Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

«Στον Καφενέ»

Καφενέ τον λέγανε, κι ας ήτανε πιο πολύ καπηλειό. Ο μπάρμπα Θαλής, πρόσφυγας απ' την Ανατολή, πρόφτασε απ' τους πρώτους κι έστησε ένα παραγκάκι στη Δημητρίου του Πολιορκητού, κατεβαίνοντας αριστερά προς την Αγίου Δημητρίου. Σε λίγες μέρες έτοιμο το καπηλειό. Στη μέση οι πάγκοι και γύρω-γύρω οι καρέκλες. Πίσω τα βαρέλια με τις κάνουλες χαμηλά προς τα κάτω.

Γρήγορα πήρε να γεμίζει. Σχεδόν όλοι πρόσφυγες. Τακτικοί πελάτες οι ηλικιωμένοι. Κάμποσοι μεσόκοποι και λιγοστοί νέοι άνεργοι.

Δεν έλειπε ο μπάρμπα Γιώργος που 'χασε δυο γιους στην αιχμαλωσία. Έφτασε στη Θεσσαλονίκη με τη γυναίκα του που γκαβώθηκε απ' το κλάμα. Δεν έλειπε ο κυρ Αναστάσης, που του εξοντώσανε ολόκληρη την οικογένεια. Τώρα ακούμπησε κοντά στις ανιψιές του. Κι ο Μίμης, ούτε δεκαοχτώ χρονώ, πιο πολύ άνεργος, ηφαίστειο, έτοιμο να εκραγεί. Συχνά τα βράδια έρχονταν κι ο Χατζηνάσος με τον καθηγητή. Πολλοί ντόπιοι μαζεύονται τελευταία.

Ο μπάρμπα Θαλής, με γκρίζα μαλλιά κι άσπρο μουστάκι, ένας καλοσυνάτος πενηντάρης, χωραταζτής και κεφάτος, πάντα πρόθυμος να περιποιηθεί τους πελάτες. Ό,τι θένε; Κρασί, τσίπουρο, μεζεδάκι, καφέδες.

Καθημερινό στέκι ο καφενές. Κουβαλιούνταν εκεί να πιουν το κατοσταράκι. Να ξεχάσουν τα ντέρτια. να παίξουν καμιά πρέφα. Να 'κούσουν κάνα νέο. Να λύσουν τ' άλυτα προβλήματα. Καυτό θέμα, το προσφυγικό ζήτημα κι οι επικαιρότητες, οι δεμένες με την πολιτική.

Εκείνη τη μέρα, στις τριάντα του Δεκέμβρη του 1923, ανάρπαστες οι εφημερίδες. Συγκλονιστικό το νέο. Έπεσε ο Σουλτάνος. Έγινε δημοκρατία η Τουρκία.

-Βρε, βρε! Κι οι Μεμέτηδες να ξυπνήσουν! Κι εμείς ακόμα να θέλουμε βασιλιά, έλεγε μ' αγανάκτηση ο Μίμης.

-Ήτανε φυσικό, πήρε το λόγο ο καθηγητής. Με τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο πέσανε οι μεγαλύτερες δυναστείες της γης. Οι Ρωμανώφ, οι Χόεντζόλερν, οι Αψβούργοι. Όλοι ηττημένοι. Σειρά είχε η Τουρκία. Σ' έναν άλλο πόλεμο, θα πέσουν κι οι υπόλοιπες.

-Αμήν.

Αλίμονο αν γίνει κι άλλος τέτοιος πόλεμος…

-Και ποιος κυβερνά τώρα την Τουρκία; ρώτησε ο κυρ Αναστάσης.

-Πρόεδρος είναι ο Κεμάλ και πρωθυπουργός ο Ισμέτ Ινονού.

-Μη μιλάτε για τον Κεμάλ. Αυτός είναι ο Αντίχριστος που αναφέρει η Αποκάλυψη, φούντωσε ο Θανάσης. Φούντωσαν κι οι πρόσφυγες.

-Αυτός μας ξερίζωσε.

-Οι σύμμαχοι μάς ξερίζωσαν, συνεχίζει ο καθηγητής. Δηλαδή τα συμφέροντά τους. Αντί να εκτελέσουν πέρσι τους έξι στο Γουδί, έπρεπε να κόβανε τις σχέσεις με τους πραγματικά υπεύθυνους. Να απαλλαγούμε μια για πάνα απ' τους «συμμάχους». Μόνο τότε θα μπορέσει να σηκώσει κεφάλι η Ελλάδα.

-Βρε, τι μας νοιάζει εμάς για τους συμμάχους; Ο σκοπός είναι να γυρίσουμε στον τόπο μας.

-Τώρα στον τόπο μας; Τώρα που υπογράφτηκε στη Λωζάνη Συνθήκη Ειρήνης με τους Τούρκους; Πετάχτηκε πάλι ο Μίμης.

-Δηλαδή;

-Τώρα περιορίζονται τα σύνορά μας στον Έβρο… Μάλιστα έγινε η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών, επεμβαίνει πάλι ο καθηγητής.

-Τι ανταλλαγή; Εμείς αφήσαμε στις πατρίδες μας αμέτρητη περιουσία. Κοντά τριακόσια εκατομμύρια τούρκικες χρυσές λίρες, γράφουν οι εφημερίδες.

-Μονάχα λίρες; μπαίνει στη μέση ο μπάρμπα Γιώργος. Με τι θα πληρωθούνε οι σκοτωμένοι; Με τι οι εξαφανισθέντες;

-Βρε πληρώνεται ποτέ η γη που γεννηθήκαμε; παίρνει το λόγο ο κυρ Αναστάσης, η γη που αφήσαμε τα κόκαλα των δικών μας;

Δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους των προσφύγων ότι δεν θα ξαναγυρίζανε.

[…]

Το καφενείο έδειχνε το σφυγμό της ζωή της εποχής. Εκεί τα νέα, οι πληροφορίες, οι διαδόσεις.

Πανηγύρι για τη νίκη του Βενιζέλου το 1928. Τραγουδούσαν, χορεύανε, κερνούσε ο ένας τον άλλο.

Όλοι σκεφτικοί, όταν διάβαζαν, για την παγκόσμια κρίση του 1929, τις απεργίες. Πένθος όταν έγινε ο σεισμός της Χαλκιδικής. Σκοτώθηκε στην Αρναία ο Αβραάμ απ' τα Άδανα, που σύχναζε άλλοτε στον καφενέ. Είχε πάρει κλήρο κι είχε φύγει με την οικογένειά του.

[…]

Κι ήρθε το 1936. Κι αρχίζουν οι θάνατοι των δημοκρατικών αρχηγών. Το Γενάρη πεθαίνει ο Κονδύλης. Το Μάρτη ο Βενιζέλος στο Παρίσι. Τον Απρίλη ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Δεμερτζής. Ο βασιλιάς βάζει στη θέση του Δεμερτζή το Μεταξά. Το Μάη ο Τσαλδάρης. Κι όλοι απ' την ίδια αρρώστια: το κυκλοφοριακό. Συγκοπή ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Έτσι, ανενόχλητα ο Μεταξάς με το παλάτι, κάνουν τη δικτατορία της Τετάρτης Αυγούστου.

Μούδιασε η Ελλάδα. Καζάνι που βράζει οι πρόσφυγες. Όλοι συλλογισμένοι στον καφενέ, δεν μπορούν να πουν φωναχτά τον πόνο τους. Γέμισαν οι φυλακές και τα ξερονήσια. Ύποπτοι τύποι κυκλοφορούν παντού.

Χρυσοχόου Ιφιγένεια, "Στον Καφενέ", στο Χρυσοχόου Ιφιγένεια, Ξεριζωμένη Γενιά. Το χρονικό της προσφυγιάς στη Θεσσαλονίκη, Φιλιππότη, Αθήνα 1981, σελ. 147-149, 152, 155.