Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Σήμερα περιπλανήθηκα για ώρα στην Ηρώων Πολυτεχνείου, μια από τις μεγαλοαστικές άλλοτε λεωφόρους της πόλης, περπάτησα και στην Ελευθερίου Βενιζέλου, ψηλά ως το Προξενείο, έπειτα κάλεσα ταξί και ανέβηκα στον Προφήτη Ηλία. Ο ταξιτζής με περίμενε όσο δούλευα με ανοιχτό ταξίμετρο. Κάνει και τέθοιο ψοφόκρυο, επαναλάμβανε. Ήθελε μήπως να μου υποβάλει ότι θα πρέπει να τον πληρώσω παραπάνω; Του ζήτησα την άδεια να ανοίξω το μαγνητοφωνάκι μου, να αποτυπώσω τη μελωδία της ομιλίας του. Μ’ αρέσει η προφορά σου, Χανιώτης είσαι; Ναι, αλλά όξω από τα Χανιά, από τον Λούλο. Τον ρώτησα προς τα πού πέφτει ο Λούλος και φάνηκε ότι πειράχτηκε. Δεν κατέεις τον Λούλο; πράμα δεν κατέεις, ούτε τα Κεραμιά κατέεις; Είχα συγκινηθεί που άκουγα επιτέλους το κατέω. Κατέω τα, είπα. Του ζήτησα να τον φωτογραφίσω. Μετά χαράς στάθηκε μπροστά στο άγαλμα του Κρητικού βρακοφόρου. Κατέεις την ιστορία του Καγιαλέ, που έκαμε το κορμί του κοντάρι και σήκωσε ψηλά κι ανέμισε την επαναστατική σημαία; Πρώτα τα καράβια της Ρωσίας ανοίξανε πυρ και τη ρίξανε χάμω. Αυτά εγώ τα κατέω καλά, γιατί τα ’χω πολλές φορές ακουσμένα από τον κύρη μου που του τα είπε κι εκεινού ο κύρης του. Φλεβάρης του 1897 ήτανε, λίγες μέρες μετά τις σφαγές του Γενάρη, τότε που είχε λυσσάξει το γενιτσαριό, είχε λυσσάξει όμως και πριν από οχτώ μήνες, Μάη του 1896, κι είχε πυρπολήσει την πόλη, αλλά εγώ σου λέω τώρα για τις σφαγές του 1897, τότε που και η Τριμάρτυρη είχε καεί, χαλασμός, κι απείς ησυχάσανε τα πράματα, τονε ζώσανε τον τσάρο τα κρίματα, μπορεί και να του εμφανίστηκε η Παναγία να τονε ραβδίσει, λόγω που τα δικά του κανόνια καταπρώτα είχανε βαρέσει τους επαναστάτες στ’ Ακρωτήρι, και το εκκλησιδάκι επαέ, τον Προφήτη Ηλία, ο τσάρος το ’χτισε και κάτω στην πόλη έχτισε φάτσα στην Τριμάρτυρη μια μεγάλη στοά ως κι είκοσι μέτρα μάκρος, έχτισε και τα Επισκοπικά Γραφεία, επισκεύασε και την καμένη Τριμάρτυρη, αυτά και άλλα πολλά, από χρόνια όμως γκρεμίστηκε η στοά εκεί κι έγινε μια ωραιότατη πλατεία μπροστά στον ναό για τους τουρίστες και για τα παιδιά και για τα πιτσούνια. Σταμάτησε επιτέλους και με κοίταξε· να σου πω και μια μαντινάδα για τον Καγιαλέ, που έκαμε το κορμί του κοντάρι κι ούλη η Ευρώπη θάμασε την αντρειά του, και κατακρίνανε τσοι ναυάρχους;

Μάρω Δούκα, Αθώοι και Φταίχτες, Πατάκης 2010, σ. 27-28