Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ἠθικὰ Νικομάχεια (1178b-1179a)

Σημεῖον δὲ καὶ τὸ μὴ μετέχειν τὰ λοιπὰ ζῷα εὐδαιμονίας, τῆς τοιαύτης ἐνεργείας ἐστερημένα τελείως. τοῖς μὲν γὰρ θεοῖς ἅπας ὁ βίος μακάριος, τοῖς δ᾽ ἀνθρώποις, ἐφ᾽ ὅσον ὁμοίωμά τι τῆς τοιαύτης ἐνεργείας ὑπάρχει· τῶν δ᾽ ἄλλων ζῴων οὐδὲν εὐδαιμονεῖ, ἐπειδὴ οὐδαμῇ κοινωνεῖ θεωρίας. ἐφ᾽ ὅσον δὴ διατείνει ἡ θεωρία, καὶ ἡ εὐδαιμονία, καὶ οἷς μᾶλλον ὑπάρχει τὸ θεωρεῖν, καὶ εὐδαιμονεῖν, οὐ κατὰ συμβεβηκὸς ἀλλὰ κατὰ τὴν θεωρίαν· αὕτη γὰρ καθ᾽ αὑτὴν τιμία. ὥστ᾽ εἴη ἂν ἡ εὐδαιμονία θεωρία τις.
Δεήσει δὲ καὶ τῆς ἐκτὸς εὐημερίας ἀνθρώπῳ ὄντι· οὐ γὰρ αὐτάρκης ἡ φύσις πρὸς τὸ θεωρεῖν, ἀλλὰ δεῖ καὶ τὸ σῶμα ὑγιαίνειν καὶ τροφὴν καὶ τὴν λοιπὴν θεραπείαν ὑπάρχειν. [1179a] οὐ μὴν οἰητέον γε πολλῶν καὶ μεγάλων δεήσεσθαι τὸν εὐδαιμονήσοντα, εἰ μὴ ἐνδέχεται ἄνευ τῶν ἐκτὸς ἀγαθῶν μακάριον εἶναι· οὐ γὰρ ἐν τῇ ὑπερβολῇ τὸ αὔταρκες οὐδ᾽ ἡ πρᾶξις, δυνατὸν δὲ καὶ μὴ ἄρχοντα γῆς καὶ θαλάττης πράττειν τὰ καλά· καὶ γὰρ ἀπὸ μετρίων δύναιτ᾽ ἄν τις πράττειν κατὰ τὴν ἀρετήν (τοῦτο δ᾽ ἔστιν ἰδεῖν ἐναργῶς· οἱ γὰρ ἰδιῶται τῶν δυναστῶν οὐχ ἧττον δοκοῦσι τὰ ἐπιεικῆ πράττειν, ἀλλὰ καὶ μᾶλλον)· ἱκανὸν δὲ τοσαῦθ᾽ ὑπάρχειν· ἔσται γὰρ ὁ βίος εὐδαίμων τοῦ κατὰ τὴν ἀρετὴν ἐνεργοῦντος. καὶ Σόλων δὲ τοὺς εὐδαίμονας ἴσως ἀπεφαίνετο καλῶς, εἰπὼν μετρίως τοῖς ἐκτὸς κεχορηγημένους, πεπραγότας δὲ τὰ κάλλισθ᾽, ὡς ᾤετο, καὶ βεβιωκότας σωφρόνως· ἐνδέχεται γὰρ μέτρια κεκτημένους πράττειν ἃ δεῖ. ἔοικε δὲ καὶ Ἀναξαγόρας οὐ πλούσιον οὐδὲ δυνάστην ὑπολαβεῖν τὸν εὐδαίμονα, εἰπὼν ὅτι οὐκ ἂν θαυμάσειεν εἴ τις ἄτοπος φανείη τοῖς πολλοῖς· οὗτοι γὰρ κρίνουσι τοῖς ἐκτός, τούτων αἰσθανόμενοι μόνον. συμφωνεῖν δὴ τοῖς λόγοις ἐοίκασιν αἱ τῶν σοφῶν δόξαι. πίστιν μὲν οὖν καὶ τὰ τοιαῦτα ἔχει τινά, τὸ δ᾽ ἀληθὲς ἐν τοῖς πρακτικοῖς ἐκ τῶν ἔργων καὶ τοῦ βίου κρίνεται· ἐν τούτοις γὰρ τὸ κύριον. σκοπεῖν δὴ τὰ προειρημένα χρὴ ἐπὶ τὰ ἔργα καὶ τὸν βίον φέροντας, καὶ συνᾳδόντων μὲν τοῖς ἔργοις ἀποδεκτέον, διαφωνούντων δὲ λόγους ὑποληπτέον. ὁ δὲ κατὰ νοῦν ἐνεργῶν καὶ τοῦτον θεραπεύων καὶ διακείμενος ἄριστα καὶ θεοφιλέστατος ἔοικεν. εἰ γάρ τις ἐπιμέλεια τῶν ἀνθρωπίνων ὑπὸ θεῶν γίνεται, ὥσπερ δοκεῖ, καὶ εἴη ἂν εὔλογον χαίρειν τε αὐτοὺς τῷ ἀρίστῳ καὶ συγγενεστάτῳ (τοῦτο δ᾽ ἂν εἴη ὁ νοῦς) καὶ τοὺς ἀγαπῶντας μάλιστα τοῦτο καὶ τιμῶντας ἀντευποιεῖν ὡς τῶν φίλων αὐτοῖς ἐπιμελουμένους καὶ ὀρθῶς τε καὶ καλῶς πράττοντας. ὅτι δὲ πάντα ταῦτα τῷ σοφῷ μάλισθ᾽ ὑπάρχει, οὐκ ἄδηλον. θεοφιλέστατος ἄρα. τὸν αὐτὸν δ᾽ εἰκὸς καὶ εὐδαιμονέστατον· ὥστε κἂν οὕτως εἴη ὁ σοφὸς μάλιστ᾽ εὐδαίμων.

Άλλη μια απόδειξη είναι και το ότι τα υπόλοιπα ζώα δεν έχουν μερτικό στην ευδαιμονία, τελείως στερημένα καθώς είναι από αυτού του είδους την ενέργεια. Γιατί, ενώ οι θεοί ζουν μια ζωή εξολοκλήρου μακάρια, και ενώ η ζωή των ανθρώπων είναι ευδαίμων στον βαθμό που υπάρχει σ᾽ αυτούς ένα κάποιο ομοίωμα αυτής της ενέργειας, κανένα από τα υπόλοιπα ζώα δεν ευδαιμονεί, για τον λόγο ότι αυτά με κανέναν τρόπο δεν συμμετέχουν στον θεωρητικό στοχασμό. Όσο εκτεταμένος είναι λοιπόν ο θεωρητικός/φιλοσοφικός στοχασμός, άλλο τόσο είναι εκτεταμένη και η ευδαιμονία· οι άνθρωποι, εξάλλου, που ασκούν περισσότερο τον θεωρητικό/φιλοσοφικό στοχασμό, είναι και περισσότερο ευδαίμονες, και αυτό όχι ως απλή σύμπτωση, αλλά ακριβώς λόγω του θεωρητικού/φιλοσοφικού στοχασμού· γιατί αυτός είναι από μόνος του κατιτί μεγάλης αξίας. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η ευδαιμονία είναι ένα είδος θεωρητικού/φιλοσοφικού στοχασμού.
Όντας όμως άνθρωπος θα χρειαστεί να έχει και την ευτυχία των εξωτερικών αγαθών, γιατί η φύση του ανθρώπου δεν είναι αυτάρκης για την άσκηση του θεωρητικού/φιλοσοφικού στοχασμού· πρέπει επιπλέον να υπάρχει η υγεία του σώματος, η τροφή και όλες οι υπόλοιπες ανέσεις. [1179a] Μη φανταστούμε όμως ότι, επειδή η ευτυχία δεν είναι δυνατό να υπάρξει δίχως τα εξωτερικά αγαθά, θα χρειαστούν πολλά και μεγάλα πράγματα για να είναι κανείς ευτυχής· γιατί δεν είναι η υπερβολή που μας κάνει αυτάρκεις, ούτε είναι αυτή που μας κάνει να ενεργούμε σωστά: και δίχως να είναι κύριος της στεριάς και της θάλασσας μπορεί κανείς να πράττει ωραίες πράξεις· γιατί και με μέτρια μέσα μπορεί, λέω, να ενεργεί κανείς με τον τρόπο που υπαγορεύει η αρετή (αυτό είναι κάτι το ολοφάνερο: όλοι το ξέρουν ότι οι απλοί πολίτες δεν κάνουν λιγότερες σημαντικές και αξιόλογες πράξεις από τους ανθρώπους της εξουσίας· ίσα ίσα, μπορεί και περισσότερες)· είναι όμως αρκετό να υπάρχουν και μέτρια μέσα· γιατί η ζωή του ανθρώπου που ενεργεί κατά τους κανόνες της αρετής θα είναι ευδαίμων. Ο Σόλωνας είχε ασφαλώς δώσει τον σωστό ορισμό, όταν έλεγε ότι ευδαίμονες είναι οι άνθρωποι που έχουν μέτρια εξωτερικά αγαθά, που έκαναν όμως πανέμορφες —όπως εκείνος τις πίστευε— πράξεις και έζησαν τη ζωή τους με σωφροσύνη· γιατί και με λίγα μέσα μπορεί κανείς να κάνει αυτά που πρέπει. Και ο Αναξαγόρας επίσης φαίνεται ότι ήταν της γνώμης ότι ο ευδαίμων άνθρωπος δεν χρειάζεται ούτε πλούσιος να είναι ούτε άνθρωπος της εξουσίας· γι᾽ αυτό και είπε ότι δεν θα τον παραξένευε καθόλου αν ο ευδαίμων άνθρωπος φαινόταν στα μάτια των πολλών ένας περίεργος και αλλόκοτος άνθρωπος· γιατί αυτοί κρίνουν με βάση τα εξωτερικά αγαθά τους, αφού στην πραγματικότητα μόνο αυτά αντιλαμβάνονται. Οι γνώμες λοιπόν των σοφών μοιάζουν να συμφωνούν με τα δικά μας επιχειρήματα. Όλα, βέβαια, αυτά έχουν κάποια αξιοπιστία, η αλήθεια όμως στα θέματα που σχετίζονται με τις ανθρώπινες πράξεις κρίνεται από τα έργα και από τον τρόπο ζωής· αυτά είναι, πράγματι, το αποφασιστικό στοιχείο. Πρέπει λοιπόν αυτά που έχουμε πει να τα εξετάσουμε σε αντιβολή προς την πραγματικότητα της ζωής, και: αν συμφωνούν με την πραγματικότητα της ζωής, να τα δεχτούμε· αν όμως δεν βρίσκονται σε συμφωνία με αυτά, να τα θεωρήσουμε απλώς θεωρίες.
Ο άνθρωπος λοιπόν που ενεργεί σε συμφωνία προς τον νου, που υπηρετεί τον νου και τον φροντίζει, ο άνθρωπος αυτός φαίνεται ότι και σε άριστη ψυχική κατάσταση βρίσκεται και ιδιαίτερα αγαπητός στους θεούς είναι. Γιατί, αν οι θεοί νοιάζονται, όπως πιστεύουμε, με κάποιον τρόπο για τα ανθρώπινα πράγματα, εύλογα μπορεί κανείς να δεχτεί και τα δύο αυτά: α) ότι οι θεοί ευχαριστιούνται με αυτό που είναι στον άνθρωπο το καλύτερο και το πιο συγγενικό προς αυτούς (και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι ο νους), β) ότι στους ανθρώπους που αγαπούν πάρα πολύ τον νου και τον τιμούν οι θεοί ανταμείβουν αυτή την αγάπη, επειδή τους βλέπουν να νοιάζονται για τα πράγματα που είναι αγαπητά στους ίδιους και επειδή οι άνθρωποι αυτοί κάνουν πράξεις σωστές και ωραίες. Ότι όλα αυτά είναι πράγματα που τα βρίσκουμε κατά κύριο λόγο στον φιλόσοφο, είναι φανερό. Έτσι ο φιλόσοφος είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους θεούς — και ο πιο αγαπητός στους θεούς είναι φυσικό να είναι και εξαιρετικά ευδαίμων. Και με αυτόν λοιπόν τον τρόπο βλέποντας το πράγμα συμπεραίνουμε ότι ο φιλόσοφος είναι εξαιρετικά ευδαίμων άνθρωπος.