Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Ταξίδια στα Ιόνια νησιά, Ήπειρο, Αλβανία
(1812-1813)

Εγκατεστημένοι τώρα στα Ιωάννινα και αφού είχαμε πάρει την πρώτη συνέντευξη από τον Βεζύρη, μπορούσαμε να παρατηρήσουμε με την άνεσή μας τα διάφορα χαρακτηριστικά της πόλης και των πέριξ της: σ’ αυτό μας βοήθησε πολύ η καλoσύνη του Μελά, του νεαρού Έλληνα που μας είχε επισκεφθεί το βράδυ της άφιξής μας. Η γενική τοποθεσία των Ιωαννίνων έχει ήδη εκταθεί σε μια πεδιάδα ή σε κάτι, που από την εμφάνισή του μπορεί να ονομασθεί μια μεγάλη λεκάνη, περιβαλλόμενη από βουνά, ενώ η ίδια η πόλη εκτείνεται κατά μήκος των δυτικών ακτών μιας λίμνης, που στην απέναντι πλευρά της βρέχει τους πρόποδες ενός από αυτά τα ορεινά συγκροτήματα. Το μήκος αυτής της λίμνης ίσως είναι περίπου έξι μίλια, το εύρος της πουθενά δεν υπερβαίνει κατά πολύ τα δύο μίλια και κοντά στο κεντρικό μέρος της πόλης το πλάτος της μικραίνει από την προεξέχουσα χερσόνησο που σχηματίζει το φρούριο των Ιωαννίνων και από το μικρό νησάκι, που είναι απέναντί της στην άλλη όχθη• αυτά τα δύο χαρακτηριστικά προσθέτουν πολύ στην ομορφιά του σκηνικού από κάθε άποψη. Η χερσόνησος του φρουρίου καθώς προχωρεί μέσα στη λίμνη φαρδαίνοντας, τελειώνει σε δύο ευδιάκριτα βραχώδη ακρωτήρια• στο ένα από αυτά βρίσκεται ένα μεγάλο Τούρκικο τζαμί, που ο ψηλός μιναρές του και οι εκτεταμένες πλατείες σκιάζονται από τα κυπαρίσσια που το περιβάλλουν: στο άλλο ακρωτήριο βρίσκεται το παλιό Σαράι των Πασάδων των Ιωαννίνων, ένα μεγάλο κτίριο με όλη εκείνη την ακανόνιστη και ακαθόριστη μεγαλοπρέπεια της Τουρκικής αρχιτεκτονικής• ο μιναρές και τα κυπαρίσσια ενός δεύτερου τζαμιού υψώνονται πάνω από τις προεκτεταμένε οροφές και τους ζωγραφιστούς του τοίχους. Η περιοχή του φρουρίου, που από μόνη της σχηματίζει μια πόλη, απομονώνεται από την υπόλοιπη πόλη με ένα ψηλό πέτρινο τείχος και μια φαρδιά τάφρο που γεμίζει με τα νερά της λίμνης.

Το νησί απέναντι από την πόλη είναι γραφικό στη γενική του εμφάνιση και εξωραΐζεται με ένα μικρό παλάτι του Βεζύρη που φαίνεται στην ακτή του. Ένα χωριό στη βόρεια πλευρά του είναι σχεδόν κρυμμένο από τα πλούσια φυλλώματα των καστανιών και των πλατάνων, που μεγαλώνουν ανάμεσα στα σπίτια του. Ο ταξιδιώτης καλό θα είναι να σκαρφαλώσει στο ψηλότερο σημείο του νησιού, απ’ όπου θ’ απολαύσει μία πολύ επιβλητική θεά της πόλης και των οικοδομών στους βράχους του φρουρίου.

Οι όχθες της λίμνης έχουν πολλά άλλα πράγματα, που τραβούν την προσοχή – το μεγάλο Σαράι, που από μερικά σημεία φαίνεται να υψώνεται από την όχθη – ένα ζωγραφισμένο κιόσκι που μοιάζει να ξεφυτρώνει από το νερό, κάτω από τα βράχια του παλιού Σαραγιού. Βορειότερα υπάρχει ένα μοναστήρι Δερβίσηδων, που σκιάζεται από δένδρα• αλλά πάνω απ’ όλα η βουνοκορφή του Μιτσικέλι, με ύψος ίσως ανάμεσα στα 2.500 και 3.000 πόδια πάνω από τη λίμνη, σχηματίζει σχεδόν όσο φτάνει το μάτι ένα συνεχές και αδιάσπαρτο πλαίσιο στην πεδιάδα• υψώνεται από την άκρη του νερού απέναντι από τα Ιωάννινα απότομο και μεγαλοπρεπές, ιδιαίτερα εντυπωσιακό και μαγευτικό. Το απόκρημνο μέτωπό του αυλακώνεται από τις κοίτες των ορεινών χειμάρρων. Οι χείμαρροι, φαρδαίνοντας καθώς πλησιάζουν τη λίμνη, καλύπτονται από δάση και προφυλάσσουν πολλά μικρά χωριά. Λέγεται ότι παλαιότερα υπήρχαν πιο εκτεταμένα δάση σ’ αυτήν την ορεινή μάζα, αλλά ότι καταστράφηκαν γιατί ήταν καταφύγια συμμοριών ληστών, που διατάρασσαν την ηρεμία της πόλης. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη γενική απουσία δασών από το τοπίο, το σκηνικό των Ιωαννίνων είναι ίσως λιγότερο τέλειο απ’ ότι αν είχαν διατηρηθεί αυτά τα δάση: εντούτοις είναι τέτοιο, ώστε μπορεί να θεωρηθεί ότι ελάχιστα άλλα του μοιάζουν σε ποικιλία και ομορφιά.

Η έκταση της πόλης καθώς απλώνεται προς τα πίσω και εκατέρωθεν του φρουρίου, είναι μεγαλύτερη απ’ όσο ο ίδιος πληθυσμός θα καταλάμβανε σε οικισμούς άλλων τόπων της Ευρώπης. Εκτός από τους κοινούς χώρους των τζαμιών και των Τουρκικών νεκροταφείων, όλα τα καλύτερα σπίτια, τόσο των Τούρκων όσο και των Ελλήνων περιβάλλονται από χώρους στους οποίους γενικά μεγαλώνουν λίγα δένδρα, δίνοντας στη γενική εικόνα του τόπου εκείνη την παράξενη ανάμιξη κτιρίων και δάσους, που ήδη έχει αναφερθεί. Το κεντρικό μέρος της πόλης, κατειλημμένο σε μεγάλο βαθμό από τους δρόμους που αποτελούν τα Παζάρια, είναι το μόνο όπου παρατηρείται πολύ συνοχή• και εδώ τα σπίτια είναι γενικά πολύ χαμηλότερα και μικρότερα από αλλού. Το πλάτος της πόλης, που πουθενά δεν υπερβαίνει το ενάμιση μίλι, προσδιορίζεται από μία σειρά χαμηλών υψωμάτων, που προχωρούν παράλληλα προς την όχθη της λίμνης και παρέχουν από την κορυφή τους μία από τις πιο εκπληκτικές απόψεις της πόλης, της λίμνης και των μακρινών όγκων της οροσειράς της Πίνδου.

Η εσωτερική πολεοδομική όψη των Ιωαννίνων εκτός από τα σημεία όπου υπάρχει κάποιο άνοιγμα στο τοπίο που τα περιβάλλει, είναι σκοτεινή και χωρίς λαμπρότητα. Λίγοι δρόμοι παρουσιάζουν κάποια ομοιομορφία, μία λεπτομέρεια, που κάνει τη γεωγραφία της περιοχής πολύ δύσκολη στον ξένο. Κατοικημένοι από τις χαμηλότερες τάξεις, αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από άθλιες λιθόκτιστες καλύβες και βρίσκονται κυρίως στα περίχωρα της πόλης. Οι μεσαίες τάξεις κατοικούν σε κτίρια καλύτερης εμφανίσεως, το πάνω μέρος των οποίων είναι κατασκευασμένο από ξύλο, με ένα μικρό ανοικτό εξώστη κάτω από την προτεταμένη οροφή• οι ανώτερες τάξεις, τόσο των Τούρκων όσο και των Ελλήνων, έχουν γενικά πολύ μεγάλα σπίτια, που συχνά βλέπουν σε δύο ή τρεις πλευρές του χώρου που τους ανήκει και με φαρδείς εξώστες, που ακολουθούν όλη την πρόσοψη του κτιρίου, ξεκινώντας από τον πρώτο όροφο, και καλύπτονται κάτω από τις στέγες. Σ’ αυτόν τον τρόπο κτισίματος, που είναι κοινός σε όλες τις Τουρκικές πόλεις, υπάρχει κάτι γραφικό όταν το κοιτάμε από μακριά και το οποίο χάνεται όταν πλησιάσουμε. Στους καλύτερους δρόμους των Ιωαννίνων υπάρχει μια βαριά ατμόσφαιρα: και τα πιο αξιοπρεπή σπίτια έχουν την όψη φυλακής, με ελάχιστη εξωτερική πρόσοψη. Τα περισσότερα περικλείονται από ψηλούς τοίχους με ογκώδεις διπλές πόρτες και με τα παράθυρα, όταν φαίνονται, στο πάνω μέρος του κτιρίου.

Τα παζάρια αποτελούν το πιο ενδιαφέρον μέρος της πόλης. Απλώνονται σε δέκα ή δώδεκα δρόμους, που τέμνουν ο ένας τον άλλο σε ακανόνιστες γωνίες, πολύ στενούς και ακόμη πιο σκοτεινούς λόγω των χαμηλών προτεταμένων στεγών και των μεγάλων ξύλινων παραγκών, όπου τα αγαθά εκτίθενται προς πώληση. Όπως συνηθίζεται στις μεγάλες πόλεις στην Τουρκία, κάθε παζάρι έχει το δικό του προϊόν. Σε άλλο βρίσκεις όσους ασχολούνται με κοσμήματα και άλλα διακοσμητικά είδη• σε άλλο τους εμπόρους που πουλάνε κάπες, Τούρκικα σάλια και άλλα είδη ενδυμασίας• σ’ ένα τρίτο οι λιανοπωλητές κοινών βαμβακερών αγαθών• σ’ ένα τέταρτο οι παντοπώλες, έμποροι καπνού, ξερών φρούτων κλπ. σ’ ένα πέμπτο αυτοί που πουλάνε πίπες, κεχριμπάρι, επιστόμια και ξύλινα μπιχλιμπίδια• σε ένα άλλο, πάλι, οι έμποροι χρωματισμένου δέρματος και Τούρκικων πασουμιών. Καθώς τα Ιωάννινα είναι η κατοικία πολλών πλούσιων ανθρώπων και επιπλέον ένα σημείο συγκεντρώσεως αγαθών για μια μεγάλη περιοχή της χώρας, μερικά τμήματα αυτών των παζαριών είναι επιπλωμένα με πλούτο και αφθονία και ειδικά αυτά που περιλαμβάνουν κοσμήματα και διακοσμητικά είδη της ενδυμασίας είναι πολύ εντυπωσιακά. […]

Υπάρχουν δεκαέξι τζαμιά στα Γιάννενα, καθένα από τα οποία βρίσκεται σε ένα ανοικτό χώρο και γενικά περιβάλλεται από μεγάλα κυπαρίσσια. Το βόρειο τζαμί του φρουρίου είναι το πιο αξιόλογο από αυτά τα οικοδομήματα, προφανώς τόσο λόγω μεγέθους όσο και λόγω της εξαιρετικής του θέσεως, αφού κρέμεται πάνω από τη λίμνη. Αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο συχνά πήγαινα για περίπατο, όσο έμενα στα Γιάννενα. Η μαγευτική θέα δεν είναι το μόνο προσόν αυτού του τοπίου. Η ησυχία είναι χαρακτηριστική, αν και κοντά σε μια τόσο μεγάλη πόλη, κάποια μοναξιά που πήγαζε από τις βαθιές πλατείες του τζαμιού, από τη σκιά των κυπαρισσιών και από τις ταφόπετρες. Και παραπέρα η σιλουέτα του ίδιου του Τούρκου, που περπατούσε αργά προς τις πόρτες του κτιρίου και σπάνια διατάρασσε τη μοναξιά αυτή. Αυτά κοντολογής είναι τα αξιοθέατα που θα ενδιαφέρουν τον ξένο κατά την επίσκεψη του φρουρίου των Ιωαννίνων.

Ο αριθμός των Ελληνικών εκκλησιών στην πόλη δεν υπερβαίνει τις επτά ή οκτώ, αλλά μερικές από αυτές είναι σημαντικού μεγέθους. Οι λειτουργίες της Ελληνικής θρησκείας, ωστόσο, δεν μπορούν να γίνουν εξίσου ελεύθερα όπως στα Ιόνια Νησιά και ενώ ο Αλή Πασάς είναι από συνήθεια ανεκτικός από αυτήν την άποψη, εντούτοις το πέρασμα των αιώνων και ο αυξανόμενος αριθμός των Μωαμεθανών στην πόλη, καταπνίγουν πολλές από τις εξωτερικές εκδηλώσεις αυτής της εκκλησίας, που τις συναντά κανείς και αλλού. Τα Γιάννενα είναι η έδρα ενός Έλληνα αρχιεπισκόπου, στον οποίο υπάγονται αρκετές επισκοπές στα νότια μέρη της Αλβανίας.

Δεν μπορώ να μιλήσω με βεβαιότητα για τον πληθυσμό της πόλης, για τον οποίο άκουσα διάφορες εκτιμήσεις από εικοσιπέντε έως σαράντα ή ακόμη και πενήντα χιλιάδες. Θα υποθέσω από τις εγκυρότερες πληροφορίες που μπόρεσα να συγκεντρώσω, ότι ο πραγματικός αριθμός των κατοίκων είναι περίπου 30.000, εξαιρουμένων των Αλβανών στρατιωτών που σταθμεύουν εδώ. Ο πληθυσμός αποτελείται από Έλληνες, Τούρκους, Αλβανούς και Εβραίους• οι Έλληνες αποτελούν ίσως το μεγαλύτερο μέρος του και οπωσδήποτε είναι οι πλέον ευυπόληπτοι σε πλούτο και περιουσία. Επίσης είναι οι παλαιότεροι κάτοικοι της πόλης• πολλές από τις οικογένειες, καθώς λέγεται, έχουν εγκατασταθεί εδώ πριν από πολλούς αιώνες: αυτοί αποτελούν το μεγάλο σώμα των εμπόρων στα Ιωάννινα• μερικοί έχουν επίσημες θέσεις στην Αυλή του Βεζύρη σαν αντιπρόσωποι και γραμματείς, ενώ άλλοι χαμηλότερων τάξεων ασκούν το επάγγελμα του μαγαζάτορα και τεχνίτη στην πόλη.

Οι Τούρκοι των Ιωαννίνων αποτελούν ένα πολυάριθμο πληθυσμό, που ωστόσο δεν τον ξεχωρίζει κάποιο ουσιώδες χαρακτηριστικό από τους ανθρώπους αυτού του έθνους σε άλλα μέρη. Αυτοί που χρησιμοποιούνται άμεσα από τον Βεζύρη είναι αναγκασμένοι ίσως σε μεγαλύτερη δραστηριότητα από τη φύση της διακυβερνήσεώς του• αλλά οι υπόλοιποι παρουσιάζουν την ίδια νωθρότητα, αδιαφορία και προκατάληψη, τα ίδια έθιμα και διαστροφές στην κοινωνική ζωή, που ανέκαθεν τους χαρακτήριζαν σαν κοινότητα. Ωστόσο, η εθνική τους υπεροψία δεν είναι εδώ εξίσου χαρακτηριστική, όσο σε άλλα μέρη της Τουρκίας. Έχει ελαττωθεί εν μέρει από το δεσποτισμό κάτω από τον οποίο ζουν και έχει έλθει πιο κοντά στο αίσθημα των Ελλήνων και Αλβανών, που ζουν γύρω τους.

Οι Εβραίοι των Ιωαννίνων απαντώνται σαν έμποροι στα παζάρια, σαν τεχνίτες, και μερικοί από αυτούς απασχολούνται από το Σαράι. Επωφελούνται μαζί με τους Έλληνες από τη γενική ανεκτικότητα και δεν εκτίθενται, πιστεύω, σε καμία ιδιαίτερη στέρηση. Το νεκροταφείο τους, για τα δικαιώματα του οποίου πληρώνουν ένα ετήσιο ποσό, σχηματίζει μια ανοικτή περιοχή στη μέση της πόλης.

Οι Αλβανοί κάτοικοι των Ιωαννίνων ανήκουν στην κατώτερη τάξη. Αυτοί που είναι στη στρατιωτική υπηρεσία του Βεζύρη εξασφαλίζουν στέγη κυρίως από τις Ελληνικές οικογένειες, από τις οποίες αυτό θεωρείται σαν πολύ βαρύς και καταπιεστικός φόρος. Υπάρχουν Έλληνες έμποροι στην πόλη, που συχνά τους απαιτείται να παράσχουν κατάλυμα, είτε στις οικίες τους είτε αλλού, σε σαράντα ή πενήντα άνδρες, και μάλιστα αυτούς ενός άτακτου στρατού, που λίγο συγκρατούνται από τα δεσμά της πειθαρχίας. Η απουσία του Βεζύρη από την πρωτεύουσά του είναι από αυτήν την άποψη γιορτή για τους βασικότερους κατοίκους.

Στα Γιάννενα βρίσκονται πολύ λίγοι υπήκοοι Ευρωπαϊκών εθνών. Ο κύριος Γ. Φορέστης, ο Άγγλος πρόξενος εδώ, απουσίαζε για δουλειά στα Ιόνια Νησιά κατά την πρώτη μας επίσκεψη στην πόλη. Ο Μ. Πουκεβίλ, ο Γάλλος πρόσεδρος υπουργός στην Αυλή του Αλή Πασά, με τον τίτλο Γενικός Πρόξενος στην Αλβανία, πέρασε επτά χρόνια σ’ αυτήν τη θέση, πράγμα που αντισταθμίζεται κάπως από την παρουσία του αδελφού του, που είχε τη θέση του προξένου στην Πρέβεζα. Ο Μ. Πουκεβίλ ήταν ένας από τους τριάντα σοφούς που ακολούθησαν τη Γαλλική εκστρατεία στην Αίγυπτο. Ακολούθως εξέδωσε ένα έργο σε τρεις τόμους για την Αλβανία και το Μοριά, που πρόσφατα μεταφράσθηκε στα Αγγλικά.[…]

Ο πληθυσμός των Ιωαννίνων με αυτήν την πολυεθνικότητα και με την προσθήκη Αράβων, Μαυριτανών και Νέγρων παρουσιάζει ένα παράξενο θέαμα σε όλους τους δρόμους της πόλης. Παρόμοια συνάθροιση μπορεί κανείς πράγματι να δει και σε άλλες Τουρκικές πόλεις, αλλά χωρίς τα πολυάριθμα Αλβανικά στρατεύματα, που αποτελεί εδώ ένα τόσο εντυπωσιακό και τυπικό χαρακτηριστικό. Από το θηλυκό μέρος του πληθυσμού λίγες μπορεί να δει κανείς στους δρόμους, εκτός από αυτές των χαμηλότερων τάξεων, αλλά και αυτές οι λίγες κρύβονται τόσο πολύ από την ενδυμασία, ώστε δεν είναι για το μάτι παρά κινούμενες φιγούρες. Οι Τούρκες ανώτερων τάξεων σπάνια βγαίνουν έξω. Κάθε γυναίκα αυτής της εθνικότητας που βγαίνει στους δρόμους, καλύπτεται εντελώς με μια σκουρόχρωμη ρόμπα και το πρόσωπό της επίσης κρύβεται με οριζόντια καλύπτρα που αφήνει μόνο ένα στενό άνοιγμα για τα μάτια. Στην Κωνσταντινούπολη και μερικές άλλες πόλεις της Ανατολής, οι συνήθειες των γυναικών Τούρκικης εθνικότητας είναι λιγότερο αυστηρές από αυτήν την άποψη και κάποια περισσότερη καινοτομία έχει εισχωρήσει στα εθνικά έθιμα. Οι συνήθειες των Ελληνίδων κυριών, όσον αφορά τη δημόσια εμφάνιση, πλησιάζουν σε κάποιο βαθμό αυτές των Τούρκων και προσδιορίζονται εν μέρει από τα δικά τους ήθη ως λαού και εν μέρει από την ανάγκη συμμορφώσεως προς τα Τουρκικά έθιμα. Σπάνια εμφανίζονται στους δρόμους και όταν βγαίνουν έξω, μεταμφιέζονται με σχεδόν όμοιο τρόπο. Οι Ελληνίδες και Αλβανίδες της κατώτερης τάξεως δεν υπόκεινται σ’ αυτούς τους περιορισμούς και μπορούν να θεωρηθούν ως οι μόνες ορατές γυναίκες στους δρόμους της πόλης.

Η αστυνομία των Ιωαννίνων είναι εξαιρετικά καλή. Η επαγρύπνηση του Αλή Πασά εκτείνεται σε κάθε γωνιά της πόλης και περίπολοι Αλβανών στρατιωτών διασχίζουν τους δρόμους τη νύχτα για να εξασφαλίζουν την ηρεμία. Είναι καλή η διάταξη για τέτοια πρωτεύουσα, ότι δηλαδή κανείς δεν επιτρέπεται να περπατά στους δρόμους μετά τη δύση του ηλίου χωρίς φανάρι ή δαδί. Τα παζάρια κλείνουν μία συγκεκριμένη ώρα το βράδυ και με προσωπική πείρα διαπίστωσα ότι είναι επικίνδυνο να βρίσκεται κανείς εκεί μετά από αυτήν την ώρα. Μία φορά, επιστρέφοντας σπίτι από τις όχθες της λίμνης, μπήκα σε έναν από αυτούς τους δρόμους καθώς έκλειναν τα μαγαζιά και αμέσως μου επιτέθηκαν δύο μεγάλα και άγρια σκυλιά, πηγαίνοντας να κάνουν το καθήκον τους ως νυκτοφύλακες. Αν και αμέσως αναχαιτίστηκαν από τους ανθρώπους του παζαριού, έσχισαν το μεγάλο παλτό που φορούσα σε διάφορα κομμάτια και χωρίς την παρέμβασή τους, θα μου άφηναν ακόμη πιο σοβαρά σημάδια της προσηλώσεώς τους στο καθήκον.

Το κλίμα των Ιωαννίνων φυσικά επηρεάζεται πολύ από τη θέση τους και από την ψηλή οροσειρά που τα πλησιάζει και τα περιβάλλει. Το ύψος της πόλης πάνω από τη θάλασσα, όπως προέκυψε από βαρομετρικές παρατηρήσεις, μπορεί να τοποθετηθεί, πιστεύω, στα 1.000 με 1.200 πόδια. Λυπάμαι που δεν μπόρεσα να καταρτίσω εδώ κάποιο πίνακα θερμοκρασιών για διάφορα έτη• αλλά από τις έρευνες που έκανα και από δικές μου παρατηρήσεις οδηγούμαι να πιστεύω ότι ο βαθμός του χειμερινού κρύου στα Ιωάννινα, αν και σε γεωγραφικό πλάτος περίπου 39ο 30’, είναι κατά μέσο όρο όχι μικρότερος από αυτόν των δυτικών περιοχών της Αγγλίας. Ο χειμώνας του 1812-1813 ήταν, είναι η αλήθεια, ξεχωριστά δριμύς σε όλα τα μέρη της Ελλάδας, καθώς και στη Ρωσία και Πολωνία. Όταν φθάσαμε στα Ιωάννινα στις αρχές του Νοεμβρίου, όλες οι ψηλότερες κορυφές της Πίνδου ήταν σκεπασμένες με χιόνι. Τις πρώτες λίγες μέρες της παραμονής μας εδώ ο καιρός ήταν εξαιρετικά ωραίος, αλλά κρύος, ενώ το θερμόμετρο στις 8 π.μ. έδειχνε από 40ο έως 44οF. Ακολούθησαν αρκετές βροχερές ημέρες με περιστασιακές καταιγίδες και έπεφτε πολύ χιόνι στην Πίνδο, καλύπτοντας ακόμη και το μεγαλύτερο μέρος του Μιτσικέλι, του βουνού πάνω από τη λίμνη. Πριν το χάραμα της 9ης είχαμε μια καταιγίδα πιο βίαιη και διαρκή από όσες είχα γνωρίσει ως τότε• το αποτέλεσμα της αντήχησης από τα βουνά, που περιβάλλουν την πόλη, ήταν πέρα από κάθε μέτρο υπέροχο και επιβλητικό. Με φώναξαν σ’ ένα σπίτι κοντά στο κατάλυμά μας για να εξετάσω έναν άνδρα που τον είχε κτυπήσει ο κεραυνός. Από την κατεστραμμένη δομή ενός μικρού μέρους δέρματος στο μέτωπο, φάνηκε ότι το ηλεκτρικό ρεύμα τον κτύπησε εκεί• ο άνθρωπος φυσικά πέθανε ακαριαία. Ο αδελφός του, που στεκόταν κοντά του, υπέστη μερικό κλονισμό, που τον έριξε αναίσθητο για λίγη ώρα, αλλά δεν είχα λόγο να αμφιβάλλω για την τελική του ανάρρωση.

[…]

Οι μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος ήταν εξαιρετικά δριμείς στα Γιάννενα με βόρειους και βρειοανατολικούς ανέμους. Το χιόνι είχε μεγάλο ύψος στις πεδιάδες και για δέκα ημέρες η λίμνη καλυπτόταν από τόσο παχύ στρώμα πάγου, που οι χωρικοί τη διέσχιζαν απ΄ όλα τα σημεία της επιφάνειά της. Κατά τα μέσα Μαρτίου, όταν επέστρεψα εδώ από τη Ζάκυνθο, η ψηλότερη κορυφή του Μιτσικέλι ήταν καλυμμένη με χιόνι και η οροσειρά της Πίνδου παρουσίαζε μια διαδοχή από χιονοσκεπείς μάζες. Αυτή την εποχή είδα περισσότερες από μία φορές το θερμόμετρο στο σημείο πήξεως, αλλά και αργότερα, όταν στις αρχές Απριλίου έπεσε χιόνι μέσα στην πόλη με αρκετές ημέρες με πολύ κρύο και θυελλώδη καιρό. Η θερμοκρασία της περιοχής το καλοκαίρι πιστεύω ότι είναι πολύ ψηλή.

[…]

Έχω ήδη αναφέρει την έκταση της λίμνης. Το βάθος της είναι πολύ ασήμαντο και καταλήγει στα άκρα της σε χαμηλό βαλτώδες έδαφος• αυτό του βορείου άκρου προχωράει βόρεια κάτω από τη μεγάλη κορυφή του Μιτσικέλι σε μια άλλη μικρή λίμνη, περίπου έξι μίλια μακριά από την πόλη. Αυτή είναι η βασική έξοδος των νερών από τη λίμνη των Ιωαννίνων• ένα ρυάκι ρέει από αυτήν προς αυτήν την κατεύθυνση και που, αφού περάσει από τη δεύτερη λίμνη, ξαφνικά μπαίνει σ’ ένα υπόγειο πέρασμα κάτω από μερικούς ασβεστολιθικούς λόφους και εμφανίζεται ξανά σε σημαντική απόσταση σαν ένας χείμαρρος που ενώνεται με τον ποταμό Καλαμά. Και κάτι ακόμη μοναδικό: φαίνεται να υπάρχει μια υπόγεια έξοδος νερού από το βορειότερο άκρο της λίμνης κάτω από τον άγριο γκρεμό ενός μεμονωμένου ασβεστολιθικού βράχου. Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα που επανεμφανίζεται αυτό το νερό, ίσως όμως σε κάποιο μέρος της χώρας μεταξύ των Ιωαννίνων και του κόλπου της Άρτας. Τα νερά της λίμνης προέρχονται από πηγές και από τους διάφορους ορεινούς χειμάρρους που καταλήγουν σ’ αυτήν.

H. Holland, Ταξίδια στα Ιόνια Νησιά, Ήπειρο, Αλβανία (1812-1813), μτφ. Χρ. Ιωαννίδης, Συλλογή, 2007, σ. 106-119.