Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Ξεριζωμένη γενιά. Το χρονικό της προσφυγιάς στη Θεσσαλονίκη

(απόσπασμα)

Μπαρούτι μοναχό, μπήκε μια μέρα ο Μίμης στον καφενέ.
– Αίσχος, αίσχος.
– Τι τρέχει;
– Διαβάσατε τι γράφει ο Νίκος Κρανιωτάκης στην εφημερίδα του: «Ο Τύπος»;
– Όχι.
– Γράφει ότι «Πρέπει να επιβληθεί στους πρόσφυγες να φορέσουν κίτρινα περιβραχιόνια, για να τους γνωρίζουν οι Έλληνες και να τους αποφεύγουν».
Τινάχτηκαν όλοι στο πόδι.
– Ποιος, είν’ αυτός;
– Ένας δημοσιογράφος. Φανατισμένος αντιβενιζελικός, είχε συλληφθεί το 1922 απ’ τον Πλαστήρα μαζί με άλλους και τον απομονώσανε στις φυλακές Αβέρωφ.
– Μα αυτός είναι άπατρις, ανθέλληνας…
– Δεν ξέρει ότι εμείς έχουμε τον αρχαιότερο πολιτισμό; Βρε, ευλογία ήταν οι πρόσφυγες για την Ελλάδα…
– Έτσι είπε κι ο Μόργκεντάου, αυτός ο φιλέλληνας διπλωμάτης, που ήτανε ο πρώτος πρόεδρος της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων, λέει ένας, άλλοτε υπάλληλος του Εποικισμού.
– Μονάχα ο Μόργκεντάου; Τα ίδια είπε κι ο Βενιζέλος.
– Κι όμως στην Παλιά Ελλάδα, και στην Αθήνα ακόμα, σαν μπαμπούλα δείχνουνε τον πρόσφυγα. Πολλοί, «πρόσφιγγες» τους λένε. «Θα σε φάει ο πρόσφιγγας», φοβερίζουν τα παιδιά τους.
– Εμείς τους ανοίξαμε τα μάτια. Εμείς φέραμε εδώ τον πολιτισμό μας, τα ωραία μας έθιμα, τις τέχνες μας, την προκοπή μας.
– Εσείς, οι Μακεδόνες, κυρ Αναστάση, έχετε κατανόηση, κάνει ο Χατζηνάσος.
– Εμείς, όταν ήρθατε το Εικοσιδύο, ξέραμε τι θα πει τούρκικη σκλαβιά. Ακριβώς δέκα χρόνια είχανε περάσει απ’ την απελευθέρωσή μας. Έτσι ο λαός της Θεσσαλονίκης σάς είδε με συμπόνια.
– Στην Παλιά Ελλάδα ο κόσμος δεν έχει ιδέα από τούρκικο ζυγό. Πριν εκατό χρόνια είχε γίνει η επανάσταση του Εικοσιένα. Σας αντιμετωπίσανε σαν ξένους. Ξένους που ήρθατε να τους αρπάξετε τη δουλειά! Να μοιραστείτε το φτωχό έχει τους, παίρνει το λόγο ένας Πελοποννήσιος, που είχε παντρευτεί Μικρασιάτισσα.
– Να με θυμάστε, μια μέρα οι πρόσφυγες θα πάρουν τα σκήπτρα στα χέρια τους. Έξυπνη ράτσα, εργατική, προοδευτική, λέει ο Χατζηνάσος.
– Και σάμπως λίγα κάνανε ίσαμε τώρα;
– Μην ξεχνάτε, λέει ο Πελοποννήσιος, ότι αρκετά σας βοήθησε το κράτος. Έγιναν αγροτικές εγκαταστάσεις, έγιναν αστικές. Σας έδωσε δάνεια, αποξήρανε έλη.
– Πέντε έδωσε το κράτος, πεντακόσια πήρε, απαντάει απότομα ο Μίμης. Μονάχα τους φόρους που πληρώνουν οι πρόσφυγες φτάνουν. Χώρια η δουλειά τους. Δουλειά σκλάβου.
– Χάρη στους πρόσφυγες σταμάτησε η φεουδαρχία, εξηγεί ο καθηγητής. Σ’ αυτούς οφείλεται η απαλλοτρίωση της γης. Απ’ το Φλεβάρη του 1923 ίσαμε το 1927 απελευθέρωσε ο Πλαστήρας δεκαοχτώ εκατομμύρια στρέμματα και τα μοίρασε στους πρόσφυγες και στους ακτήμονες. Δέκα χρόνια πάλευε ο Βενιζέλος να το επιτύχει αυτό. Πού να τον αφήσει η αντίδραση… Από τότε που ήρθαν οι πρόσφυγες, η γεωργική παραγωγή τετραπλασιάστηκε. Ό,τι θες βρίσκεις πια στην Ελλάδα: Καπνά, βαμβάκι, σταφίδα, κανάβι, φρουτόδενδρα, λαχανικά. Χώρια οι μουριές. Έτσι αναπτύχθηκε η μεταξουργία. Πολλαπλασιάστηκαν οι βιοτεχνίες. Πρώτοι οι πρόσφυγες κάνανε εργοστάσια. Πρώτοι ταπητουργεία. Άσε τα κλωστικά, τα υφαντά, τα εμαγέ, την ξυλεία… Και πού είσαι ακόμα. Κι όλα με ίδρωτα κι αίμα.
– Μην πει κανείς ότι οι πρόσφυγες ήτανε βάρος, γιατί θα τον ξεσκίσω, φούντωσε ο Μίμης.
– Έλα μην αποπαίρνεσαι, τον κερνούσε ο καφετζής ο Θαλής.
– Πες, τι καλό δεν έχουν; Τίμιοι, δουλευταράδες, αγνοί πατριώτες. Μετερίζια της Δημοκρατίας και της Ειρήνης είναι οι συνοικισμοί κι οι προσφυγικές εγκαταστάσεις. Το ξερίζωμά μας έγινε αιτία και πήρε πόδι το Παλάτι.
– Ακριβό το τίμημα, κάνουν όλοι.
– Θυμάμαι, λέει ο Χατζηνάσος, τι πανηγύρι είχαμε τότε στις Εικοσιπέντε Μαρτίου το 1924. Διπλή γιορτή. Γιορτή για την επέτειο της απελευθέρωσης. Γιορτή για τη νίκη της Δημοκρατίας. Ολόκληρη η προσφυγιά γιόρταζε το θάνατο της δυναστείας. Κλαίγαμε, γελούσαμε. Αλαλάζαμε από ευτυχία. Δοξολογίες στις εκκλησιές. Παρελάσεις στους δρόμους. Ξεχάσαμε τους χίλιους καημούς της προσφυγιάς. Πατέρας της φυλής ήτανε ο Βενιζέλος. Πατέρας της Δημοκρατίας ο Παπαναστασίου.
– Δόξα να ’χει ο Θεός, γλιτώσαμε μια για πάντα απ’ τους Γκλύξμπουργκ.
– Μη λες μεγάλο λόγο. Μη μας τους ξαναφέρουν.
– Κουνηθείτε απ’ τη θέση σας. Πώς μπορεί;

Χρυσοχόου Ιφιγένεια, Ξεριζωμένη γενιά. Το χρονικό της προσφυγιάς στη Θεσσαλονίκη, Φιλιππότη, Αθήνα 1981, σελ. 152-154.