Ιστορία και Λογοτεχνία

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνο

Platanus Orientalis. Οι διακλαδώσεις μιας ασυνήθιστης ιστορίας.

Ασημένια Σαράφη, Platanus Orientalis. Οι διακλαδώσεις μιας ασυνήθιστης ιστορίας, Πατάκης, Αθήνα 2003, σ. 62-63.
  • Η ελληνική κοινωνία στα τέλη του 19ου αιώνα → Φωτογραφία → Νεοελληνική Λογοτεχνία

▲▲

Platanus Orientalis. Οι διακλαδώσεις μιας ασυνήθιστης ιστορίας.

(απόσπασμα)


Το τραπέζι του γάμου θα γινόταν με δικά του έξοδα στην αυλή του σπιτιού, εξάλλου ήταν και ο κουμπάρος, και, όταν το μυστήριο τέλειωσε, όλοι πήραν το δρόμο για εκεί. Σου έχω και μία έκπληξη, ψιθύρισε στο αυτί της Αμαλίας, όταν ανέβαιναν, και εκείνη τον κοίταξε αδιάφορα, δημιουργώντας του για πολλοστή φορά την αίσθηση του κενού που δοκίμαζε σε κάθε επαφή μαζί της. Και, πράγματι, η έκπληξη ήταν εξαιρετική: άλλο ένα γαμήλιο δώρο μοναδικής αξίας στους νεόνυμφους. Στο κέντρο της αυλής, με τα βαλιτσάκια, τους τρίποδες και τα λοιπά του σύνεργα βαλμένα τακτικά τριγύρω του, τους περίμενε ο φωτογράφος, προσκεκλημένος από την πόλη για να απαθανατίσει τη στιγμή. Στα χειροκροτήματα του πλήθους, απάντησε με μία υπόκλιση, ενώ πολλές μανάδες έφυγαν στα κλεφτά να φέρουν τα παιδιά τους ντυμένα με τα κυριακάτικά τους για να ποζάρουν για μία φωτογραφία, καθώς ίσως και να ’παιρνε χρόνια να περάσει ξανά ο φωτογράφος από κει και τα παιδιά τους τότε δε θα ’ταν παιδιά, αλλά μάλλον ώριμοι άντρες και γυναίκες.

Όλοι παρατάχθηκαν σύμφωνα με τις επιταγές του καλλιτέχνη, το ζεύγος στο κέντρο, κρατηθείτε χεράκι, οι κουμπάροι από δεξιά και αριστερά τους, βγάλτε το καπέλο σας, πιαστείτε αγκαζέ, εξαίσια, οι συγγενείς γύρω τριγύρω, οι κοντές γυναίκες μπροστά, οι ψηλοί άντρες πίσω, χαμηλώστε λίγο τους ώμους σας, κρύβετε το μπράτσο του διπλανού σας, μη στριμώχνεστε, όλοι θα μπείτε στη φωτογραφία, μην ανοιγοκλείνετε τα μάτια για να μη σας βρει ο φακός με τα βλέφαρα κλειστά, κοιτάξτε με, γελάστε, πείτε μου πώς κάνει η μέλισσα όταν πετά, έξοχα, έξοχα.

Ακούστηκε ένα «μπαμ!» και τη μικρή έκρηξη διαδέχτηκε ένα σύννεφο καπνού. Ευθύς ο σχηματισμός διαλύθηκε και ο φωτογράφος έστρεψε την προσοχή του στο μικρό αυτό στρατό των νηπίων, που έκλαιγε ή έξυνε τη μύτη του, φέρνοντάς τον στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Η φωτογραφία αυτή διατήρησε για πολλές δεκαετίες τη θαμπή εικόνα των ανθρώπων όπως ήταν εκείνη τη μέρα, με τα καλά τους, λίγο νυσταγμένοι ή φοβισμένοι από την προοπτική να αποτυπωθούν σε ένα κομμάτι χοντρό χαρτί και να παγώσουν στο χρόνο. Η Αμαλία, αδιάφορη και ψυχρή, λίγο χαμένη ή και ταλαιπωρημένη, καθώς εκείνη τη μέρα η θερμοκρασία ήταν υψηλή, τι κι αν ήταν Σεπτέμβριος, ο Μανόλης σοβαρός και αινιγματικός, ο Χαρίλαος Ξένος κομψός όσο ποτέ, με την υπερήφανη λιονταρίσια χαίτη του καλοχτενισμένη και τα μουστάκια του να σημαδεύουν τον ουρανό, η Σοφία να χαμογελά δειλά, κρύβοντας έντεχνα το προαίσθημα επερχόμενων δεινών, οι καλεσμένοι γελαστοί ή μουρτζούφληδες, με τα μάτια γουρλωμένα από το φόβο, για να μη βγουν φωτογραφία με τα μάτια κλειστά, κι από πίσω το σπίτι, επιβλητικό όσο ποτέ, βγαλμένο από μία ασπρόμαυρη αχλή, με άριστα όμως διατυπωμένες τις γραμμές και τις αρετές του, οχυρό και κόσμημα μιας σκληρής αλλά και ανθεκτικής εποχής.

Μεταδεδομένα

< Φωτογραφία > < Πολιτισμός >