Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

ΣΜΥΡΝΗ

(Ισμύρ τούρκ.) Κάτοικοι της πόλεως (άνευ των προαστίων) 270.000. Έλληνες 140.000. Τούρκοι 80.000. Αρμένιοι 12.000. Εβραίοι 20.000. Ευρωπαίοι και Λεβαντίνοι 15.000.

Ολίγαι πόλεις, λέγει ο γερμανός Rath, έχουν τόσον ωραία και τόσον μεγαλοπρεπή προάστια και εξοχάς, όσον η Σμύρνη. Και η ωραιότης των αύτη και η μεγαλοπρέπεια καταφαίνεται κυρίως, όταν τα βλέπει κανείς από τον Πάγον, το βουνόν, το φέρον άλλοτε την αρχαίαν ακρόπολιν και προς τα ΝΑ της πόλεως κείμενον. Κατά το θέρος ιδίως, όταν ο δύων ήλιος αποστέλλει τας λοξάς του ακτίνας επί των θαυμασίων περιχώρων της Σμύρνης, αφήνει δε να εναλλάσσονται σκιαί και χρωματισμοί, δύναται κανείς να απολαύσει την έξοχον γοητείαν της Σμύρνης, καθήμενος επί των ερειπωμένων μεσαιωνικών τειχών της παλαιάς ακροπόλεως, των ανεγερθέντων με τα αρχαιότερα λείψανά της, εις μόνωσιν και ησυχίαν, όπου αντηχούν ως απολεσθέντες ήχοι του ανθρωπίνου κόσμου ο βαρύς πάταγος της μεγάλης πόλεως, το σφύριγμα του ατμοπλοίου, του ετοιμαζομένου κατά σύμπτωσιν εκείνην την ώραν προ αναχώρησιν ή η εσπερινή προσευχή του μουεζίνη.

Η τουρκική συνοικία κάτω από τον Πάγον έχει αγυιάς ησύχους, πολυαρίθμους μιναρέδες και λευκούς θόλους τζαμιών και λουτρών. Οι δρόμοι αναρριχώνται εις το ύψος του Πάγου με τα οικίας των, με τας περιτοιχισμένες αυλάς, εντός των οποίων κυπάρισσοι και πυκνόφυλλα δένδρα υψούνται, σκιερά, μεταξύ των λιθίνων όγκων των οικιών. Κάτω της τουρκικής συνοικίας ακολουθεί η γωνιώδης εβραϊκή. Η κυρία πόλις απλούται επί πεδινής εκτάσεως. Εις τον λιμένα επικρατεί εκκωφαντική συγκοινωνία, ιδίως κατά τους μήνας της εξαγωγής (αρχάς Ιουν. Μέχρι τέλους Σεπτεμβρ.). Μέσα δε εις τον θόρυβον όλων των εθνών της Δύσεως και της Ανατολής συνωθούνται οι κραυγάζοντες πωληταί και τα βαρέως φορτωμένα κάρα, βαδίζουν δε με την κεφαλήν ωρθωμένην αι τεράστιαι φορτηγοί κάμηλοι, ενώ έξω εις τον λιμένα κροτούν αι αλύσεις των πλοίων, αι ανασύρουσαι τα εξαγόμενα προϊόντα. Αναλόγως δε της εποχής φορτώνονται εις τα πλοία κυρίως σάκοι με σιτηρά (ιδίως κριθή) και με κηκίδια, κιβώτια σταφίδων ή σύκων, δέματα καπνού, βάμβακος, οποίου, τάπητες εκ του εσωτερικού και σπόγγοι εκ των νήσων.

Περαιτέρω δε και προς Β του λιμένος η προκυμαία, η με ευρείς τετραγώνους λίθους εστρωμένη, παρουσιάζει άλλο θέαμα. Αντί των καταστημάτων και των εμπορικών γραφείων, των πρακτορείων ατμοπλοϊκών εταιρειών και των ατμομύλων του λιμενικού μέρους παρατάσσονται προς αυτήν ζυθοπωλεία, καφενεία, καφωδεία, θέατρα. Εδώ συνωθείται ιδίως τας εσπερινάς ώρας το πλήθος των αργοσχόλων, αλλά και εκείνων, οι οποίοι εξετέλεσαν την εργασίαν της ημέρας. Κάθηνται, ζωηρώς διαλεγόμενοι, εις μικράς τραπέζας προ των καφενείων ή περπατούν άνω και κάτω απολαύοντες τον δροσερόν θαλάσσιον αέρα. Ευρωπαίοι, Λεβαντίνοι και Έλληνες με ευρωπαϊκήν ενδυμασίαν, Τούρκοι χωρικοί με τα ποικιλόχροά των υποκάμισα, με κοντά βρακιά και με ευρείας ζώνας, νησιώται με βαθυκύανα βρακιά, Αλβανοί, Μαυροβούνιοι, Άραβες και δερβίσαι με τας διαφορετικάς ενδυμασίας των, γραφικώς στολισμένοι καβάσηδες, Τούρκοι (άλλοτε) αξιωματικοί με τα στολάς των, κυρίαι προς τούτοις των χριστιανών Σμυρναίων με τουαλέττας παρισινάς, κομψάς, κίνησις τέλος και τύρβη και βίος τόσον ποικίλος και πλούσιος εις αντιθέσεις, όπως μόνον εις την Ανατολήν, αλλά και εδώ δεν το βλέπει κανείς παντού με τόσην ποικιλίαν, όπως εις την προκυμαίαν της μεγάλης εμπορικής πόλεως. Έτι περαιτέρω προς Β, όπου σχηματίζεται δέλτα, είναι η «Πούντα» με τα λουτρά της, η οποία είναι μάλλον μονήρης. Εκεί υπάρχουν τα κομψά και ευπρεπή οικήματα των πλουσίων Ευρωπαίων και Λεβαντίνων και τα περισσότερα προξενεία.

Προς την ξηράν από της ευρείας προκυμαίας εισδύει ο οδοιπόρος εις στενάς, πνιγηράς και περιπλεγμένας οδούς. Προς το νότιον μέρος του λιμένος συνέχεται, συνορεύον με την τουρκικήν και εβραϊκήν συνοικίαν, «το παζάρι», το οποίον υπολείπεται μεν ως προς το μέγεθος του παζαριού της Κωνσταντινουπόλεως, όχι δ’ όμως και ως προς τον ιδιαίτερον της κινήσεως χαρακτήρα, καθώς και των εκτεθειμένων εμπορευμάτων. Βορείως τούτου εκτείνεται παράλληλος προς την προκυμαίαν η οδός του Φραγκομαχαλά, η κυρία οδός των ευρωπαϊζόντων καταστημάτων, τα οποία κατευθύνονται προς Β κατ’ ολίγον εις την ευρείαν συνοικίαν (άλλοτε) των Φράγκων και των Ελλήνων, εκτεινομένην όπισθεν της προκυμαίας και μέχρι της Πούντας.

Παντελής Κοντογιάννης, Γεωγραφία της Μικράς Ασίας, Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων. Αθήναι 1921 (ανατύπωσις 1955), σ. 296-297