2. Τα είδη των προτάσεων

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κατατάξουμε τις προτάσεις σε διαφορετικά είδη. Θα παρουσιάσουμε εδώ τέσσερις παραμέτρους που, όπως θα δούμε, μπορούν να διαπλέκονται:

μια πρόταση δηλαδή μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία από τις παρακάτω κατηγορίες.

 
 

2.1. Διακρίσεις ως προς το «περιεχόμενο»

Μία πρώτη παράμετρος αφορά το περιεχόμενο (ή τη βασική λειτουργία) των προτάσεων.

 Έτσι, οι προτάσεις κατατάσσονται σε είδη ανάλογα με το περιεχόμενό τους συνήθως ως εξής:
(α)

αν δηλώνουν αυτό που πιστεύει ο ομιλητής, ονομάζονται αποφαντικές προτάσεις ή προτάσεις κρίσης

 . Συνήθως εκφέρονται σε οριστική, π.χ.:
Σήμερα είναι Τετάρτη.
Έξω χιονίζει.
Η Μαρία έχει τρία αδέρφια.
(β) 

αν εκφράζουν κάποια επιθυμία του ομιλητή, ονομάζονται προστακτικές προτάσεις ή προτάσεις επιθυμίας

 . Συνήθως εκφέρονται σε προστακτική ή υποτακτική, π.χ.:
                Φύγε τώρα αμέσως!
                Να φύγουν όλοι!
                Ας κρατήσουν οι χοροί…
(γ)

αν ρωτούν κάτι, ονομάζονται ερωτηματικές

 . Μπορούν να εκφέρονται σε οριστική ή υποτακτική, αλλά όχι σε προστακτική:
                Έμαθες τί έγινε;
                Γιατί ήρθες;
                Πού να πάμε;
Και (δ)

αν εκφράζουν κάποιο έντονο συναίσθημα, ονομάζονται

επιφωνηματικές :
                Τι ήταν αυτό που πάθαμε!
                Δεν είμαστε καλά!
                Αν είναι ποτέ δυνατόν!
Η σχέση ανάμεσα στα τυπικά χαρακτηριστικά των προτάσεων και στις λειτουργίες που επιτελούν δεν είναι πάντα σταθερή και συχνά μπορεί να εξαρτάται από στοιχεία της περίστασης επικοινωνίας.
Έτσι, μια πρόταση όπως η παρακάτω, που κανονικά έχει τα χαρακτηριστικά μιας πρότασης κρίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν να ήταν προστακτική πρόταση (αν π.χ. την απευθύνει ο διευθυντής ενός σχολείου σε ένα μαθητή):
                Φεύγεις τώρα και έρχεσαι αύριο με τον κηδεμόνα σου!
(πρβ. Φύγε τώρα και έλα αύριο με τον κηδεμόνα σου)
 
 

2.2. Διακρίσεις ως προς την «ποιότητα»

Πιο εύκολα μπορεί να αναγνωριστεί η δεύτερη παράμετρος που αφορά την παρουσία ή απουσία άρνησης.

 Έτσι, ως προς την ποιότητά τους, οι προτάσεις μπορούν να ταξινομηθούν ως

(α) καταφατικές, αν δεν περιέχουν άρνηση

 και
(β)

αρνητικές (ή αποφατικές), αν περιέχουν άρνηση

 .
 
Η διάκριση αυτή μπορεί να εφαρμόζεται σε όλα τα είδη που είδαμε παραπάνω:
 
ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΕΣ
ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ
ΚΡΙΣΗΣ
Η Μαρία μιλάει αγγλικά.
Ο Γιάννης δεν έχει ποδήλατο.
ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ
Ας ήταν αργία αύριο!
Να μην πάμε εκδρομή αύριο!
ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ
Τον είδες;
Δεν θα έρθετε κι εσείς;
ΕΠΙΦΩΝΗΜΑΤΙΚΕΣ
Τι κακό με βρήκε!
Δεν το πιστεύω!
 

2.3. Διακρίσεις ως προς τη σχέση τους με άλλες προτάσεις

Μια τρίτη παράμετρος αφορά τη σχέση μιας πρότασης με άλλες προτάσεις

 . Έτσι, οι προτάσεις μπορεί να είναι
 
Η διάκριση δεν είναι πάντα ξεκάθαρη (βλ. και υπόταξη-υποτακτική σύνδεση) αλλά υπάρχουν αρκετά παραδείγματα τα οποία είναι εύκολο να ταξινομηθούν. Προσέξτε ότι οι δευτερεύουσες προτάσεις συνήθως εισάγονται με κάποια χαρακτηριστική λέξη (κανονικά σύνδεσμο  ή και κάποια είδη ερωτηματικών και αναφορικών αντωνυμιών). Προσέξτε επίσης ότι δεν είναι αναγκαίο οι δευτερεύουσες προτάσεις να είναι δεύτερες στη σειρά: μπορεί να προηγείται η δευτερεύουσα πρόταση και να ακολουθεί η κύρια. Έτσι, οι κύριες προτάσεις σημειώνονται με έντονα στοιχεία στα παρακάτω παραδείγματα, ενώ οι δευτερεύουσες περικλείονται σε αγκύλες:
                Έχω την εντύπωση [πως τον έχω ξαναδεί].
                [Πριν φύγει από την Ελλάδα], είχε μάθει αρκετά ελληνικά.
                Τον είδα αλλά δεν τον θυμήθηκα.
                [Αν τον δεις εσύ], μπορεί να τον θυμηθείς.
                Θα τα πω μόνο σε σένα, [επειδή σε εμπιστεύομαι].
Η Μαρία έχει δύο αδέρφια, όμως ο Γιάννης είναι μοναχοπαίδι.
Δεν άκουσα [πού θα πάμε αύριο].
 
Παρατηρούμε επίσης ότι

είναι δυνατό (στην περίπτωση της παρατακτικής σύνδεσης) να συνυπάρχουν περισσότερες από μία κύριες προτάσεις «ισότιμα», χωρίς καμία δευτερεύουσα (αλλά δεν είναι δυνατό κανονικά να έχουμε μόνο δευτερεύουσες χωρίς κύρια – καθώς οι δευτερεύουσες προτάσεις κανονικά εξαρτώνται από μια κύρια στις περιπτώσεις υποτακτικής σύνδεσης).

 
 

2.4. Διακρίσεις ως προς τη δομή

Η τελευταία παράμετρος που αναφέρεται συνήθως αφορά τη δομή των προτάσεων

 και τις κατατάσσει σε τέσσερις σχετικές κατηγορίες:

(α) όσες προτάσεις περιέχουν μόνο τους βασικούς όρους της πρότασης (δηλαδή υποκείμενο και κατηγόρημα) χαρακτηρίζονται απλές:

 
                Ο Γιάννης κοιμάται.
                Η Μαρία τραγουδάει.
                Το σπίτι τους νοικιάζεται.

(β) όσες προτάσεις περιέχουν περισσότερα από ένα υποκείμενα ή κατηγορήματα χαρακτηρίζονται σύνθετες:

 
                Ο Γιάννης και η Μαρία δεν ξέρουν αγγλικά.
                Η Δέσποινα τραγουδάει και χορεύει.
                Ο Πέτρος πήγε κι ήρθε.
                Ο Κωστής, η αδελφή του και μια θεία τους έχουν πάει εκδρομή στη θάλασσα.

(γ) όσες προτάσεις περιέχουν (εκτός από τους βασικούς όρους της πρότασης) και άλλους προσδιορισμούς ονομάζονται επαυξημένες:

 
                Η Μαρία που μένει από πάνω μας μιλάει πολύ καλά αγγλικά με ωραία προφορά.
Ο Πέτρος πήγε με τον προαστιακό σιδηρόδρομο στην Κόρινθο και στη συνέχεια γύρισε με το αυτοκίνητο ενός παλιού φίλου του.

(δ) όσες προτάσεις δεν περιέχουν κάποιον από τους βασικούς όρους της πρότασης (δηλαδή το υποκείμενο ή το κατηγόρημα) χαρακτηρίζονται ελλειπτικές:

 
                Πότε γιορτάζει; [ενν. αυτός για τον οποίο μιλάμε]
                Τον βλέπεις; [ενν. εσύ]
                Ο Γιάννης. [π.χ. ως απάντηση στο Ποιος ήρθε; Ποιος το είπε; Ποιος μένει εδώ; κτλ.]
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι (λόγω της παραγωγικότητας των κανόνων της γραμματικής) δεν υπάρχει όριο στο βαθμό πολυπλοκότητας μιας πρότασης: είναι δυνατό στην ίδια πρόταση να έχουμε συνδυασμούς επαυξημένων και σύνθετων προτάσεων:
Η Μαρία που μένει από πάνω μας και η Κατερίνα που σου σύστησα την περασμένη Πέμπτη μιλάνε και γράφουν άριστα αγγλικά και πολύ καλά ισπανικά.
 
Ο Πέτρος και ο Γιάννης πήγαν με τον προαστιακό σιδηρόδρομο στην Κόρινθο και στο Κιάτο και στη συνέχεια γύρισαν με το αυτοκίνητο ενός παλιού φίλου τους και ξαναέφυγαν με λεωφορείο ο ένας και με το τρένο ο άλλος.