Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Η δίψα για τα παυσίλυπα πανοράματα των υδάτων έκανε τους αριστοκράτες της Ρωμανίας να κτίζουν τις επαύλεις τους στις κορυφές των λόφων, ενώ τράβηξε και τους Αυτοκράτορες στο belvedere των Βλαχερνών. Ωστόσο, η πρωτεύουσα της Ρωμανίας ήταν περιορισμένη στην Επτάλοφο, που τη διέτρεχαν ψηλά τείχη. Η οθωμανική πρωτεύουσα ήταν που σκαρφάλωσε τους λόφους της Περαίας και απλώθηκε και στις ακτές του Βοσπόρου και του ασιατικού Μαρμαρά. Από τον 17ο αιώνα, το Κατάστενο έγινε εκλεκτή περιοχή παραθερισμού για τους οθωμανούς πασάδες, τους Φαναριώτες και τους πλούσιους χριστιανούς εμπόρους. Οι Οθωμανοί ανέπτυξαν μια καινούρια και ακόμη στενότερη σχέση με το νερό, που αποτυπώνεται στον τύπο κατοικίας που είναι γνωστός ως «yalı».
Το «γιαλί» είναι ένας τύπος ξύλινης –παραδοσιακά– κατοικίας, κτισμένης ακριβώς πάνω στην ακτή, με τα παρτέρια της -και πολλές φορές τα σκεπαστά μπαλκόνια της- να προεξέχουν πάνω από το νερό. Τα γιαλί εντυπωσίαζαν όλους τους ξένους περιηγητές. Αυτή η σχέση με το νερό ήταν μια σχέση πολύ κτητική. Οι ιδιοκτήτες των γιαλί απολάμβαναν εντυπωσιακή θέα των υδάτων, αλλά οι κολλημένες στο νερό επαύλεις τους απέκλειαν την πρόσβαση και τη θέα της παραλίας για όλους τους υπολοίπους. Το ιδανικό της εποχής –που παραμένει ιδανικό των πολυεκατομμυριούχων του σήμερα– ήταν το πανόραμα του Βοσπόρου να πλαισιώνει το σαλόνι τους εισβάλοντας από τα μεγάλα παράθυρα, ώστε να μπορούν να το απολαμβάνουν καθισμένοι στους κτιστούς καναπέδες τους.
Οι παραλιακές λεωφόροι του Βοσπόρου αποτελούν πρόσφατες προσθήκες. Τις κατέστησε δυνατές η σχεδόν εξαφάνιση, από το κεμαλικό κράτος, των τάξεων στις οποίες ανήκαν τα περισσότερα γιαλί — της οθωμανικής αριστοκρατίας και των μειονοτικών μεγιστάνων. Ως τις αρχές του 20ου αιώνα, τις μεταφορές εξυπηρετούσαν δρόμοι που διέρχονταν από το εσωτερικό των χωριών, τα σπίτια των οποίων έφταναν ως την ακτή και τα έγλειφε το νερό. Σύμφωνα με μία θεωρία, η λέξη γιαλί προέρχεται από το τουρκικό ρήμα yalamak (γλείφω), αν και πιθανότερη είναι η προέλευση της από την ελληνική λέξη αιγιαλός. Τα περισσότερα γιαλί είχαν δική τους αποβάθρα και σκεπασμένο χώρο για τη φύλαξη των καϊκιών. Με τα καΐκια αυτά, που κωπηλατούσαν υπηρέτες, μετέβαιναν οι ιδιοκτήτες στην Πόλη για τις δουλειές τους. Διασχίζοντας με το πορθμείο τον Βόσπορο, μπορείς ακόμη να εντοπίσεις κάποια ξύλινα γιαλί εδώ κι εκεί. Πάρα πολλά κάηκαν και τα περισσότερα αντικαταστάθηκαν από τσιμεντένιες βίλες καθώς σήμερα η συντήρηση ξύλινων οικοδομών είναι και δύσκολη και οικονομικά ασύμφορη.
Οι μεταφορές προς και από τα χωριά του Βοσπόρου γίνονταν με ιδιωτικά καΐκια και βάρκες, που μετέφεραν τους εκδρομείς μέχρι την καθιέρωση του ατμόπλοιου στα μέσα του 19ου αιώνα. Χάρη στα πυκνά δρομολόγια των ατμόπλοιων η πρόσβαση στα προάστια έγινε πολύ ευκολότερη. Έτσι, πολλοί ευκατάστατοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης εγκατέλειψαν τις πυκνοκατοικημένες και θορυβώδεις κεντρικές συνοικίες για να κατοικήσουν μόνιμα σε κάποιο από τα χωριά του Βοσπόρου. Σιγά σιγά, τα κοντινότερα και τα δημοφιλέστερα μεταμορφώθηκαν σε προάστια, εντεταγμένα στον αστικό βίο. Η αστικόποιηση της Μπελ Επόκ προίκισε το Στενό με ξύλινες επαύλεις ρυθμού Αρ Νουβό και εντυπωσιακές εκκλησίες όλων των δογμάτων.
Το να έχεις γιαλί στον Βόσπορο θεωρείτο ανέκαθεν προνόμιο. Ωστόσο, δεν ήταν όλοι οι ιδιοκτήτες των παραθαλάσσιων οικιών ευκατάστατοι. Σε πολλά από τα μικρότερα χωριά, για τις ακτές των οποίων δεν είχαν δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι ανώτερες τάξεις, στην ακτογραμμή δεν βρίσκονταν γιαλί-επαύλεις αλλά μικρά σπίτια, ψαράδων και άλλων –κυρίως Ρωμιών– μεροκαματιάρηδων. Τους καλοκαιρινούς μήνες, οι ιδιοκτήτες αυτοί γίνονταν ιδιαίτερα δημοφιλείς μεταξύ των συγχωριανών τους, που τους επισκέπτονταν για να κολυμπήσουν στον Βόσπορο από τις βεράντες των σπιτιών τους και να κάνουν ηλιοθεραπεία σ’ αυτές. Ακόμη πιο δημοφιλή γίνονταν τα παιδιά τους μεταξύ των συμμαθητών τους, που μαζεύονταν στα σπίτια των τυχερών για να κολυμπήσουν. Τότε οι σημερινές συνοικίες ήταν χωριά και όλοι γνώριζαν όλους, και η ανταλλαγή αυτών των επισκέψεων ήταν το φυσικότερο πράγμα του κόσμου. Σήμερα, κανείς με σώας τας φρένας δεν κολυμπάει εκεί, αλλά και κανείς από τους γείτονες δεν έχει οικειότητα με τους ιδιοκτήτες των παραθαλάσσιων σπιτιών, που είναι πάμπλουτοι και τους φυλάσσει ιδιωτική ασφάλεια. Πολλά από τα μεγαλύτερα γιαλί, εξάλλου, έχουν μετατραπεί σε εστιατόρια, κέντρα αναψυχής και ξενοδοχεία.

Αλέξανδρος Μασσαβέτας, Κωνσταντινούπολη. Η πόλη των απόντων, Πατάκης, 2011, σ. 597-600.