Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Έχουν μια λάμψη στα μάτια και μια λάμψη στα μαλλιά… Κοντομάνικοι το καλοκαίρι με το κροκοδειλάκι στη θέση της καρδιάς, τυλιγμένοι με ανοράκ, τζάκετ και μπουφάν τους χειμώνες. Μπουλούκια μπουλούκια διασχίζουν τα Χαυτεία που είναι το κέντρο, ο ομφαλός της πόλης.

Μένης Κουμανταρέας

Η νέα γένια των παίδων, των κορασίδων και των έφηβων της Αθήνας είναι σαφώς ωραιότερη και υγιέστερη από τις προηγούμενες, ίσως εξαιτίας της γαλούχησής της με βιομηχανικές κρέμες και υποκατάστατα του μητρικού γάλακτος. Οι νέοι, ντυμένοι απλά, τζιν παντελόνι και αθλητικά σινιέ παπούτσια, μπουφανάκια το χειμώνα και τι-σερτ το καλοκαίρι, βαδίζουν ανέμελοι, γεμάτοι σιγουριά. Στις τσέπες τους υπάρχει ικανό χαρτζιλίκι, χάρη στη γενναιοδωρία των μαμάδων και των μπαμπάδων τους. Σε αντίθεση με τους γονείς τους, που είχαν βιώσει την καταπίεση εντός του σπιτιού και την καταστολή έξω από αυτό, απολαμβάνουν απεριόριστη ελευθερία στους χώρους που κινούνται. Τόση που μπορούν να καταλαμβάνουν, για λόγους χαβαλέ, τα σχολεία τους και τους δρόμους, χωρίς καμιά συνέπεια.
Βλέπω συχνά τους νεολαίους στην Ομόνοια. Τα απογεύματα πηγαίνουν στα φροντιστήρια, διασχίζοντας τις διασταυρώσεις, κατεβαίνοντας τις κυλιόμενες σκάλες του υπογείου, λοξοδρομώντας ενίοτε προς τα φαστ φουντ. Τα βράδια, μετά τις δέκα, σχολάνε και οδεύουν προς τις αφετηρίες των λεωφορείων που κατευθύνονται στις μακρινές συνοικίες. Φυλάνε τα βιβλία τους σε μοντέρνα σακίδια που κρέμονται στην πλάτη. Δεν τα κρατάνε στο χέρι, όπως συνέβαινε παλαιότερα. Βαδίζοντας, φλερτάρουν, αστειεύονται, χαριεντίζονται, χειρονομούν, χαχανίζουν, τελούν σε μια σχεδόν μόνιμη κατάσταση ευθυμίας. Οι γονείς τους, οι στερημένοι τόσο πολλά, τους παρέχουν κάθε δυνατή διευκόλυνση Έκτος από τα φροντιστήρια, τους στέλνουν και σε γυμναστήρια για να ασκηθούν, για να διατηρούν σε φόρμα το σώμα τους. Κάμποσα κορίτσια πηγαίνουν σε ωδεία και χοροδιδασκαλεία, όχι επειδή έχουν έφεση στη μουσική ή το μπαλέτο αλλά για να είναι σικ. Κάποιοι κρατούν στο χέρι το κινητό τους τηλέφωνο, το τελευταίο δείγμα ευμάρειας και ευδαιμονισμού.
[…]
Δεν είναι καθόλου παράξενο που στις κατ' ιδίαν συζητήσεις τους οι σημερινοί νέοι της Αθήνας μιλάνε τη δική τους διάλεκτο. Ωστόσο, από τις καινοφανείς, τις άγνωστες στους παλαιότερους λέξεις που χρησιμοποιούν, ελάχιστες θα μείνουν για να εμπλουτίσουν την ελληνική γλώσσα. Είναι θνησιγενείς και επομένως αδύνατον να λεξικογραφηθούν ώστε να διασωθούν. Η διάλεκτος αυτή, ούσα τεχνητή, φτιαγμένη από εξυπνάδες και ευφυολογήματα, είναι καταδικασμένη να πεθάνει. Ο Ηλίας Πετρόπουλος, πάντως, έχει εξαγγείλει την έκδοση ενός λεξικού με τίτλο Τα φλωράδικα. Θα περιέχει τις λέξεις που χρησιμεύουν ως κώδικες επικοινωνίας ανάμεσα στους νέους των «καλών» περιοχών και των «καλών» σχολείων. «Φλώροι», κατά τον συγγραφέα, είναι οι μεγαλωμένοι στα πούπουλα, οι βουτυρομπεμπέδες. (Στη δεκαετία του '60, εμείς τα παιδιά της εργατικής τάξης αποκαλούσαμε φλώρους τους γόνους των ανωτέρων τάξεων, τους κομψευόμενους και εντέλει τους θηλυπρεπείς.) Κατ' ατυχία, ο αριθμός των ελληνικών λέξεων που χρησιμοποιούνται στην καθημερινή κουβέντα των εφήβων μειώνεται συνεχώς, ενώ αυξάνεται ο αριθμός των εκ της αγγλικής προερχόμενων: κουλάρω, τριπάρω, φρικάρω, σερφάρω, κάνω ζάπινγκ. Εξυπακούεται πως δεν κινδυνεύει καθ' οιονδήποτε τρόπο η ελληνική γλώσσα — απλώς εμπλουτίζεται.
Καθώς οι φραγμοί ανάμεσα στις τάξεις έχουν καταργηθεί, απαξάπαντες οι νέοι συγχρωτίζονται στους ίδιους χώρους, στα μέρη όπου πλάθεται η καινούργια γλώσσα, η καταδικασμένη να είναι εφήμερη: σχολεία, καφετέριες, μπαράκια, φαστφουντάδικα, κλαμπ. Η Ομόνοια δεν είναι πλέον το καμίνι στο οποίο ψήνονται οι νέες λέξεις. Ύστερα από την οιονεί εξαφάνιση των σφαιριστηρίων, δεν ευδοκιμούν στις παρόδους της στέκια νεολαίας. Οι έφηβοι στην πλειονότητα τους δεν ξέρουν να παίζουν μπιλιάρδο, ποδοσφαιράκι, τάβλι. Αποφεύγουν τα παιγνίδια με την τράπουλα, το κλότσημα της μπάλας στις γειτονιές, την πολιτική ένταξη, οτιδήποτε ομαδικό, συλλογικό. Προτιμούν την κατ' οίκον ψυχαγωγία και την πνευματική απόλαυση που τους παρέχουν τα cd players, τα videogames και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.
Μερικές δεκαετίες πριν, η περιοχή συγκέντρωνε τον ανθό της νεολαίας. «Καμιά φορά, αυτοί οι νέοι έπαιρναν τον Λεωνή σε κάτι μπιλιάρδα στα Χαυτεία, εκεί άναβαν μεγάλες αγγλικές πίπες, έβγαζαν το σακάκι τους κι αρχίζανε και παίζανε με το γελέκι, έτσι ήταν η τάξη», μας πληροφορεί ο Γιώργος Θεοτοκάς στον Λεωνή του. Κι ο Μένης Κουμανταρέας στα Μηχανάκια του μιλάει για τα καφενεία με τα εξ Αμερικής μεταχειρισμένα «μηχανάκια» ή «φλιμπεράκια» που καταβρόχθιζαν ασίγαστα δραχμές.
[…]
Ένα και μοναδικό σφαιριστήριο, υπό το όνομα «Καφέ-μπαρ "New Point"», παραμένει στην Ομόνοια, στο υπόγειο της στοάς του Πρωτοδικείου. Η ύπαρξή του είναι απαραίτητη για να θυμίζει παρωχημένες νεανικές συνήθειες και να δείχνει με ενάργεια τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο κοινωνικό πεδίο. Η ευρύχωρη αίθουσα με τα ποδοσφαιράκια, τα μπιλιάρδα και τα τραπέζια του πινγκ-πονγκ είναι συνήθως άδεια, αφού ελάχιστοι νοιάζονται να προπονηθούν, να δείξουν τις ικανότητές τους και να στοιχηματίσουν με τους αντιπάλους τους. Αντίθετα, στη γύρω περιοχή, στις οδούς Δώρου και Σατωβριάνδου, επί παραδείγματι, κυριαρχούν οι αίθουσες με τα αμερικάνικης προέλευσης ηλεκτρονικά μηχανήματα. Μπροστά σ' αυτά κάθονται προσηλωμένοι πλήθος νέοι. Διασκεδάζουν παίζοντας κατά μόνας, τραβώντας μοχλούς ή σκοπεύοντας στόχους στην οθόνη των videogames.
[…]
Ενίοτε και καιρού επιτρέποντος πηγαίνω στην παρέλαση της μαθητιώσας νεολαίας που γίνεται την 28η Οκτωβρίου. Κορίτσια κι αγόρια δημοτικών σχολείων, γυμνασίων και λυκείων του Δήμου Αθηναίων (άλλα και πρόσκοποι, οδηγοί και λυκόπουλα) περνούν καμαρωτά μπροστά από τον υπουργό Παιδείας και τις δημοτικές αρχές της πόλης, που στέκονται σε ειδικές εξέδρες είτε έξω από το Πανεπιστήμιο είτε απέναντι από τη Βουλή. Φορώντας στολές στις οποίες κυριαρχούν το μπλε και το άσπρο, επιδεικνύουν τα σωματικά τους προσόντα, το κάλλος και την αλκή τους. Δεν είναι βέβαια όλα τα κορμιά λυγερά και κυπαρισσένια. Οι ευτραφείς δεν λείπουν από τις γραμμές τους, ούτε εκείνοι που με τον ασυντόνιστο βηματισμό τους αποκαλύπτουν ότι βρέθηκαν εκεί παρά τη θέλησή τους. Στην παρέλαση του 1999 είδα για πρώτη φορά ανάμεσα στα κορίτσια και μια νέγρα μαθήτρια, ή, καλύτερα, κατά την πολιτικώς ορθή έκφραση, μιαν Αφροελληνίδα. Παρατήρησα επίσης και το φαινόμενο της παρουσίας μαθητών με μακριά μαλλιά, αλογοουρές και σκουλαρίκια, κάτι αδιανόητο σε παλαιότερες εποχές. Μετά το πέρας της παρέλασης, ορισμένοι από αυτούς κατευθύνθηκαν προς την Ομόνοια για να επιβιβαστούν σε κάποιο συγκοινωνιακό μέσο. Τότε, οι πιο ψυχωμένοι, αψηφώντας τους γονείς που πήγαν να απαθανατίσουν τα βλαστάρια τους με φωτογραφικές μηχανές και βιντεοκάμερες, επιδοθήκανε στην εκφώνηση χαβαλετζίδικων συνθημάτων. Επί παραδείγματι κραυγάζανε εν χορώ "Patissia City! Patissia City!" Σε άλλες εποχές, πρόσφατες σχεδόν, πριν από την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι ίδιοι νέοι πιθανότατα να φώναζαν επαναστατικά συνθήματα. Ίσως να είχαν τα χέρια υψωμένα σε γροθιές και να κρατούσαν κόκκινες σημαίες, ένα σπάνιο είδος σήμερα στους δρόμους της Αθήνας.

Φίλιππος Φιλίππου, «Οι φυλές της νεολαίας», Ομόνοια 2000. Ταξίδι στον ομφαλό της Αθήνας, φωτογραφίες Σταύρος Καλαφάτης, Άγρα, 2000, 119-120, 121-122 & 122-123.