Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

ΙΣΡΑΗΛ

Και γένομαι αυτός που θα ήθελα

πάντα να μένω· των Εβραίων, των ιερών Εβραίων ο υιός.

Καβάφης

Απ’ της Αιγύπτου την έρημο ξεκινά

κι απ’ την τρανή Βαβυλώνα περνά η σειρά.

Διαρκής, η ανανεουμένη, η πάντα πλήρης,

συστρεφομένη, η διαρκώς τρεφομένη

με καινούριους καημούς·

προσφορά μυστηριώδης,

ανεξήγητη τόση τιμωρία και συμφορά.

Περνά η χωριστά λευκή των Εβραίων φυλή,

με την ιδιαίτερη, δική της υπερηφάνεια,

με τη δική της οδυνηρή συντριβή,

μοίρα επίμονη, Μοίρα επιμονής

στη φυλή που αρνιέται την ξένη συμμετοχή.

Περνά η σειρά των ανθρώπων μαρτυρική,

συμπαγής, στους καιρούς μέσα τους συνεχείς,

στους αιώνες ανάμεσα σημάδι υπομονής,

άλλου είδους υποταγής, συγκέντρωσης

στης φυλής τα δεινά, τα πεπρωμένα,

τα σημάδια, γνωρίσματα χωριστά,

χωρισμένα χαρίσματα ή ψεγάδια.

εβάδιζον δίχως δυνάμεις

έμπροσθεν του διώκοντος

Περνά η σειρά απ’ τους δρόμους

της πόλης Θεσσαλονίκης τώρα

κι έχει μέσα πρόσωπα, πρόσωπα,

τα νήπια αυτής επορεύθησαν εις αιχμαλωσίαν

έμπροσθεν του εχθρού

παιδιά μικρά, που κρατούν μικρούς σάκκους

στα χέρια, στα πόδια φορούν μικρά

ψηλά υποδήματα

για τους άγνωστους μακρυνούς δρόμους,

της φοβερής άγνωστης δυστυχίας.

τα παιδία εζήτησαν άρτον

και δεν υπάρχει ο κόπτων αυτά

η γλώσσα του θηλάζοντος

εκολλήθη εις τον ουρανίσκον αυτού υπό της δίψης

Τα νήπια και τα θηλάζοντα

ελιποψύχουν εν ταις πλατείαις της πόλεως

Το παιδίον και ο γέρων

κοίτεται καταγής εν ταις οδοίς.

Έχει η σειρά γέροντας με τα βλέμματα

μακρυνά, στραμμένα προς την αρχή

της διαρκούς εξορίας, έχει νέες,

ωραίες γυναίκες με βλέμματα σκοτεινά

απ’ την αποτρόπαια τρομάρα,

εταπείνωσαν τας γυναίκας εις Σιών

τας παρθένους εν ταις πόλεσιν Ιούδα.

Αι παρθένοι και οι νεανίσκοι μου

επορεύθησαν εις αιχμαλωσίαν.

νέους με τσακισμένους αυχένες

και χαμηλά τα κεφάλια σαν θερισμένα,

χτυπημένα και ματωμένα πρόσωπα,

από ύβρεις αγνώριστα και προσβολές,

ξεσκισμένα από ντροπές, ταπεινωμένα

από αδικίες ανήκουστες και χαιρέκακες.

Ακαταπαύστως κλαίει την νύκτα

και τα δάκρυα καταβαίνουσιν επί τας σιαγόνας αυτής

Περνά η σειρά της φοβερής μαρτυρίας,

της μαρτυρεμένης φυλής και θαρρείς

πως απαρχής βλέπεις τον κατατρεγμό,

την προσταγή της φωνής ακούς,

που ακούστηκε σ’ όλα τα μέρη της γης,

κι εκείνης που βόγγηξε πνιχτά και δυνατά,

στ’ αστείρευτα των Εβραίων σπλάχνα.

Της φωνής που ακούστηκε στη Ραμά

να θρηνεί, να παρακαλεί

και με τη μάνα των Μακκαβαίων να ορμηνεύει,

που λαλεί κι αντηχεί, ακόμα κι όταν σωπαίνει,

των ιερών Εβραίων αμετάλλαγη δύναμη.

Ρύακας υδάτων καταβιβάζει ο οφθαλμός μου

διά τον συντριμμόν του λαού μου.

Των σωμάτων που καίονταν η οσμή…

Παντού την αισθάνονται

όσοι απόμειναν,

όσοι επέστρεψαν,

όσοι δε λησμονούν,

δεν μπορούν να λησμονήσουν

την πείνα

έδωσαν τα επιθυμητά αυτών αντί τροφής…

το δέρμα αυτών εκολλήθη επί των οστών αυτών·

εμαράνθη ως ξύλον

το δέρμα ημών ημαυρώθη ως κλίβανος

από της καύσεως της πείνης

την εξουθένωση των σωμάτων,

την ταπείνωση των ψυχών,

από τη φριχτήν ανάγκη,

θέλει δώσει την σιαγόνα εις τον ραπίζοντα αυτόν

θέλει χορτασθεί από ονειδισμού

την διαπόμπευση,

την εκμηδένιση,

την αποκτήνωση,

την φριχτή καταστροφή

απ’ τ’ ωραίο ανθρώπινο σώμα

που δεν αφέθηκε μονάχο του να πεθάνει

και να λιπάνει τη γη.

Που η ψυχή του βιάστηκε

και κανένας δε σεβάστηκε το θάνατό του.

Του Ισραήλ η φυλή με την σιωπηλήν αντοχή,

άκαμπτη μυστική δύναμη, απαντοχή

υπάρχει καρτερική και ανένδοτη.

Ζωή Καρέλλη, «Ισραήλ», Τα Ποιήματα, τ. Β΄ 1955-1973, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 1973, τ. Β΄ 1955-1973, σ. 17-20.