θνητοί, όταν γυρίζει

ανάμεσά τους. Εσύ όμως άκουσε τις ντόμπρες μου κουβέντες.25

 

Όλ᾽ αυτά είναι ίσα και συνομήλικα,

μα το καθένα έχει δικά του προνόμια και χαρακτήρα,

κι άρχουν διαδοχικά, σαν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου.

Πέρα απ᾽ αυτά, τίποτα δεν γεννιέται ούτε πεθαίνει.

(β)

Εδώ πολλές βλάστησαν μορφές χωρίς αυχένα,

μπράτσα γυμνά πλανιόνταν χωρίς ώμους,

μάτια τριγύριζαν μονάχα, ψάχνοντας νά ᾽βρουν μέτωπα.

(γ)

Μα καθώς τα θεία στοιχεία όλο κι έσμιγαν το ᾽να με τ᾽ άλλο,

τούτα τα πράματα κολλούσαν όπως τύχαινε ν᾽ ανταμώσουν,

κι άλλα πολλά πλάι σ᾽ αυτά γεννιόνταν ολοένα.

(δ)

…με βάδισμα ελικοειδές κι αμέτρητα χέρια...

(ε)

Γεννήθηκαν πολλά πλάσματα με δυο πρόσωπα και δυο στέρνα,

βόδια με φάτσα ανθρώπου, ενώ ξεπρόβαλαν και άνθρωποι

με κεφάλι βοδιού, πλάσματα με φύση αρσενικοθήλυκη

και με σκιερά μέλη.

 

(μετάφραση Δ. Κούρτοβικ)