Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Στοιχεία από τη ζωή των γυναικών τη δεκαετία του ’60

Βόλος, 23.2.1967

 

Αγαπητή κυρία Μίνα,

Είμαι δεκαεπτά ετών. Πριν εννέα μήνες γνώρισα έναν νέο είκοσι δύο ετών που υπηρετούσε το στρατιωτικό του. Αυτός ο νέος είναι γείτονάς μας. Μια μέρα με έπιασε και μου εκμυστηρεύτηκε ότι με αγαπάει, και ότι αν ήθελα θα ερχόταν να με ζητήσει από τους γονείς μου, αφού πρώτα τελείωνε με τη θητεία του, όπου δεν είχαν μείνει παρά πέντε μήνες ακόμα. Ο δεσμός μας κράτησε τέσσερις μήνες. Στο μεταξύ δεν είχα αισθανθεί τίποτε για εκείνον παρά μόνον απλή συμπάθεια. Στη διάρκεια αυτών των μηνών εγώ δεν του έδωσα ποτέ μία θετική απάντηση, δηλαδή ένα ναι ή ένα όχι. Βγαίναμε ως φίλοι και όχι σαν ερωτευμένοι. Τελικά, μετά από πολλές σκέψεις, η φωνή της καρδιάς μου μου έλεγε να ειπώ ναι, διότι άρχισα να τον αγαπώ. Η αγάπη αυτή ήρθε σιγά σιγά, χωρίς να το καταλάβω. Τον αγάπησα από τον καλό του χαρακτήρα και τα λογικά λόγια που έλεγε. Ήταν φανερό ότι δεν πήγαινε να με κοροϊδέψει, αυτό το εξακρίβωσα από τη στάση που κρατούσε. Ήταν στοργικός απέναντί μου και εγώ πάνω από όλα ήθελα στοργή, που μου είχαν στερήσει οι γονείς μου. Γιατί ξέχασα να σας πω ότι οι γονείς μου δεν ήταν καθόλου καλοί μαζί μου. Με κτυπούσαν, και ακόμα με κτυπούν βάναυσα. Δέχτηκε την απάντησή μου με απερίγραπτη χαρά. Όμως μια φίλη μου με συμβούλεψε να το πω στους δικούς μου και εγώ. Επειδή την ήξερα για πολύ λογική, το είπα στη μητέρα μου. Η μητέρα μου με άκουσε με πολλή κατανόηση. Αλλά εγώ έκανα ένα τρομερό σφάλμα. Όταν άκουσα το αυτοκίνητο του αδελφού του απ’ έξω από το σπίτι μας, διότι είμαστε γείτονες, βγήκα και του είπα: Να πεις στον αδελφό σου να έλθει τώρα που υπηρετεί να δώσουμε λόγο. Και όταν απολυθεί αρραβωνιαζόμαστε. Εκείνος, που ήξερε για τον δεσμό μας, μου απάντησε ότι δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο. Όταν ήρθε ο αγαπημένος μου για να περάσει το Σαββατοκύριακο μαζί μου και τον συνάντησα ήταν πολύ θυμωμένος μαζί μου. Γιατί το έκανες αυτό, γιατί βγήκες και μίλησες στον αδελφό μου και μάλιστα η ώρα έντεκα τη νύκτα; είπε. Αφού τα είχαμε κανονίσει οι δυο μας. Και εγώ του απάντησα θυμωμένα: Γιατί να μην του το έλεγα αφού κάποτε θα το μάθαιναν; Χωρίς να ειπεί τίποτα μου έκλεισε ραντεβού. Τον ικέτεψα να ακυρώσει αυτό το ραντεβού γιατί τώρα που το ήξερε η μητέρα μου δεν θα με άφηνε να βγω από το σπίτι. Αλλά εκείνος επέμενε και είπα ναι. Όταν το είπα στη μητέρα μου εξαγριώθηκε και με φοβέρισε, αν δεν το έλεγα στον πατέρα μου θα το έλεγε αμέσως η ίδια. Έτσι αναγκάστηκα και τα είπα όλα στον πατέρα μου. Στην αρχή με άκουγε χωρίς να μιλάει, όταν όμως του τα είπα όλα έβγαλε τη ζωστήρα του και άρχισε να με χτυπάει αλύπητα, ανελέητα και βάναυσα. Κατόπιν πήγε και έπιασε τους γονείς του νέου και εκείνον. Αλλά εκείνος δεν ήταν στο σπίτι και μίλησε γι’ αυτόν ο αδελφός του. Του είπε μη φωνάζεις και ότι το ήξεραν η οικογένειά τους για τον δεσμό μας και ότι δεν είχαν κακές προθέσεις. Από τότε πέρασαν πέντε μήνες. Εγώ ζω σε ένα μαρτύριο. Δεν τρώω, δεν μιλάω σε κανέναν και είμαι κλεισμένη στο δωμάτιό μου. Όταν βγαίνω στη βεράντα βγαίνει και εκείνος, τώρα έχει απολυθεί. Με κοιτάζει με ένα λυπημένο βλέμμα σαν να μου λέει γιατί το έκανες αυτό, εγώ σε αγαπώ. Κάθεται ώρες ως αργά τη νύκτα και καπνίζει ασταμάτητα. Πότε πότε μου χαμογελάει, νομίζω, σαν να θέλει να μου δώσει κουράγιο. Μία φίλη της μητέρας μου, που με βλέπει πάντα στενοχωρημένη, μου λέει. Τι να κάνουμε, κορίτσι μου. Τέλος πάντων, να πάω να του μιλήσω εγώ ότι τον αγαπάς, να σπάσει αυτός ο πάγος ανάμεσά σας και να αρχίσετε από την αρχή. Εσείς τι με συμβουλεύετε να κάνω, κυρία Μίνα; Πάντως μη μου πείτε να τον ξεχάσω, αυτό είναι αδύνατο. Αν μάθω ότι δεν με αγαπάει, θα τερματίσω τη ζωή μου. Δεν θέλω να γελάσετε με αυτό που σας γράφω αλλά είμαι ικανή να το κάνω. Βρίσκομαι σε αδιέξοδο, σας παρακαλώ, δώστε μου το χέρι σας να βγω από αυτό το αδιέξοδο.

 

Με αγάπη για σας

Απαλούζα

 

[…]

 

Βόλος, 28.3.1967

 

Αγαπητή κυρία Μίνα,

 

Μια φορά σας έγραψα το πρόβλημά μου και μου είπατε από την ωραία σας εκπομπή να σας ξαναγράψω πιο συγκεκριμένα. Εγώ έκανα ένα σφάλμα και ο πατέρας μου πήγε στο σπίτι του αγαπημένου μου και φώναζε. Από τότε είμαι πολύ δυστυχισμένη. Αντιθέτως με την ακατανοησία του πατέρα μου, η μητέρα μου σαν άγγελος μου παραστάθηκε στις δύσκολες στιγμές που πέρασα και που περνάω. Κυρία Μίνα, την ημέρα που σας έστειλα το πρώτο γράμμα, μετά από λίγες ώρες, είδα τον αγαπημένο μου με μια άλλη. Ήμουν με τη μητέρα μου. Όταν τον είδα, λιποθύμησα. Αλλά και εκείνος όταν με είδε, κατέβασε το κεφάλι ντροπιασμένος. Από τότε, κάθε φορά που με συναντούσε στον δρόμο, κοντοστεκότανε, για να μου μιλήσει αλλά εγώ δεν του έδινα σημασία. Και ας πονούσα γι’ αυτό, γιατί πληγώθηκε ο εγωισμός μου. Τώρα έχω μετανιώσει γι’ αυτό που έκανα, δηλαδή που τον απόφευγα. Μου απαντήσατε ή να του στείλω ένα γράμμα, να του πω πως έχω μετανιώσει, ή να του μιλήσει αυτή η φίλη. Μάλιστα, η φίλη μου έχει φιλίες με την οικογένειά του. Αλλά το ζήτημα, κυρία Μίνα, είναι αν θα δεχθεί να μιλήσει, αφού έχει με άλλην δεσμό. Κυρία Μίνα, επειδή και η μητέρα μου είναι δυστυχισμένη με τον πατέρα μου, δεν θέλει να τραβήξω και εγώ αυτά που υπέφερε εκείνη. Γι’ αυτό μου είπε να σας γράψω, εκ μέρους της, ότι είναι με το μέρος μου. Και αν περνάει κάτι από το χέρι της, είναι αποφασισμένη να το κάνει. Μου είπε να σας γράψω και να μας απαντήσετε τι μπορεί να κάνει η ίδια για να συμβάλει στην ευτυχία μου. Και ακόμη, πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσει την κατάσταση, σε περίπτωση που ο πατέρας μου φέρει αντίθετη γνώμη. Κυρία Μίνα, βοηθήστε με να ξεπεράσω αυτή τη δύσκολη υπόθεση, για να τελειώσει ομαλά και ευτυχισμένα.

 

Με αγάπη για σας

Απαλούζα

 

 

Υ.Γ. Περιμένω με αγωνία την απάντησή σας, εάν σας εξυπηρετεί στείλτε τη γραπτώς, σας δίνω τη διεύθυνσή μου:

 

Ράνια Υδρά

Οδός Μητροπολίτου Τυρολόης 29, Βόλος

 

Εσωκλείω γραμματόσημο δια την απάντηση.

 

Βαλτινός Θανάσης, Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2006, σ. 297-299, 304-305.