Ιστορία και Λογοτεχνία

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνο

Οι τελευταίοι εγγονοί

Τάσος Αθανασιάδης, Οι τελευταίοι εγγονοί, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1984, τ. Α΄, σ. 53-55 & 58-59.
  • Άφιξη Καραμανλή → Νεοελληνική Λογοτεχνία

▲▲

Οι τελευταίοι εγγονοί

(απόσπασμα)


Κοντεύανε δέκα, όταν έφτασε στον Πειραιά. Μέσα στο καράβι είχε κιόλας πληροφορηθεί απ’ την τηλεόραση, πως ο πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε καλέσει απ’ το Παρίσι τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να σχηματίσει κυβέρνηση, ύστερα από υπόδειξη των πολιτικών αρχηγών. Το αεροπλάνο του θα προσγειωνόταν στο αεροδρόμιο κατά τη μία…

Ο κόσμος στην προκυμαία πανηγύριζε την πτώση της Δικτατορίας. Από εξώστες και παράθυρα κρέμονταν σημαίες. Τα μεγάφωνα ξεσήκωναν πανδαιμόνιο με τα εμβατήρια και τα τραγούδια. Ομάδες πεζοί κατευθύνονταν στον Ηλεκτρικό και συνοδείες από λογής τροχοφόρα κορνάρανε ρυθμικά προχωρώντας απ’ την οδό Πειραιώς για την Αθήνα. Από κάποιο φορτηγάκι γεμάτο εργατικούς, μια ξέστηθη ξανθή νεαρή με ψαραδοπαντάλονο διεύθυνε την αυτοσχέδια χορωδία, που ξελαρυγκιαζόταν να φωνάζει: «Ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός!.. Ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός!…». Τον παρακάλεσε μια ηλικιωμένη γυναίκα να την ανεβάσει στην Αθήνα. Τ’ αδύνατα πόδια της, είπε, δεν τη βαστούσαν να πάει ορθή με τον Ηλεκτρικό. Σταμάτησε και την πήρε. Ερχόταν, είπε, απ’ τις Σπέτσες για να δει τον αδελφό της. Ήταν γιατρός. Της είχαν τηλεφωνήσει πως τον είχαν απολύσει απ’ τις φυλακές της Αίγινας. Ήταν φυλακισμένος για τη δράση του στη Δικτατορία. Έκοψε για την Καστέλλα, ν’ ανεβεί στην Αθήνα απ’ τη λεωφόρο Συγγρού. Ομάδες με πολιτικά συνθήματα σε πανό και πλακάτ προχωρούσαν για το αεροδρόμιο σε φάλαγγες από τροχοφόρα που κορνάρανε ρυθμικά. Στο Δέλτα του Φαλήρου, το ποτάμι από άλλα τροχοφόρα, που ξεχυνότανε απ’ την Αθήνα με ιαχές, εμπόδιζε, κάθε τόσο, με την πλημμύρα του, την τεράστια γραμμή τους ν’ ανηφορίσει προς το κέντρο. Χρειάστηκε κάπου τρία τέταρτα για να διασχίσει τη λεωφόρο, με διαδοχικά ξεκινήματα και σταματήματα, ωσότου αντικρίσει τις στήλες του Ολυμπίου Διός. Σ’ όλη τη διαδρομή ο κόσμος απ’ τα σημαιοστολισμένα παράθυρα και τους εξώστες περίμενε το πέρασμα του Καραμανλή. Άφησε τη γυναίκα στου Μακρυγιάννη, για να κόψει προς τον Αρδηττό, μα το ρεύμα τον παράσυρε προς το κέντρο. Ευτυχώς κατάφερε να βρει μια θέση για τ’ αμάξι του στο δρόμο του μαγαζιού του.

Στο τρίστρατο απ’ τη Βασιλίσσης Σοφίας για την Αμαλίας και την Πανεπιστημίου δεν έπεφτε καρφίτσα. Απ’ τους σημαιοστολισμένους εξώστες των ξενοδοχείων ο κόσμος παρακολουθούσε την ανθρωποθάλασσα να ξεσπά σε φρενίτιδα από ιαχές, σφυρίγματα, κορναρίσματα, μέσα στο πανδαιμόνιο που κάνανε τα μεγάφωνα με τα εμβατήρια και τα τραγούδια. Τα φλας των μηχανών και οι φωτεινές δέσμες απ’ τις κάμερες δίνανε στην ατμόσφαιρα όψη φαντασμαγορίας. Ομάδες-ομάδες ο κόσμος ανέβαινε απ’ τις συνοικίες στον χώρο γύρω απ’ τα παλαιά ανάκτορα, με αναμμένα κεριά, τις σημαίες σε κοντούς ή απλωμένες σαν την άγια σινδόνη, φωνάζοντας πολιτικά συνθήματα. Ανάμεσά τους γαβριάδες πετούσαν απροσδόκητα σε χιούμορ πειράγματα για τους ανθρώπους της Δικτατορίας, ενώ οι μικροπωλητές κάνανε χρυσές δουλειές. Ο Γκανίας αγόρασε ένα κουλούρι κι έκοψε απ’ την οδό Ακαδημίας. Η ανθρωποθάλασσα εκεί προχωρούσε τόσο αργά, που είχε σχεδόν σταματήσει την κυκλοφορία. Οι οδηγοί των τροχοφόρων διαμαρτύρονταν με δαιμονισμένα κορναρίσματα. Ένα ρεύμα έστριβε απ’ τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, για να κατευθυνθεί στην αμερικανική πρεσβεία, με συνθήματα σε πλακάτ: «Προδότη Κίσσιγκερ! Φασίστα Κίσσιγκερ!» άλλο έκοβε για το Σύνταγμα, προσθέτοντας τον όγκο του στην κοσμοπλημμύρα γύρω απ’ το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Ο Γκανίας αφέθηκε στο πηγαινέλα απ’ τους περαστικούς στο πεζοδρόμιο έξω απ’ την αιγυπτιακή πρεσβεία, αποφασισμένος να περιμένει τον ερχομό του Καραμανλή.

[…]

Ξαφνικά ακούστηκε να πλησιάζουν, δυναμώνοντας ολοένα σα βουητό μέσα σε δάσος, ιαχές ανάκατες με επευφημίες. Οι αστυφύλακες παραμέριζαν βίαια το πλήθος, για να μεγαλώσουν τα περάσματα στο τρίστρατο ανάμεσα στα μεγάλα ξενοδοχεία. Ο κόσμος στα πεζοδρόμια και τους εξώστες παραληρούσε από ενθουσιασμό κουνώντας χέρια, μαντίλια, σημαίες, πανό, ενώ αυτοσχέδιες χορωδίες ξελαρυγγιάζονταν να φωνάζουν: «Κάρα-μανλής! Κάρα-μανλής!». Επιτέλους, κάποια στιγμή, πρόφτασαν να δουν ένα μαύρο αυτοκίνητο να διασχίζει σα βολίδα τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, καμακωμένο απ’ τους φωτεινούς ακοντισμούς που ρίχνανε πάνω του οι κάμερες με τους προβολείς από εξώστες και πεζοδρόμια. Πέρασε απ’ την πύλη της Βουλής μέσα σ’ επευφημίες, σφυρίγματα, ζητωκραυγές.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε γυρίσει στην Ελλάδα…

Μεταδεδομένα

< Αθανασιάδης >