Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Tom Smith

Οδύσσεια

Μετάφραση: Βασιλική Φαράντου

(απόσπασμα)


[…]

(Ο Οδυσσέας και ο σύντροφός του Πητ μπαίνουν τρέχοντας στη σπηλιά)

[…]

(Μπαίνει η ΠΟΛΥ. Είναι ένας θηλυκός σπασίκλας Κύκλωπας με κόκκινες πλεξούδες. Στο μοναδικό της μάτι φορά γυαλιά).


ΠΟΛΥ:

Τα καινούρια μου γυαλιά με κάνουν να δείχνω ανόητη!


ΠΗΤ:

Το… το… το βλέπεις αυτό; Τι είναι;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Ένας μονόφθαλμος γίγαντας!


ΠΗΤ:

Τι μου λες;!;!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Λέγεται Κύκλωπας.


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ (εκτός σκηνής):

Πόλυ! Πολυφήμη!


ΠΟΛΥ:

Τι συμβαίνει, μητέρα;


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ:

Καθάρισες το δωμάτιό σου;


ΠΟΛΥ:

Ναι, μητέρα!


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ:

Έκανες τα μαθήματά σου;


ΠΟΛΥ:

Ναι, μητέρα!


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ:

Μάζεψες όλα τα πρόβατα;

(Καμία απάντηση)

Πόλυ; Μάζεψες όλα τα πρόβατα;


ΠΟΛΥ:

Ναι, μητέρα!


[…]


ΠΟΛΥ:

Μου συμπεριφέρεται σαν μωρό! Καθάρισε το δωμάτιό σου, κάνε τα μαθήματά σου, μάζεψε τα πρόβατα, φόρα τα γυαλιά σου!

(Βγάζει τα γυαλιά της. Παραπατά, κοπανά πάνω σε πράγματα)


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ (εκτός σκηνής):

Πόλυ! Πάλι τριγυρνάς χωρίς τα γυαλιά σου! Φόρεσέ τα ξανά!


ΠΟΛΥ (τα ξαναφορά):

Μοιάζω με σπασικλάκι. Ποτέ δεν θα βρω αγόρι! Ποτέ!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Μπρος, Πητ, πάμε να φύγουμε αποδώ.


ΠΗΤ:

Μόνο ένα δυο πρόβατα να πάρω. Αν συνεχίσω να τρώω καρύδια θα σε καρυδώσω!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Κοίτα την, είναι 12 μέτρα ψηλή. Αν μας βρει, θα μας φάει!


ΠΟΛΥ:

Είναι κανείς εκεί;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Πάμε να φύγουμε!


ΠΟΛΥ:

Μήπως κανένα πρόβατο;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Μπεεε! Μπεεε!


ΠΟΛΥ (κοιτάζοντας τριγύρω):

Η μάνα μου θα με σκοτώσει αν σε βρει εδώ αντί για το μαντρί. Εδώ, καλό μου προβατάκι. Πού είσαι;


ΠΗΤ:

Μάλλον πρέπει να φύγουμε, Οδυσσέα!


ΠΟΛΥ:

Αυτό δεν είναι πρόβατο! Ακούγεται σαν... σαν άνθρωπος! Πού είσαι, άνθρωπε, ε άνθρωπε;

(Εντοπίζει τον ΠΗΤ. Τον σηκώνει ψηλά)

Εδώ μού είσαι! Γιά δες, είσαι ομορφούλης! Έχεις κορίτσι;


ΠΗΤ:

Άσε με κάτω! Άσε με κάτω! Βοήθεια!


ΠΟΛΥ:

Σσσσστ... όχι τόσο δυνατά. Θα σε ακούσει η μάνα μου. Δεν επιτρέπεται να παίζω με ανθρώπους.


ΠΗΤ:

Σε παρακαλώ, άσε με να φύγω.


ΠΟΛΥ:

Τι κάνεις εδώ, παρεμπιπτόντως; Προσπαθούσες να κλέψεις τα πρόβατά μου;


ΠΗΤ:

Ναι. Δηλαδή, όχι. Εννοώ... Οδυσσέα, βοήθεια!


ΠΟΛΥ:

Α, γιά κοίτα, είναι κι ένας φίλος σου.

(Παρατάει τον ΠΗΤ)

Είναι ακόμα πιο γλυκούλης από σένα!

(Αρπάζει τον ΟΔΥΣΣΕΑ)

Πώς σε λένε, ομορφούλη;

(Καμία απάντηση)

Μην ντρέπεσαι. Πώς σε λένε;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Κανένα.


ΠΟΛΥ:

Κανένα! Τι ηλίθιο όνομα!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Είμαι ηλίθιος τύπος, γι’ αυτό.


ΠΟΛΥ:

Εσύ κι ο φίλος σου ήσασταν πολύ κακά παιδιά που προσπαθήσατε να κλέψετε τα πρόβατά μου!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Δεν προσπαθήσαμε να κλέψουμε τα πρόβατά σου.


ΠΟΛΥ (μαζί με τον ΠΗΤ):

Όχι;!


ΠΗΤ: (μαζί με την ΠΟΛΥ):

Όχι;!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Όχι! Προσπαθούσαμε μόνο να σε δούμε από κοντά.


ΠΟΛΥ (μαζί με τον ΠΗΤ):

Αλήθεια;


ΠΗΤ: (μαζί με την ΠΟΛΥ):

Τι έκανε λέει;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Είσαι πολύ όμορφη.


ΠΟΛΥ:

Όμορφη;


ΠΗΤ:

Τι είναι;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Βασικά, ήθελα να έρθω πιο κοντά για να… για να…


ΠΟΛΥ και ΠΗΤ:

Για να τι;


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Για να σε φιλήσω.


[…]


ΠΟΛΥ:

Παναγίτσα μου! Το πρώτο μου αληθινό φιλί!

[…]

(Η ΠΟΛΥ σκύβει για το φιλί. Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ της τραβάει τα γυαλιά και τα σπάζει)


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Γρήγορα, Πητ, τρέχα στο πλοίο!


ΠΟΛΥ:

Γυρίστε πίσω!

(Η ΠΟΛΥ αρχίζει να κοπανά πάνω σε πράγματα, ανήμπορη να βρει τα γυαλιά της. Τελικά τα βρίσκει και τα φορά, αλλά είναι σπασμένα)

Μπουχουχουού!


(Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ και ο ΠΗΤ τρέχουν προς το πλοίο)


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ (εκτός σκηνής):

Πολυφήμη! Τι ήταν αυτός ο θόρυβος; Ποιος έσπασε τα καινούρια σου γυαλιά;


ΠΟΛΥ (εκτός σκηνής):

Ο Κανένας τα έσπασε τα γυαλιά μου!


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ:

Μα κάποιος το έκανε. Ποιος ήταν;


ΠΟΛΥ:

Ο Κανένας!


ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΣ:

Ε, αν δεν ήταν κανένας, τότε πρέπει να ήσουν εσύ. Είσαι τιμωρία!


ΠΟΛΥ:

Μα μαμά... Μπουχουχουού!


ΠΗΤ (σηκώνοντας την άγκυρα και κατευθυνόμενος προς τη θάλασσα):

Λίγο έλειψε, Οδυσσέα! Φέρθηκες έξυπνα που δεν έδωσες το πραγματικό σου όνομα.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Κάποιους εχθρούς δεν μπορείς να τους νικήσεις με σωματική δύναμη, Πητ.


ΠΟΛΥ (συνέχεια):

Γύρνα πίσω! Γύρνα πίσω, Κανένα!


ΠΗΤ:

Πρόσεχε, Οδυσσέα, μας πετά τεράστιους βράχους.


(Το πλοίο κλυδωνίζεται)


ΟΔΥΣΣΕΑΣ και ΠΗΤ:

Πω πω! Πω πω!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Δεν μας πέτυχες! Χα χα!


ΠΗΤ:

Σσσσστ, Οδυσσέα, μην την εξαγριώνεις περισσότερο!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Μπα, δεν μπορεί να μας πιάσει τώρα.

(Βγάζει τη γλώσσα του στην ΠΟΛΥ)


ΠΟΛΥ:

Γύρνα πίσω, Κανένα!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ:

Το Κανένας δεν είναι το πραγματικό μου όνομα, σπασικλάκι! Είναι Οδυσσέας! Χα χα!


ΠΟΛΥ:

Μπαμπά!


ΠΗΤ (ξεροκαταπίνοντας):

Μπ…μπ…μπαμπά;


ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ (μπαίνοντας):

Τι συμβαίνει, Πόλυ;


ΠΟΛΥ:

Μπαμπά, το αγόρι σ’ εκείνο το καράβι μού φέρθηκε άσχημα!


ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ:

Ποιο αγόρι;


ΠΟΛΥ:

Ο Οδυσσέας!


ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ:

Μάλιστα, θα τον περιποιηθώ!


ΑΘΗΝΑ (ακούγεται η φωνή της):

Και λέγοντας αυτά, ο Ποσειδώνας κούνησε τα χέρια του και τα κύματα έπεσαν με ορμή πάνω στο πλοίο! […] Χρησιμοποιώντας όλες του τις ικανότητες και τη δύναμη, ο Οδυσσέας κατάφερε να οδηγήσει το πλοίο στην ακτή χωρίς να συντριβεί. Ο Πητ και οι υπόλοιποι σύντροφοι του Οδυσσέα ήταν θυμωμένοι μαζί του για την αλαζονεία του. Ο Οδυσσέας ορκίστηκε να μην κοροϊδέψει ποτέ ξανά κανέναν.

[…]


Tom Smith. 2002. The Odyssey. New York: Playscripts Inc. Μετάφραση αποσπάσματος: Βασιλική Φαράντου, Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2017.