Ιστορία και Λογοτεχνία

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνο

Η προφητεία του κόκκινου κρασιού

Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Η προφητεία του κόκκινου κρασιού, Πατάκης, Αθήνα 2008, σ.103-110.
  • Η δίκη του Κολοκοτρώνη → Νεοελληνική Λογοτεχνία

▲▲

Η προφητεία του κόκκινου κρασιού

(απόσπασμα)


Ο γιατρός ήπιε πάλι λίγο αράκ και στράφηκε προς τον οικοδεσπότη.

«Όπως ίσως γνωρίζετε» άρχισε «ο Πολυζωίδης είναι άνθρωπος φιλελεύθερων αρχών, ποτισμένος ως το κόκαλο με τα κηρύγματα της Γαλλικής Επανάστασης. Δεν μπορούσε λοιπόν παρά να βρεθεί στην αντιπολίτευση από την ίδρυση κιόλας του νέου κράτους. Κι αυτός, όπως όλοι οι συνταγματικοί, αντιδρούσε στην προσπάθεια του Καποδίστρια να συγκεντρώσει στα χέρια του όλες τις εξουσίες. Απαιτούσε άμεση σύγκληση της Εθνοσυνέλευσης και ψήφιση Συντάγματος για να καθοριστούν επακριβώς τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των αρχόντων και των αρχομένων. Με λίγα λόγια, ήθελε ν’ απαλλαγεί η Ελλάδα από την απολυταρχική διοίκηση που είχε καθιερώσει ο Κυβερνήτης».

«Ναι, έχω ακούσει ότι ο Καποδίστριας προσπαθούσε να νοικοκυρέψει το νέο κράτος με δικό του, κάπως αυθαίρετο τρόπο» κούνησε το κεφάλι ο Χρηστομάνος. «Και ξέρω καλά πως θεωρούσε το Σύνταγμα τελείως ακατάλληλο και πρόωρο για τον ελληνικό λαό».

«Ο Πολυζωίδης τον κατηγορούσε για παραγκωνισμό των αγωνιστών και εύνοια προς τους συγγενείς του» πρόσθεσε ο γιατρός. «Αγανακτούσε με το διορισμό των τυραννίσκων αδελφών του, του Βιάρου και του Αυγουστίνου, που συχνότατα δρούσαν παρά τη θέληση του Κυβερνήτη. Έπειτα, υποστήριζε με πάθος την ελευθερία του τύπου, κάτι που δεν ήταν διόλου αρεστό στο κυβερνητικό περιβάλλον. Τα έγραφε όλα τούτα ο Πολυζωίδης στο αντιπολιτευόμενο Απόλλωνα, που εξέδωσε στο Ναύπλιο πρώτα, κι όταν το φύλλο εκεί απαγορεύτηκε, συνέχισε την έκδοση στην Ύδρα. Η πάντα βέβαια ευπρεπής αλλά οξύτατη κριτική του εξαγρίωσε τους κυβερνητικούς. Άρχισαν να τον καταδιώκουν απηνώς. Οι Κολοκοτρωναίοι μάλιστα, όντας υποστηρικτές φανατικοί του Καποδίστρια, προσπάθησαν ακόμα και να τον δολοφονήσουν».

«Απίστευτο!» αγανάκτησε ο Χρηστομάνος. «Η αιώνια γάγγραινα, Έλληνες εναντίον Ελλήνων! Κι απ’ ότι έχω μάθει, οι εμφύλιες διαμάχες δε σταμάτησαν ούτε με τη δολοφονία του Καποδίστρια ούτε με την έλευση του νέου Βαυαρού βασιλέα, έτσι δεν είναι;»

«Έτσι ακριβώς! Στις διαφορές μάλιστα των κομματικών αντιλήψεων προστέθηκε και η διαίρεση των Ελλήνων σε “αυτόχθονες” και “ετερόχθονες”— το φαντάζεσθε; Η Αντιβασιλεία, που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ως την ενηλικίωση του Όθωνα, έκανε αρχικά μερικές καλές προσπάθειες να συμφιλιώσει τις διάφορες φατρίες. Αλλά κατόπιν, προφανώς από φόβο μήπως ξεσπάσει ανταρσία ή επανάσταση, άρχισε κι αυτή τις αυθαιρεσίες και τις διώξεις. Το αποκορύφωμα ήταν η σύλληψη πέρσι του Κολοκοτρώνη, του Πλαπούτα, του Τζαβέλα και άλλων ηρώων του απελευθερωτικού αγώνα, με την κατηγορία ότι δήθεν συνωμοτούσαν εναντίον της Αντιβασιλείας. “Επί εσχάτη προδοσία” τους κατηγόρησαν, πράγμα που, όπως γνωρίζετε, επισύρει την επιβολή της ποινής του θανάτου!»

«Μα υπήρχαν πράγματι αποδείξεις για κάτι τέτοιο;» ρώτησε ο πατέρας.

«Όχι μόνο αποδείξεις δεν υπήρχαν, αλλά ούτε καν απλές ενδείξεις! Παρ’ όλα αυτά, τους έκλεισαν στην Ακροναυπλία και τους παρέπεμψαν σε δίκη, στις 9 του περασμένου Μαρτίου, από Έκτακτο Δικαστήριο μάλιστα! Ήταν φανερό πως ήθελαν πάση θυσία να τους εξοντώσουν, ώστε να συνεχίσουν ανενόχλητοι την απολυταρχική τους διακυβέρνηση. Έκαναν όμως το λάθος να διορίσουν πρόεδρο του Έκτακτου Δικαστηρίου του Πολυζωίδη».

[…]

«Ο φίλος μου, όπως το είχα προβλέψει, αποδείχτηκε ανώτερος από τα πάθη και τα μίση που κατατυραννούν την πατρίδα μας. Διηύθυνε τη διαδικασία με αυστηρότητα και απόλυτη αμεροληψία. Έτσι, οι εγκάθετοι πλαστοί μάρτυρες άρχισαν ν’ αποκαλύπτονται ο ένας μετά τον άλλο».

«Θέλετε να πείτε ότι έφτασαν οι Αντιβασιλείς στο σημείο να φέρουν ψευδομάρτυρες;» πετάχτηκε η Ελισάβετ αγανακτισμένη, χωρίς να σκεφτεί πως ίσως δεν ήταν πρέπον μια νεαρή κόρη ν’ ανακατωθεί στη συζήτηση.

Ο γιατρός φάνηκε να ξαφνιάστηκε με την παρέμβασή της, μα το έκπληκτο βλέμμα του είχε μια ζεστασιά, έδειχνε θαυμασμό για το θάρρος της και χαρά που παρακολουθούσε με τόση ζέση την εξιστόρηση των γεγονότων.

«Αν ήταν μόνον αυτό, δεσποσύνη μου…» αποκρίθηκε με πικρό χαμόγελο. «Η δίκη, βλέπετε, διεξαγόταν με καθεστώς στρατιωτικού νόμου. Τον είχαν επιβάλει από τη νύχτα της σύλληψης των αγωνιστών. Το όργιο λοιπόν των παρανομιών δεν περιγράφεται! Από την έναρξη κιόλας της διαδικασίας απ’ ό,τι μου εκμυστηρεύτηκε ο φίλος μου, άρχισαν διάφοροι επίσημοι να του τάζουν θέσεις λαμπρές κι αμοιβές μεγάλες, αρκεί να εξασφάλιζε την καταδίκη των κατηγορουμένων. Αντιλαμβάνεσθε την αντίδρασή του. Τους έδιωχνε όπως τους άρμοζε. Μα και καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης οι πιέσεις ήταν πολλές και ποικίλες, φυσικά όχι μόνο προς αυτόν μα και προς τους άλλους τέσσερις δικαστές. Τελικά, με θλίψη του αντελήφθη πως οι τρεις εξ αυτών είχαν ενδώσει στους επονείδιστους εκβιασμούς και είχαν μεταβληθεί σε τυφλά όργανα της Αντιβασιλείας. Μόνο ο Γεώργιος Τερτσέτης παρέμενε πιστός στην υψηλή του αποστολή».

«Θαρρώ κατάγεται από τη Ζάκυνθο αυτό ο νομικός, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο πατέρας.

«Ναι, Ζακύνθιος είναι και, όπως αποδείχτηκε, σπουδαίος δικαστικός. Ήταν απολύτως αμερόληπτος και σύμφωνος με τον Πολυζωίδη σε ολόκληρη τη διαδικασία που κράτησε πάνω από δύο μήνες. Και όταν επιτέλους τελείωσε στις 24 Μαΐου και αποσύρθηκαν οι δικαστές για να εκδώσουν την απόφαση, έγιναν αίσχη που θα κηλιδώνουν αιώνια τη δικαιοσύνη της πατρίδας μας. Διαδραματίστηκαν σκηνές μπροστά στα μάτια μου που, ομολογώ, αισθάνομαι ντροπή ακόμα και να τις αναφέρω…»

«Πρέπει όμως να μας πείτε!» ικέτευσε σχεδόν ο πατέρας. «Πρέπει να τα γνωρίζουμε αυτά, να τα γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες. Έτσι μόνο υπάρχει ελπίδα να μην επαναληφθούν».

Η Ελισάβετ κοίταζε τον επισκέπτη συνεπαρμένη. Κάτι της θύμιζε λοιπόν ο άνθρωπος αυτός. Σαν κάπου να τον είχε ξανασυναντήσει… Μπορεί και να έκανε λάθος όμως. Ίσως απλώς να την εντυπωσίαζε. Όχι μόνο με όσα ήξερε, με όσα έλεγε, με όσα έδειχνε να πιστεύει, μα και με μια παράξενη γοητεία που εξέπεμπε. Το βλέμμα του έδειχνε θέρμη για την ελευθερωμένη Ελλάδα, μια φλόγα για τα κοινά, μια ανθρωπιά που τη συγκινούσε και τη μαγνήτιζε.

«Θα προσπαθήσω, όσο μπορώ, να σας περιγράψω αυτές τις άθλιες σκηνές μα και όσα έμαθα ότι έγιναν στην αίθουσα των συνεδριάσεων» αποκρίθηκε με θλίψη φανερή ο γιατρός. «Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης, ο εισαγγελέας, ο περιβόητος Σκοτσέζος Εδουάρδος Μάσσον, πολιτογραφημένος Έλληνας που τώρα λύνει και δένει, μπαινόβγαινε στην αίθουσα, εντελώς παράτυπα, και προσπαθούσε να επηρεάσει τους δικαστές να πάρουν ομόφωνα καταδικαστική απόφαση. Ο Πολυζωίδης τον απέπεμψε αγανακτισμένος. Τότε ο Μάσσον ειδοποίησε τον υπουργό Δικαιοσύνης, τον Κωνσταντίνο Σχινά, να σπεύσει στο δικαστήριο και να επέμβει δραστικά. Πράγματι, ο Σχινάς κατέφτασε τάχιστα, φορώντας μάλιστα την ειδική επίσημη στολή του. Όρμησε στην αίθουσα με κάμποσους χωροφύλακες και κάλεσε ανενδοίαστα τον Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη να υπογράψουν την καταδικαστική απόφαση εν ονόματι τάχα της δικαιοσύνης…»

«Ανήκουστα πράγματα» έφριξε ο Αναστάσιος Χρηστομάνος. «Κι εκείνος πως αντέδρασε;»

«Του απάντησε ότι ακριβώς στο όνομα της δικαιοσύνης προτιμά να του κόψουν το χέρι παρά να υπογράψει μια απόφαση στην ορθότητα της οποίας δεν πιστεύει! “Το σώμα μου μπορείτε να το κάνετε ό,τι θέλετε, αλλά τον στοχασμό μου, τη συνείδησή μου δε θα μπορέσετε να τα παραβιάσετε” του φώναξε με οργή».

«Κι ο Τερτσέτης; Ενέδωσε;»

«Όχι βέβαια! Το ίδιο απάντησε κι εκείνος. Παρέμειναν λοιπόν οι δυο τους στην αίθουσα των συνεδριάσεων, μαρμαρωμένοι κι αμίλητοι. Οι υπόλοιποι τρεις δικαστές, ο Βούλγαρης, ο Σούτσος και ο Φραγκούλης, αυτοί οι κατάπτυστοι υπηρέτες της αυθαιρεσίας και της βίας της κρατικής εξουσίας που υπέγραψαν τη θανατική καταδίκη, πήραν τη θέση τους στην έδρα του δικαστηρίου για να διαβαστεί στο ακροατήριο η απόφαση. Ο κόσμος έξω, στο προαύλιο και στους διαδρόμους, καταλαβαίνετε με τι αγωνία περίμενε να ανοίξει η αίθουσα και να την ακούσει. Η αίθουσα ωστόσο δεν άνοιγε, αφού οι θέσεις των δύο ακλόνητων δικαστών έμεναν κενές. Έξαλλος τότε ο υπουργός Δικαιοσύνης έδωσε διαταγή να συρθούν διά της βίας στην έδρα ο Πολυζωίδης και ο Τερτσέτης. Ορμούν λοιπόν οι χωροφύλακες στην αίθουσα των διασκέψεων με προτεταμένη τη λόγχη, αρπάζουν από τα ενδύματα τους δύο δικαστές και προσπαθούν να τους σύρουν στην έδρα…»

«Θε μου, τι φρίκη!» μουρμούρισε η Ελισάβετ.

«Νέοι και αθλητικοί όμως και οι δύο» συνέχισε ο αφηγητής «ο ένας τριάντα δύο και ο άλλος τριάντα τεσσάρων ετών, αντιστάθηκαν γενναία και σθεναρά, γραπωμένοι από τις καρέκλες και τα τραπέζια! Τελικά, οι χωροφύλακες, με βρισιές, γρονθοκοπήματα και χτυπήματα με τους υποκόπανους των όπλων, τους έβγαλαν από την αίθουσα και τους έσυραν μπροστά στην έδρα. Όμως κι εκεί ακόμα ήταν δύσκολο να επιβάλουν τη θέλησή τους. Ο Πολυζωίδης γαντζώθηκε από το κιγκλίδωμα του ακροατηρίου και κατέβαλε μια τελευταία προσπάθεια ν’ απαλλαγεί. Του ξέσκισαν τα ενδύματα, τον τράβηξαν πολλοί μαζί και κατάφεραν τελικά να τον ανεβάσουν με τη βία στην προεδρική του έδρα σε ελεεινή κατάσταση. Οπότε, ο γραμματέας του δικαστηρίου άρχισε με βιάση ν’ απαγγέλει τη θανατική καταδίκη που είχε ληφθεί κατά πλειοψηφία, ενώ ο Πολυζωίδης έκρυβε με απόγνωση το πρόσωπο μες στα χέρια του».

Βαριά σιωπή έπεσε στον καλόν οντά του αρχοντικού των Χρηστομάνων. Απίστευτα, άθλια, τερατώδη τους φαίνονταν όλα τούτα.

«Και πως ματαιώθηκε τελική η εκτέλεση;» απόρησε ο πατέρας.

«Η στάση του Πολυζωίδη, με τη συμπαράσταση βέβαια και του Τερτσέτη, έκανε το θαύμα της» απάντησε ο γιατρός. «Η άρνησή του να υπογράψει τη θανατική καταδίκη των αγωνιστών αδυνάτισε το κύρος της απόφασης και βοήθησε τους πρέσβεις των ξένων δυνάμεων να καταλάβουν τη σκευωρία, να πειστούν για την αθωότητα των κατηγορούμενων. Ενημέρωσαν αμέσως τις Αυλές τους, προκλήθηκαν δυσμενέστατα σχόλια, έγιναν παρατηρήσεις στην Αντιβασιλεία… Ήταν έπειτα και το κύμα της λαϊκής αγανάκτησης που ξέσπασε. Η Αντιβασιλεία δεν τόλμησε να προχωρήσει στην εκτέλεση. Μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες μάλιστα κοινοποιήθηκε στους μελλοθάνατους ότι, εν ονόματι του βασιλέως, τους χαρίζεται η ζωή και μεταβάλλεται η ποινή σε ισόβια κάθειρξη! Που σύντομα έγινε φυλάκιση για είκοσι χρόνια».

Μεταδεδομένα

< Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου > < Εμφύλια διαμάχη >