Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Κραυγές από το φάρο

Παλιά
όταν ο Φάρος έφεγγε μακριά,
πέρ’ απ’ το πέλαγο,
τα δειλινά
ζωγράφιζαν στις πέτρες του
ψυχεδελικά συμπλέγματα,
γοργόνες με λουλούδια ξωτικά
που λίκνιζαν τις έγνοιες μας.
Το σφύριγμα του βαποριού,
καμπάνα του χρόνου
στο εκκρεμές τ’ Αυγερινού,
ξυπνούσε τα όνειρα,
που μεγάλωναν
κάτ’ απ’ τον ίσκιο του,
στην ποδιά της παραλίας,
κι έτρεχαν λαχανιασμένα
να προλάβουν το Μέλλον.
Τότε,
το «Φανάρι» μας
ήταν αγάπη χιλιοπλούμιστη,
καημός και πόνος
σ’ ένα κόσμο
που κυλούσε
στους ρυθμούς της βεβαιότητας,
με τη σουρντίνα του τραγουδιού μας.
Τώρα,
γέρικο πια,
σφιχτοδεμένο στους κορσέδες
μιας αμφίβολης προσπάθειας,
με τη στοργή
βιαστικών κληρονόμων,
γέρνει γεμάτο πληγές,
έτοιμο να χαθεί
στο χασμουρητό της εποχής.
Κι είν’ η καρδιά μας ανήμπορη
ν’ αντιστυλώσει το βαρύ κορμί
με το φεγγάρι
ψαράδικο σκουφί στην κεφαλή,
την ώρα που βιγλίζει την ιστορία μας.
Ούτε το ποίημα,
ούτε ο πίνακας,
ούτε η σύσκεψη
διώξαν την αγωνία μας
να πέσει
ο μπροστάρης της παλιάς πόλης
στο τέλμα των στανιασμένων ημερών.
Τις μαύρες νύχτες της θύελλας,
η σιωπή του γίνεται κραυγή συναγερμού,
να ξεπεράσουμε το φράγμα της μοιρολατρεία
να βγούμε απ’ την έρημο της αναμονής.

Κ. Χιωτάκης, «Κραυγές από το φάρο», Ανηφόρες και Καλντερίμια, Ποιήματα, Σύγχρονη Εποχή, 1984