Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

«Ελένη»

«Ο Απολλιναίρ δεν ανήκε σε καμιά σχολή κι ούτε θέλησε ποτέ να ιδρύσει ο ίδιος σχολή· προτιμούσε —όπως ο ίδιος είχε πει— να είναι ένας μετεωρίτης, μια ''φωτοβολίδα''. Ωστόσο είναι αναπόσπαστα δεμένος με τα πρωτοποριακά κινήματα των αρχών του αιώνα στην ποίηση και τη ζωγραφική, και όχι σαν απλός υποστηρικτής ή σχολιαστής, αλλά σαν θεωρητικός και κύριος υποκινητής τους. Το ποιητικό του έργο, που κυρίως περιέχεται στις δυο πιο σημαντικές του συλλογές, Αλκοόλ και Καλλιγραφήματα, είναι δύσκολο να αποδοθεί σε μια συγκεκριμένη τεχνοτροπία· αυτό άλλωστε είναι και το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Απολλιναίρ: χώρος του είναι τα σύνορα ανάμεσα στο καινούριο και το παλιό, στην παράδοση και την επανάσταση. Από το παλιό αντλεί τα θέματα, την έμπνευση —μύθοι λαϊκοί και μεσαιωνικοί, μαγική ατμόσφαιρα του θρύλου— κι ακόμη συχνά την παραδοσιακή μορφή του στίχου, που τον φέρνει κοντύτερα στον συμβολισμό. Όμως από δω και πέρα αρχίζουν οι καινοτομίες: το έντονο αντι-ρητορικό ύφος, η εικόνα-μεταφορά, η κατάργηση της στίξης, το ποίημα που είναι γραμμένο από πολλούς, το ποίημα-σχέδιο (το ''καλλιγράφημα''), η εισαγωγή νέων θεμάτων, όπως η ποίηση της μεγαλούπολης και της καθημερινότητας. Ο Απολλιναίρ ουσιαστικά εγκαινιάζει τη μοντέρνα ποιητική μυθολογία, που αργότερα θα καλλιεργήσουν συστηματικά οι υπερρεαλιστές.
Ο Απολλιναίρ γεννημένος στις αρχές της εποχής των μεγάλων επιστημονικών ανακαλύψεων και των τεχνικών επαναστάσεων, δεν έγινε υμνητής της μηχανής, καθώς οι φουτουριστές· έγινε, αντίθετα, ο εισηγητής ενός νέου ανθρωπισμού, θεμελιωμένου στη γνώση του παρελθόντος και στο συμβάδισμα της επιστήμης και της τέχνης. Η συγκλονιστική διαμάχη ανάμεσα στο καινούριο και το παλιό βρήκε σ' αυτόν έναν αισθαντικό και προφητικό εκφραστή, ίσως γιατί έζησε ολόκληρη τη ζωή του δοκιμάζοντας αδιάκοπα την οδυνηρή εμπειρία του μεταίχμιου, των συνόρων: από χώρα σε χώρα, από επάγγελμα σε επάγγελμα, εμιγκρές —δεν απόκτησε τη γαλλική υπηκοότητα παρά το 1916, ζώντας με τον συνεχή φόβο μιας πιθανής απέλασης— ζητούσε τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και στην τέχνη του να συγκεράσει τα αντίθετα, εξερευνώντας αδιάκοπα το πρόβλημα των ορίων, δίνοντας στο όραμα της ενότητας διαστάσεις μυθικές, και βιώνοντας την πραγματικότητα μέσα στις μαγικές προεκτάσεις της: έτσι μόνο μπορούν να ερμηνευτούν ορισμένες πλευρές της ζωής του, όπως η ''πατριωτική'' και πολεμική του δραστηριότητα.
Ο Απολλιναίρ, που ''προπορευόταν σε ιδέες είκοσι χρόνια από τους φίλους του'' (Φιλίπ Σουπώ) είδε στην ποίηση την υψηλότερη πνευματική έκφραση του ανθρώπου στον αιώνα του τεχνικού πολιτισμού. Προσπαθώντας —όπως όλοι οι πρωτοπόροι καλλιτέχνες του αιώνα— να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην ποίηση και την πράξη, πρόβαλε το αίτημα της ''ποιητικότητας'', της ποιητικής διάστασης της ζωής· για τον Απολλιναίρ ο ποιητής δεν γράφει μόνο στίχους, αλλά διατυπώνει ποιητικά τον κόσμο, εκφράζει την ποιητική πραγματικότητα — τη μόνη αληθινή πραγματικότητα όπως διακήρυξε ο ίδιος: σύλληψη των φαινομένων στην πολλαπλότητά τους, όπου ο μύθος, και το προσωπικό όραμα έχουν πρωταρχική θέση. Ονόμασαν τον Απολλιναίρ ''έσχατο των ποιητών'' (Αντρέ Μπρετόν). Πράγματι, για τη Γαλλία, υπήρξε ο τελευταίος ''μεγάλος'' Ποιητής, ο τελευταίος ελεγειακός, ο ποιητής της ερωτικής μπαλάντας και των υψηλών δραμάτων, και ταυτόχρονα ο πρωτεργάτης της ποιητικής επανάστασης, που κορυφώθηκε λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, με τον υπερρεαλισμό.»
(Αμπατζοπούλου 1980)

«Μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να υποστηρίξουμε ότι ο Apollinaire είναι ένας δημιουργός που έχει μια σχεδόν ''λαιμαργία'' για τις λέξεις· απ' τη στιγμή που τις συναντά, τις διαφυλάσσει στη μνήμη του σαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή τις χρησιμοποιεί μ' έναν τρόπο που χαρακτηρίζει τη γραφή του: έχουμε αρχαϊσμούς μεσαιωνικούς, όρους διαλεκτικούς, λέξεις-νεολογισμούς, λεξιλόγιο από Βοτανολογία, θρησκευτική λειτουργία ή αστρολογία — χωρίς υπερβολές και φανφαρονισμούς, ο Apollinaire ξέρει από ένστικτο πού και πώς να τις χρησιμοποιήσει για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα που εκείνος επιθυμεί· ο αναγνώστης του είναι συχνά υποχρεωμένος ν' ανατρέξει στο λεξικό.
Ένα άλλο στοιχείο που δυσκολεύει τη γρήγορη κατανόηση της ποίησής του, έχει τις ρίζες του στον τρόπο με τον οποίο μεγάλωσε, τις σπουδές και την κουλτούρα του γενικά: ο Apollinaire είναι ένας αυτοδίδακτος δημιουργός, ένας βιβλιόφιλος πρώτης κατηγορίας, ένας τακτικός επισκέπτης βιβλιοθηκών, ένας ποιητής μ' έμφυτο ταλέντο που αναζητάει το υλικό του πολύ περισσότερο στο χώρο των περιθωριακών και των ''αιρετικών'', παρά στο χώρο της κλασικής παγκόσμιας λογοτεχνίας. Δανείζεται πολλά στοιχεία απ' την Οδύσσεια και τη Βίβλο αλλά επίσης κι απ' την Καββαλιστική φιλοσοφία εσωτερισμού, την ελληνική μυθολογία, τον κύκλο του Αρθούρου και τη λαογραφική παράδοση.
Βέβαια, όλ' αυτά τα ευρήματα περνούν μεσ' απ' την προσωπική του φιλοσοφία και μυθολογία και ξαναφτιάχνονται με τέτοιον τρόπο ώστε το κείμενο του να μη ''διαβάζεται εύκολα''. Δουλεύει με τρόπο που ν' αναδεικνύεται η αθανασία της ποιητικής τέχνης κι ανήκει στην κατηγορία των ποιητών-μάγων και προφητών. Ο ίδιος άλλωστε πολύ συχνά αφήνει να εννοηθεί ότι επιθυμεί τον τίτλο του οραματιστή και θαυματουργού. Ο Andre Billy γράφει για την τέχνη-τεχνική του Apollinaire:
''Ούτε ορθολογιστής, ούτε μυστικιστής, η φιλοσοφία του στηριζόταν, με δυο λόγια, σε μια τάση πλήρους διαθεσιμότητας μπρος στο ανθρώπινο πεπρωμένο και το μυστικό του σύμπαντος […] Ο συλλογισμός του ήταν πάντα μουσικός και πάντα αυθόρμητος και ειλικρινής. Γι' αυτόν, όπως και για τον Gerard de Nerval, συγγραφέα με τον οποίο —κατά τη γνώμη μου— έχει πολλές ομοιότητες, αναπνοή κι έμπνευση ήταν το ίδιο πράγμα. Τα πάντα μπορούσαν ν' αποτελέσουν υλικό για ποίηση, αφορμή γι' ανάπλαση και τραγούδι. Ένα αντικείμενο, μια συνάντηση, ένας λόγος, μπορούσαν να τον κατακυριεύουν, τα μετέφερε στον προσωπικό του ρυθμό, τα έκανε να συμφωνήσουν με το χρώμα και την κίνηση της ονειροπόλησής του, μ' ένα λόγο τ' αναδημιουργούσε''.
Ο ίδιος ο δημιουργός, όσο περήφανος και σίγουρος αισθάνεται για τον Apollinaire-ποιητή, άλλο τόσο αβέβαιος κι ανασφαλής νιώθει μπροστά σ' ένα πεπρωμένο που τον έχει καταδικάσει σε αλλεπάλληλες ερωτικές αποτυχίες κι απογοητεύσεις.»
(Δεμίρογλου 1990)

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Backès, Jean-Louis. 1993. Ο μύθος της Ελένης. Μετ. Μαίρη Γιόση. Αθήνα: Μέγαρο Μουσικής. Τίτλος πρωτοτύπου: Le mythe d’Hélène (Adosa, 1984).

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία:

  • Αμπατζοπούλου, Φραγκίσκη. 1980. «Γκιγιώμ Απολλιναίρ». Το πρίσμα 2 (Χειμώνας 1980). 121–123.
  • Δεμίρογλου, Ελισάβετ. 1990. «Απολλιναίρ: Γενική θεώρηση». Διαβάζω 231 (24 Ιανουαρίου 1990). 21–26.
  • Apollinaire, Guillaume. 1982. Ποιήματα. Μετ. Βερονίκη Δαλακούρα. Αθήνα: Νεφέλη.
  • Apollinaire, Guillaume. 1952. Le Guetteur mélancolique. Paris: Gallimard.