Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Την καλύτερη συνολική θέα της Κωνσταντινούπολης, της παράξενης αυτής πόλης, όπως πράγματι είναι, αν δεν είναι υποχρεωμένος κανείς να διασχίσει τους φρικτούς δρόμους της, την προσφέρει η νέα γέφυρα, η κύρια συγκοινωνιακή αρτηρία ανάμεσα στα δύο τμήματα της πόλης: εκείνο που θα μπορούσε να το ονομάσει κανείς ευρωπαϊκή Κωνσταντινούπολη, δηλαδή τη συνοικία του Γαλατά και του Πέραν από τη μια πλευρά, και την παλιά τούρκικη Σταμπούλ από την άλλη όχθη του Κεράτιου Κόλπου. Η γέφυρα αυτή είναι ένα σημείο του παρόμοιο του δύσκολα μπορεί να υπάρξει για δεύτερη φορά στον κόσμο.
Από τη ζωηρότατη κίνηση του Γαλατά περνάμε στη γέφυρα όπου χύνονται από τη μια μεριά η ανθρωποθάλασσα του Πέραν και του Γαλατά, και της Σταμπούλ από την άλλη. Σε μας τους Ευρωπαίους κάνουν προπαντός εντύπωση δυο πράγματα: η πολύχρωμη παρδαλότητα της εικόνας και ο αργός της ρυθμός. Όλοι οι απεσταλμένοι της Ανατολής – όχι της Άπω Ανατολής, γιατί δε θυμάμαι καθόλου να είδα Κινέζους και Γιαπωνέζους — μαζί τους όλος ο γραφικός συρφετός της Μεσογείου, Μικρασίας, Αφρικής και του Αρχιπελάγους, βάλε σ’ αυτούς και του Καυκάσιους και Πέρσες, Τσερκέζους, Αρμένιους, Έλληνες κι όλες τις φυλές των Βαλκανίων—, όλη αυτή η ανθρωποθάλασσα σκαμπανεβάζει εδώ συνέχεια με αργούς πολύχρωμους κυματισμούς. Εδώ βλέπει κανείς κουρελήδες μεροκαματιάρηδες και ανώτατους αξιωματούχους, ειδικά κληρικούς, μεταξύ τους τους μελαψούς Αρμένιους με τα μακριά ανεμίζοντα ράσα, οι περισσότεροι με πολύ ωραία κεφάλια με μακριά γένια και πλούσια κόμη που πίσω στον τράχηλο χάνεται κάτω από το μαύρο ράσο, στο κεφάλι το ιδιόρρυθμο, στρογγυλό, ψηλό, σκληρό καλυμμαύχι που προσδίδει στον φορέα του πάντως το ύφος της σεμνοπρέπειας και του σπουδαίου. Δίπλα, Τούρκοι μουλάδες σχεδόν αποκλειστικά ξερακιανές μορφές που βαδίζουν σκυφτά με μια πολύ παραμελημένη αμφίεση. Δερβίσηδες με τους ψηλούς τσόχινους σκούφους, με μακριούς πτυχωτούς χιτώνες κι από πάνω κάπου-κάπου κι ένα φουσκωτό πανωφόρι, ανάμεσα τους πολλά νέα παιδιά που δεν έχουν ακόμη ούτε καν το πρώτο χνούδι γύρω στα χείλη και στο πηγούνι, τέλος καλόγεροι με ακατάστατα ράσα και αδελφές του ελέους.
Να και γέροι Εβραίοι πραματευτάδες με βαθιά ρυτιδωμένο πρόσωπο, τυλιγμένο το κεφάλι με πολύχρωμο τουρμπάνι, μέσα σε καταξεσκισμένα κουρέλια. Ανάμεσά τους μαύροι ευνούχοι ντυμένοι ευρωπαϊκά, που ξεχωρίζουν μέσα στο ανακάτωμα αυτό των παραλλαγών της σκονισμένης παρδαλότητας με την εντυπωσιακή καθαρότητα της μαύρης αμφίεσης, του κουμπωμένου μέχρι ψηλά μαύρου σακακιού. Όποιος είδε ποτέ έστω κι έναν ευνούχο, αναγνωρίζει τους παρόμοιούς του ανάμεσα και σε χίλιους ακόμη νέγρους. Αυτούς που έχει προσλάβει στην υπηρεσία του ο σουλτάνος, που είναι φαίνεται οι ωραιότεροι, ξεχωρίζουν όλοι με το ασυνήθιστο μεγάλο ανάστημα. Το αγένειο πρόσωπο είναι σαρκώδες κι έχει κοντά φουσκωτά χείλη. Τα σκέλη είναι, σε αναλογία προς τον άνω κορμό, ασυνήθιστα μακριά κι έχουν το καλούμενο σχήμα Χ, οι γοφοί είναι δυνατοί, η στάση νωθρή και άσκημη, η ράχη καμπουριαστή. Σέρνουν τα πόδια τους, όταν πηγαίνουν κι έχουν ένα κουνάμενο-σουρνάμενο βάδισμα. Το κάλυμμα της κεφαλής είναι το κόκκινο φέσι. Κατά τα άλλα είναι, όπως είπαμε, μαύροι σαν κοράκια και ντυμένοι με μια καθαρότητα που κάνει εντύπωση. Μέσα σ’ αυτήν την τύρβη με τις παράξενες και εντυπωσιακές μορφές ανακατεύονται λοιπόν οι Ανατολίτες και οι Ευρωπαίοι άποικοι.

Πολυχρόνης Κ. Ενεπεκίδης, «Η θέα από τη γέφυρα του Γαλατά», στο Κωνσταντινούπολη. Λογοτεχνική ανθολογία. 60 κείμενα για την Πόλη, Θωμάς Κοροβίνης (επιμ.), Ιανός, Θεσσαλονίκη, 2002, σ. 124-126.