Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ἠθικὰ Νικομάχεια (1123a-1124a)

[III] Ἡ δὲ μεγαλοψυχία περὶ μεγάλα μὲν καὶ ἐκ τοῦ ὀνόματος ἔοικεν εἶναι, περὶ ποῖα δ᾽ ἐστὶ πρῶτον λάβωμεν· διαφέρει [1123b] δ᾽ οὐδὲν τὴν ἕξιν ἢ τὸν κατὰ τὴν ἕξιν σκοπεῖν. δοκεῖ δὴ μεγαλόψυχος εἶναι ὁ μεγάλων αὑτὸν ἀξιῶν ἄξιος ὤν· ὁ γὰρ μὴ κατ᾽ ἀξίαν αὐτὸ ποιῶν ἠλίθιος, τῶν δὲ κατ᾽ ἀρετὴν οὐδεὶς ἠλίθιος οὐδ᾽ ἀνόητος. μεγαλόψυχος μὲν οὖν ὁ εἰρημένος. ὁ γὰρ μικρῶν ἄξιος καὶ τούτων ἀξιῶν ἑαυτὸν σώφρων, μεγαλόψυχος δ᾽ οὔ· ἐν μεγέθει γὰρ ἡ μεγαλοψυχία, ὥσπερ καὶ τὸ κάλλος ἐν μεγάλῳ σώματι, οἱ μικροὶ δ᾽ ἀστεῖοι καὶ σύμμετροι, καλοὶ δ᾽ οὔ. ὁ δὲ μεγάλων ἑαυτὸν ἀξιῶν ἀνάξιος ὢν χαῦνος· ὁ δὲ μειζόνων ἢ ἄξιος οὐ πᾶς χαῦνος. ὁ δ᾽ ἐλαττόνων ἢ ἄξιος μικρόψυχος, ἐάν τε μεγάλων ἐάν τε μετρίων, ἐάν τε καὶ μικρῶν ἄξιος ὢν ἔτι ἐλαττόνων αὑτὸν ἀξιοῖ. καὶ μάλιστ᾽ ἂν δόξειεν ὁ μεγάλων ἄξιος· τί γὰρ ἂν ἐποίει, εἰ μὴ τοσούτων ἦν ἄξιος; ἔστι δὴ ὁ μεγαλόψυχος τῷ μὲν μεγέθει ἄκρος, τῷ δὲ ὡς δεῖ μέσος· τοῦ γὰρ κατ᾽ ἀξίαν αὑτὸν ἀξιοῖ· οἳ δ᾽ ὑπερβάλλουσι καὶ ἐλλείπουσιν. εἰ δὴ μεγάλων ἑαυτὸν ἀξιοῖ ἄξιος ὤν, καὶ μάλιστα τῶν μεγίστων, περὶ ἓν μάλιστ᾽ ἂν εἴη. ἡ δ᾽ ἀξία λέγεται πρὸς τὰ ἐκτὸς ἀγαθά· μέγιστον δὲ τοῦτ᾽ ἂν θείημεν ὃ τοῖς θεοῖς ἀπονέμομεν, καὶ οὗ μάλιστ᾽ ἐφίενται οἱ ἐν ἀξιώματι, καὶ τὸ ἐπὶ τοῖς καλλίστοις ἆθλον· τοιοῦτον δ᾽ ἡ τιμή· μέγιστον γὰρ δὴ τοῦτο τῶν ἐκτὸς ἀγαθῶν· περὶ τιμὰς δὴ καὶ ἀτιμίας ὁ μεγαλόψυχός ἐστιν ὡς δεῖ. καὶ ἄνευ δὲ λόγου φαίνονται οἱ μεγαλόψυχοι περὶ τιμὴν εἶναι· τιμῆς γὰρ μάλιστα [οἱ μεγάλοι] ἀξιοῦσιν ἑαυτούς, κατ᾽ ἀξίαν δέ. ὁ δὲ μικρόψυχος ἐλλείπει καὶ πρὸς ἑαυτὸν καὶ πρὸς τὸ τοῦ μεγαλοψύχου ἀξίωμα. ὁ δὲ χαῦνος πρὸς ἑαυτὸν μὲν ὑπερβάλλει, οὐ μὴν τόν γε μεγαλόψυχον. ὁ δὲ μεγαλόψυχος, εἴπερ τῶν μεγίστων ἄξιος, ἄριστος ἂν εἴη· μείζονος γὰρ ἀεὶ ὁ βελτίων ἄξιος, καὶ μεγίστων ὁ ἄριστος. τὸν ὡς ἀληθῶς ἄρα μεγαλόψυχον δεῖ ἀγαθὸν εἶναι. καὶ δόξειεν ‹ἂν› εἶναι μεγαλοψύχου τὸ ἐν ἑκάστῃ ἀρετῇ μέγα. οὐδαμῶς τ᾽ ἂν ἁρμόζοι μεγαλοψύχῳ φεύγειν παρασείσαντι, οὐδ᾽ ἀδικεῖν· τίνος γὰρ ἕνεκα πράξει αἰσχρὰ ᾧ γ᾽ οὐδὲν μέγα; καθ᾽ ἕκαστα δ᾽ ἐπισκοποῦντι πάμπαν γελοῖος φαίνοιτ᾽ ἂν ὁ μεγαλόψυχος μὴ ἀγαθὸς ὤν. οὐκ εἴη δ᾽ ἂν οὐδὲ τιμῆς ἄξιος φαῦλος ὤν· τῆς ἀρετῆς γὰρ ἆθλον ἡ τιμή, καὶ ἀπονέμεται [1124a] τοῖς ἀγαθοῖς. ἔοικε μὲν οὖν ἡ μεγαλοψυχία οἷον κόσμος τις εἶναι τῶν ἀρετῶν· μείζους γὰρ αὐτὰς ποιεῖ, καὶ οὐ γίνεται ἄνευ ἐκείνων. διὰ τοῦτο χαλεπὸν τῇ ἀληθείᾳ μεγαλόψυχον εἶναι· οὐ γὰρ οἷόν τε ἄνευ καλοκαγαθίας. μάλιστα μὲν οὖν περὶ τιμὰς καὶ ἀτιμίας ὁ μεγαλόψυχός ἐστι· καὶ ἐπὶ μὲν ταῖς μεγάλαις καὶ ὑπὸ τῶν σπουδαίων μετρίως ἡσθήσεται, ὡς τῶν οἰκείων τυγχάνων ἢ καὶ ἐλαττόνων· ἀρετῆς γὰρ παντελοῦς οὐκ ἂν γένοιτο ἀξία τιμή, οὐ μὴν ἀλλ᾽ ἀποδέξεταί γε τῷ μὴ ἔχειν αὐτοὺς μείζω αὐτῷ ἀπονέμειν· τῆς δὲ παρὰ τῶν τυχόντων καὶ ἐπὶ μικροῖς πάμπαν ὀλιγωρήσει· οὐ γὰρ τούτων ἄξιος· ὁμοίως δὲ καὶ ἀτιμίας· οὐ γὰρ ἔσται δικαίως περὶ αὐτόν. μάλιστα μὲν οὖν ἐστίν, ὥσπερ εἴρηται, ὁ μεγαλόψυχος περὶ τιμάς, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ περὶ πλοῦτον καὶ δυναστείαν καὶ πᾶσαν εὐτυχίαν καὶ ἀτυχίαν μετρίως ἕξει, ὅπως ἂν γίνηται, καὶ οὔτ᾽ εὐτυχῶν περιχαρὴς ἔσται οὔτ᾽ ἀτυχῶν περίλυπος. οὐδὲ γὰρ περὶ τιμὴν οὕτως ἔχει ὡς μέγιστον ὄν. αἱ γὰρ δυναστεῖαι καὶ ὁ πλοῦτος διὰ τὴν τιμήν ἐστιν αἱρετά· οἱ γοῦν ἔχοντες αὐτὰ τιμᾶσθαι δι᾽ αὐτῶν βούλονται· ᾧ δὲ καὶ ἡ τιμὴ μικρόν ἐστι, τούτῳ καὶ τἆλλα. διὸ ὑπερόπται δοκοῦσιν εἶναι.

[3] Η μεγαλοψυχία, όπως δείχνει και η ίδια η λέξη, έχει για αντικείμενό της μεγάλα πράγματα. Πρέπει, ωστόσο, πριν από οτιδήποτε άλλο να αναρωτηθούμε ποιά είναι αυτά τα μεγάλα πράγματα. Δεν υπάρχει, πάντως, καμιά διαφορά [1123b] αν πάρουμε να εξετάσουμε την ίδια την έξη ή τον άνθρωπο που παίρνει από αυτήν τον χαρακτηρισμό του. Μεγαλόψυχος λοιπόν είναι, κατά την κοινή αντίληψη, ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων και είναι πράγματι άξιος μεγάλων πραγμάτων· γιατί ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων χωρίς στην πραγματικότητα να το αξίζει, είναι ανόητος — κανένας όμως ενάρετος άνθρωπος δεν είναι ηλίθιος ή δίχως νου. Μεγαλόψυχος λοιπόν είναι αυτός που είπαμε. Γιατί ο άνθρωπος που είναι άξιος μικρών πραγμάτων και θεωρεί τον εαυτό του άξιο τέτοιων πραγμάτων, είναι, βέβαια, σώφρων άνθρωπος, όχι όμως μεγαλόψυχος· γιατί η μεγαλοψυχία έχει σχέση με το μέγεθος, όπως ακριβώς η ομορφιά έχει σχέση με το ψηλό και μεγάλο σώμα: οι μικρόσωμοι άνθρωποι μπορεί να είναι κομψοί και σωστοί στις αναλογίες, όμορφοι όμως δεν είναι. Ο άνθρωπος, πάλι, που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων ενώ δεν είναι, είναι κενόδοξος — δεν είναι όμως πάντοτε κενόδοξος ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγαλύτερων πραγμάτων από αυτά για τα οποία είναι άξιος. Ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μικρότερων από αυτά που στην πραγματικότητα του αξίζουν, είναι μικρόψυχος — είτε αυτά που του αξίζουν είναι μεγάλα είτε είναι μέτρια, ή και μικρά, με τον ίδιο όμως να θεωρεί τον εαυτό του άξιο ακόμη μικρότερων πραγμάτων. Το «μικρόψυχος», πάντως, θα ταίριαζε κατά κύριο λόγο για τον άνθρωπο που είναι άξιος μεγάλων πραγμάτων· γιατί τί θα έκαμνε, αν δεν ήταν άξιος τόσο μεγάλων πραγμάτων;
Ο μεγαλόψυχος λοιπόν από μεν την άποψη του μεγέθους αυτών των οποίων θεωρεί τον εαυτό του άξιο βρίσκεται στην ακρότητα, ενώ από την άποψη της ορθότητάς τους βρίσκεται στη μεσότητα, αφού θεωρεί τον εαυτό του άξιο αυτών των οποίων είναι άξιος· οι άλλοι βρίσκονται στον χώρο της υπερβολής ή της έλλειψης.
Αν λοιπόν ο μεγαλόψυχος θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων και είναι πράγματι άξιός τους, και μάλιστα των πιο μεγάλων, με ένα πράγμα θα έχει, κατά κύριο λόγο, σχέση. Όταν λέμε «είμαι άξιος», το λέμε ενσχέσει με τα εξωτερικά αγαθά, και από αυτά το πιο μεγάλο θα λέγαμε πως είναι αυτό που απονέμουμε στους θεούς, αυτό που κατά κύριο λόγο επιθυμούν για τον εαυτό τους οι πιο διακεκριμένοι στον κοινωνικό χώρο άνθρωποι, και αυτό που δίνεται ως βραβείο στις πιο ωραίες πράξεις. Αυτό είναι η τιμή. Αυτό είναι, πράγματι, το πιο μεγάλο από όλα τα εξωτερικά αγαθά. Ενσχέσει λοιπόν με τις τιμές και τις ατιμίες είναι που ενεργεί ο μεγαλόψυχος με τον τρόπο που πρέπει. Και χωρίς όμως αυτήν την συλλογιστικά αποδεικτική διαδικασία είναι φανερό ότι οι μεγαλόψυχοι άνθρωποι έχουν σχέση με την τιμή· της τιμής, πράγματι, θεωρούν κατά κύριο λόγο τον εαυτό τους άξιο, στον βαθμό, φυσικά, που τους αξίζει. Όσο για τον μικρόψυχο, αυτός ελλείπει τόσο από την άποψη της δικής του πραγματικής αξίας όσο και από την άποψη της αξίας που αναγνωρίζει για τον εαυτό του ο μεγαλόψυχος. Τέλος ο κενόδοξος υπερβάλλει ενσχέσει με ό,τι ο ίδιος αξίζει, χωρίς βέβαια να μπορεί να ξεπεράσει τον μεγαλόψυχο.
Ο μεγαλόψυχος, τώρα, αν είναι άξιος των πιο μεγάλων πραγμάτων, θα πρέπει, λέω, να είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος· γιατί αυτός που είναι πιο καλός, αξίζει πάντοτε κάτι πιο μεγάλο, και ο πιο καλός αξίζει τα πιο μεγάλα. Ο πραγματικά, επομένως, μεγαλόψυχος πρέπει να είναι καλός άνθρωπος. Και γνώρισμα του μεγαλόψυχου είναι, κατά την κοινή αντίληψη, ό,τι είναι μεγάλο στην κάθε επιμέρους αρετή. Και σε καμιά περίπτωση δεν θα ταίριαζε στον μεγαλόψυχο να «βγάζουν φτερά τα πόδια του» μπροστά στον κίνδυνο ή να συμπεριφέρεται άδικα· για ποιόν, πράγματι, λόγο θα κάνει επαίσχυντες πράξεις ο άνθρωπος για τον οποίο τίποτε δεν είναι μεγάλο; Αν τον εξετάζαμε ως προς όλα, ένα προς ένα, τα χαρακτηριστικά του, θα φαινόταν ολωσδιόλου γελοίος ο μεγαλόψυχος που δεν θα ήταν αγαθός. Και ούτε θα ήταν, λέω, άξιος τιμής, αν ήταν ένας κατώτερης ποιότητας άνθρωπος· γιατί η τιμή είναι το βραβείο της αρετής και απονέμεται [1124a] στους καλούς ανθρώπους.
Μοιάζει λοιπόν η μεγαλοψυχία να είναι κάτι σαν στολίδι των αρετών, αφού αυτή τις κάνει μεγαλύτερες και αφού δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς εκείνες. Γι᾽ αυτό και είναι δύσκολο να είναι κανείς πραγματικά μεγαλόψυχος· δεν είναι, πράγματι, δυνατό να είναι κανείς μεγαλόψυχος, αν δεν είναι τέλειος από κάθε άποψη.
Κατά κύριο λοιπόν λόγο με την τιμή και με την ατιμία έχει σχέση ο μεγαλόψυχος. Και κάτι ακόμη: Με τις μεγάλες τιμές και με αυτές που προέρχονται από καλούς και αξιόλογους ανθρώπους θα ευχαριστηθεί ο μεγαλόψυχος μετρημένα, έχοντας συνείδηση ότι παίρνει ό,τι του αξίζει, ή και λιγότερα από αυτά που του αξίζουν (αφού δεν μπορεί να υπάρξει τιμή αντάξια της τέλειας αρετής), εν πάση περιπτώσει όμως θα τις δεχτεί, αφού δεν έχουν να του προσφέρουν τίποτε μεγαλύτερο. Για την τιμή όμως που προέρχεται από τυχαίους και όχι αξιόλογους ανθρώπους και που του απονέμεται για ασήμαντους λόγους, θα αδιαφορήσει τελείως (αφού δεν είναι αυτό που πράγματι του αξίζει), όπως θα αδιαφορήσει και για την προσβολή της τιμής του (αφού στην περίπτωσή του δεν θα είναι καθόλου δικαιολογημένη).
Κατά κύριο λοιπόν λόγο ο μεγαλόψυχος έχει σχέση, όπως το έχουμε ήδη πει, με τις τιμές. Θα συμπεριφερθεί, ωστόσο, μετρημένα και απέναντι στον πλούτο, απέναντι στη δύναμη, καθώς και απέναντι σε κάθε καλή και σε κάθε κακή τύχη —ό,τι του έρθει—, και ούτε στην καλή του τύχη θα φτάσει σε υπερβολική χαρά ούτε στην κακή του τύχη σε υπερβολική λύπη — αφού ούτε και απέναντι στην τιμή δεν συμπεριφέρεται σαν να ήταν κάτι πολύ μεγάλο. Η δύναμη και ο πλούτος είναι πράγματα που τα επιθυμεί κανείς για χάρη της τιμής — μήπως δεν είναι γνωστό ότι οι κάτοχοί τους θέλουν να έχουν μέσω αυτών τιμές; Ο άνθρωπος λοιπόν που θεωρεί μικρό πράγμα και την τιμή, δεν μπορεί παρά να θεωρεί μικρά και τα υπόλοιπα. Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγαλόψυχοι θεωρούνται υπερόπτες.