Μεταφράσεις Ν. Καζαντζάκη - Ι. Θ. Κακριδή
Συμφραστικός Πίνακας
αδραξουν
| Ιλ. 2.152 | ...κι ο ένας του αλλού εφωνάζαν | ν᾽ αδράξουν τ᾽ άρμενα, στη θάλασσα την άγια να τα... |
| Ιλ. 23.803 | ...αρματωθούν, χαλκό στα χέρια τους ν᾽ αδράξουν σαρκοκόφτη, | κι εδώ να βγούν μπροστά... |
αδραστο
| Ιλ. 6.37 | ...ο Μενέλαος ο βροντόφωνος τον Άδραστο τσακώνει | ζωντάρι· τ᾽ άτια του που... |
| Ιλ. 6.62 | ...μιλώντας· με το χέρι του τον Άδραστο αποδιώχνει | αμπώθοντάς τον κι ο... |
| Ιλ. 16.694 | ...θάνατο που σ᾽ είχαν πια καλέσει; | Τον Άδραστο και τον Επίστορα και τον Αυτόνοο... |
αδραστος
| Ιλ. 6.45 | ...κοντάρι του κι εστάθη. | Κι ο Άδραστος τού ᾽πιασε τα γόνατα και τον... |
αδραστου
| Ιλ. 5.412 | ...Αιγιάλεια τότε πάρει, η γνωστικιά του Αδράστου θυγατέρα, | και μες στον ύπνο με τους... |
| Ιλ. 14.121 | ...αθάνατοι οι άλλοι. | Μια κόρη του Άδραστου παντρεύτηκε κι αρχοντεμένα εζούσε | σε... |
| Ιλ. 23.347 | ...σου κι αν έτρεχε το γαύρο, | το άτι του Αδράστου το φτερόποδο, που από θεούς... |
αδραχνει
| Ιλ. 5.745 | ...εκατό― κι ανέβηκε στο αμάξι της, κι αδράχνει | το δυνατό, βαρύ, θεόρατο... |
| Ιλ. 8.389 | ...στο αμάξι τότε ανέβηκε το λιόφωτο, κι αδράχνει | το δυνατό, βαρύ, θεόρατο κοντάρι,... |
| Ιλ. 15.704 | ...πελαγόδρομο, τρανό απ᾽ την πρύμνα αδράχνει | γοργό καράβι, εκείνο κάποτε τον... |
| Ιλ. 17.678 | ...ξεφεύγει, | μόν᾽ στη στιγμή χιμάει κι αδράχνει τον και τη ζωή τού παίρνει· | όμοια και... |
| Οδ. 1.99 | ...απέραντες στεριές και τα πελάγη. | Κι αδράχνει το γερό κοντάρι της, το... |
αδρες
| Ιλ. 16.212 | ...αρμοδένει τοίχο ο μάστορας με αδρές σφιγμένες πέτρες | σπιτιού αψηλού, να... |
αδρηστη
| Οδ. 4.123 | ...μπροστά της καλοκάμωτο της βάζει η Αδρήστη η βάγια, | κι η Αλκίππη ένα κιλίμι... |
αδρο
| Ιλ. 5.310 | ...σωριάστηκε, κι ακούμπησε στο χώμα | το αδρό του χέρι, και του σκέπασε μαύρη... |
| Ιλ. 11.356 | ...κι ακούμπησε στο χώμα | τ᾽ αδρό του χέρι, και του σκέπασε μαύρη... |
| Ιλ. 20.259 | ...και το γερό κοντάρι του στο αδρό σκουτάρι ρίχνει, | το φοβερό· κι αυτό... |
| Ιλ. 20.262 | ...επρόβαλε με το βαρύ του χέρι | το αδρό σκουτάρι, τι εφοβήθηκε μην το περάσει... |
αδρομαλλο
| Οδ. 14.50 | ...να κάτσει, | κι έστρωσε απάνω τους αδρόμαλλο τομάρι αγριογιδίσιο, | παχύ, μεγάλο,... |
αδυναμα
| Ιλ. 18.411 | ...γίγας | κουτσαίνοντας, με ορμή τ᾽ αδύναμα κουνώντας αντικνήμια. | Τα φυσερά απ᾽... |
| Ιλ. 20.37 | ...και πείσμα, | κουτσαίνοντας, γοργά τ᾽ αδύναμα κουνώντας αντικνήμια. | Στους Τρώες από... |