Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Αλέξανδρος Υββότης

Αστερίου, Αλέξανδρος Υββότης
  • Η καταγραφή δεν είναι συνδεδεμένη σε κάποια τοποθεσία

Χρήστος Αστερίου

 

Το γυμνό της σώμα και άλλες παράξενες ιστορίες

 

 

Τον Αλέξανδρο Υββότη τον πρωτοείδα ένα σαββατιάτικο πρωινό σε κεντρικό καφενείο της Αθήνας, περικυκλωμένο από κάμποσους σαγηνευμένους ακροατές, να διηγείται ξαναμμένος κάποιο επεισόδιο μεταξύ λογίων που είχε λάβει χώρα στο Παρίσι και στο οποίο, φυσικά, είχε και ο ίδιος εμπλακεί, με συνέπεια η φωτογραφία του να φιγουράρει τις μέρες εκείνες στα ένθετα όλων των γαλλικών και λοιπών ευρωπαϊκών εφημερίδων. Η φήμη του είχε εκτοξευτεί στα ύψη κι εγώ —πρωτοετής φοιτητής της φιλολογίας τότε— ένιωσα πολύ τυχερός που κατάφερνα να δω επιτέλους δια ζώσης τον μεγάλο συγγραφέα.

Ψηλός, επιβλητικός, με πυκνά μαύρα μαλλιά, με σμιλεμένη κατατομή και με μια υποβλητική μπάσα φωνή ο σαραντάχρονος Αλέξανδρος Υββότης υπογράμμιζε και με την εμφάνισή του το μύθο που τον ακολουθούσε. Κορυφαίοι κριτικοί και πανεπιστημιακοί καθηγητές είχαν πάρει ανενδοίαστα το ρίσκο να εκτεθούν δημόσια και με άρθρα τους να μιλήσουν για έναν από τους σημαντικότερους νέους πεζογράφους. Οι σπάνιε εμφανίσεις του επίσης δημιουργούσαν κι αυτές ένα μυστήριο γύρω από τον ίδιο και υποδαύλιζαν τη φλέγουσα περιέργεια του αναγνωστικού κοινού.

Με τον Υββότη, όμως, συνέβαινε κάτι πρωτόγνωρο και παράδοξο. Επρόκειτο για μια περίπτωση διάσημου συγγραφέα, ο οποίος είχε γίνει πασίγνωστος χωρίς να έχει δημοσιεύσει κανένα απολύτως κείμενο. Οι συντάκτες των εγκωμιαστικών άρθρων που είχαν γραφτεί γι’ αυτόν και στα οποία αναφέρθηκα πιο πάνω, υποστήριζαν πως είχαν το προνόμιο και την τιμή να έχουν πρόσβαση στα κατά καιρούς υπό έκδοση γραπτά του Υββότη. Η αλήθεια ήταν, πάντως, πως παρ’ όλες τις αναγγελίες βιβλίων τίποτε δικό του δεν είχε κυκλοφορήσει. Η τεραστία του μόρφωση και η αναμφισβήτητη δύναμη του προφορικού του λόγου (τώρα μπορούσα πλέον να την πιστοποιήσω κι εγώ) δεν ήταν δυνατόν, βέβαια, να τον καταστήσουν και συγγραφέα, παρά τα λεγόμενα και γραφόμενα των παροικούντων την φιλολογική Ιερουσαλήμ.

Οι αντιδράσεις των αναγνωστών δεν ήταν λιγότερο παράξενες. Αντί να εξανίστανται για τις συνεχιζόμενες αναβολές έκδοσης κάποιου προς τύπωση βιβλίου του, ενθουσιάζονταν με μια νέα προαναγγελία μυθιστορήματος ή διηγήματος του Υββότη, που απαραιτήτως συνοδευόταν και από ένα πλήθος άρθρων στις καθημερινές εφημερίδες και στα λογοτεχνικά περιοδικά. Κανείς δεν τολμούσε να υπονοήσει καν πως κάτι δεν ευσταθούσε στην περίπτωση του «συγγραφέα» αυτού, ο οποίος στο μεταξύ είχε αποκτήσει πολυάριθμους οπαδούς (για αναγνώστες άλλωστε δεν μπορεί να γίνει λόγος) που αντάλλασσαν παθιασμένα απόψεις για «βιβλία» ουδέποτε τυπωμένα. Μόλις μάλιστα επερχόταν κορεσμός από την «ανάλυση» των «βιβλίων» αυτών, μια νέα αναγγελία κάποιου τρίτομου έπους («μόλις που το είχε ολοκληρώσει ο κ. Υββότης») πυροδοτούσε εκ νέου τις συζητήσεις και έδινε τροφή στα λογοτεχνικά πηγαδάκια. Οι εφημερίδες έριζαν για το ποια θ’ αναγγείλει το νέο έργο, ενώ οι συμφοιτητές μου στο φιλολογικό τμήμα απαραιτήτως περιελάμβαναν στις εργασίες τους και τη «βιβλιογραφία» Υββότη.

Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι την αναγγελία της αυτοκτονίας του. Αφιερώματα επί αφιερωμάτων στον αυτόχειρα μονοπώλησαν για ημέρες τις σελίδες του τύπου. Ύστερα ξεκίνησε η συζήτηση για τα ανεκτίμητα κατάλοιπά του, που μόνο κάποιοι από τους γνωστούς δήθεν προνομιούχους είχαν καταφέρει να έχουν διαβάσει.

Ο ίδιος ο Υββότης, μοναχοπαίδι, ορφανός από μικρός, ανύπανδρος και άκληρος είχε αφήσει όλη του την περιουσία (ένα μικρό επιπλωμένο δυαράκι επί της Σκουφά) στην ηλικιωμένη παραδουλεύτρα του, που παλεύοντας για το μεροκάματο, αποφάσισε να βγάλει στο σφυρί τα προσωπικά είδη του νεκρού αφεντικού της για να ξανασάνει οικονομικά και να καταφέρει να παντρέψει τη μικρή της κόρη.

Η παράξενη γοητεία που ασκούσε επάνω μου η ιδιάζουσα περίπτωση Υββότη με οδήγησε να ζητήσω από τον πλούσιο πατριό μου ως δώρο για την απόκτηση του πτυχίου φιλολογίας (μου είχε απονεμηθεί λίγες ημέρες πριν από την αυτοκτονία του Υββότη) το μικρό secrétaire του «συγγραφέως», secrétaire που ο πατριός μου (στην προσπάθειά του να κερδίσει την εμπιστοσύνη και τη συμπάθειά μου) απέκτησε, σε πολύ υψηλή μάλιστα τιμή, κατά τη διάρκεια του διοργανωθέντος πλειστηριασμού.

Το έπιπλο, ένα κομψό κομμάτι Jugendstil, τοποθετήθηκε στο δωμάτιό μου κι έκτοτε ορδές γνωστών και αγνώστων παρελαύνουνε απ’ το σπίτι για να το δουν και να το αγγίξουν.

Πέρασαν αρκετές εβδομάδες ώσπου να ανακαλύψω (περιεργαζόμενος σε στιγμές αμηχανίας κάποιον πίρο) τη μυστική κρύπτη όπου ο Υββότης έκρυβε ένα μικρό ημερολόγιο. Άνοιξα τη σελίδα στην ημερομηνία της παραμονής της αυτοκτονίας του και διάβασα αποσβολωμένος για την τραγωδία του και την πλήρη ανικανότητά του να αρθρώσει γραπτό λόγο.

Το ίδιο πρωί της ανακάλυψης του ημερολογίου, γνωστός εκδοτικός οίκος είχε ανακοινώσει, με πληρωμένη καταχώρηση στον τύπο, την έκδοση των απάντων Υββότη, μια «κολοσσιαία προσπάθεια» που με την «αρωγή του Ιδρύματος Φιλολογικών Ερευνών» θα ολοκληρωνόταν σε δώδεκα κομψούς τόμους…