Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Χρήστος Χατζηδράκος

(μαρτυρία)

Τι δουλειά έκανε ο πατέρας μου; Όταν ήρθε εδώ πέρα, καθισιό είχε, [Σημ. εννοεί : λόγω ανεργίας], τίποτα δεν είχε. Ό,τι είχε το φάγαμε [Σημ. εννοεί : λεφτά, κοσμήματα, κ.λ.π.] και μετά μείναμε όλοι έτσι. Όχι μόνο ο πατέρας μου, όλος ο κόσμος. Πού να βρει δουλειά; Μα δεν ήξεραν κιόλας! Εμείς ήμασταν στη Μικρά Ασία αγροτικώς εγκατεστημένοι, είχαμε τα χωράφια μας, είχαμε και τη θάλασσα…

[…]

Ήταν ένας Παπαδόπουλος, δάσκαλος. Ήμουν καλός μαθητής. Άνοιξε ένας θάλαμος και πηγαίναμε εκεί σχολείο. Άρχιζε όμως να μαστίζει η πείνα. Και πήγα 11 χρονών στη δουλειά. Ο καημένος ο δάσκαλος ήταν τόσο καλός…, μου λέει να πάω στο γυμνάσιο. Τότε άνοιξε ένα εργοστάσιο εδώ πέρα, έκοβε τούβλα, καρφιά έφτιαχνε. Για να μη βάνει μεγάλους ανθρώπους και πληρώνει πολλά, πήρε παιδάκια. 11 χρονώ παιδί, πήγαινα στη δουλειά. Καταλαβαίνεις τώρα… Η λάσπη στους δρόμους, ίσαμε εδώ [Σημ. εννοεί : βαθιά]. Το κρύο, μην το ρωτάς! Εδούλεψα τριάμισι χρόνια εκεί πέρα. Και έπαιρνα 6 δραχμές την ημέρα! Δηλαδή 36 δραχμές το μήνα! Και δουλεύαμε νύχτα σε νύχτα. Πού να υπήρχε ωράριο…

Χατζηδράκος Χρήστος, Απομαγνητοφωνημένη μαρτυρία από το Αρχείο Προφορικών Μαρτυριών του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού Δήμου Καλαμαριάς.