Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΑΙ

Θλιβερά απάτη.

Π. Ροδοκανάκη.

Εις μάτην εις από τους συντρόφους μας τραγουδεί περιπαθώς την καλλονήν της ωραίας νύμφης της Ιωνίας:

Αχ, Σμύρνη, Σμύρνη, σ’ αγαπώ

σαν τα μάτια μου, τα μάτια μου τα δυο…

Τα αυτιά και τα βλέμματα των φίλων, που συνεκεντρώθησαν εις το λαϊκό κρασοπωλείον δια να κάμουν σπονδάς εις τον Βάκχον, έχουν αφοσιωθεί εις το καναρίνι, το οποίον χοροπηδά πλάι από τον λαμπτήρα. Τα ποτήρια μένουν γεμάτα ενώ ροφώμεν όλοι το ηχητικόν νέκταρ, που πηγάζει από τον πουπουλένιο λάρυγγα του πουλιού με το κίτρινον φράκο.

Εκοιμότανε επάνω εις το καλαμάκι του την ώραν που η συντροφιά εισήλασε με άσματα τρελά εις το άντρον του ευθύμου Θεού. Και έξαφνα, μόλις ήνοιξε τις μαύρες χάνδρες των ματιών του, όπως ευρέθηκε βουτηγμένο εις τον χρυσόν του ηλεκτρικού και τον ζωηρόν θόρυβον των νεανικών τραγουδιών, εγελάστηκε, και ενόμισεν ότι το όνειρον που έβλεπεν εκείνην την ώραν εγίνετο πραγματικότης. Ευρέθηκεν ως δια μαγείας το καναρίνι εις τα χλιαρά νησιά του Ατλαντικού, όπου οι πρόγονοί μας έβαλαν να επιπλέουν εις το τουρκουάζ των κυμάτων τας Νήσους των Μακάρων, εισέπνευσε το άρωμα των φανταστικών λουλουδιών που θαυματουργεί ο ισημερινός, εστροβιλίσθη με την χρυσόκονιν χιλιάδων άλλων καναρινιών επάνω από τα δάση ολόκληρα βανανεών, έσβησε την δίψαν του με τα ροσόλια μιας χουρμάδας και ετίναξε το πτέρωμά του καταληφθέν από ίλιγγον ηδονής. Όλα αυτά δια να γίνουν δεν εχρειάσθη ούτε δευτερόλεπτον. Έπειτα, η τρελή χαρά που επλημμύριζε το στηθάκι του, εζήτησε να αναβλύσει και να ερμηνευθεί εις ρυθμόν, να ενσαρκωθεί εις μέλος, να αναβεί και να κατρακυλήσει μεθυσμένη επάνω εις τα πλέον ανθισμένα σκαλοπάτια της διατονικής κλίμακος των πουλιών. Και ευθύς από το ράμφος το πελεκημένο σε φίλντισι, εξώρμησε και εστροβιλίσθη ένα συντριβάνι από μέλι, πότε στήνοντας ολόρθον προς τα επουράνια ένα λεπτόν χρυσούν σύρμα, που διαρκώς ανέβαινε και ωμοίαζε με ακτίνα άστρου, από το άκρον της οποίας εκρεμότανε και εσκιρτούσεν ηδονικώτατα το καναρίνι, και πότε η κλωστή αυτή κατέπιπτεν εις μετρημένα διαστήματα, εκινείτο δεξιά και αριστερά σαν μίσχος λουλουδιού και εις το τέλος εθρυμματίζετο και εσκόρπιζε προς όλας τας διευθύνσεις χουφτιές από τοπάζια μικρά και μεγάλα. Όλα αυτά δεν διήρκεσαν παρά μόνον το άπειρον ολίγων δευτερολέπτων. Και επειδή καμία ευτυχία δεν βαστά περισσότερον, αντελήφθησαν και οι μαύρες χάνδρες των ματιών του καναρινιού την σκληράν πραγματικότητα και εζήτησαν παρηγορίαν εις το θάλπος της φτερούγας, η οποία ήνοιξε την βεντάγια της και εσκέπασε στοργικά το μαρτυρικό κεφαλάκι του ξενιτευμένου.

1915.

Πλάτων Ροδοκανάκης, Θλιβερά Απάτη, στο Αλέξανδρος Σαρής, Νεοελληνικά Αναγνώσματα διά τους μαθητάς της 6ης Τάξεως των Γυμνασίων και των Λυκείων, Εν Αθήναις, Βιβλιοπωλείον Ιωάννου Ν. Σιδέρη, 1930, 14-15.